Ο 64χρονος Δημήτρης Καλογιάννης, ο άνθρωπος που όλοι στη Λέσβο ξέρουν με το όνομα Δήμητρα και είχε εξαφανιστεί από τις 6 Απριλίου υπάρχουν φόβοι ότι είναι νεκρός. Για την εξαφάνισή του είχε σημάνει Silver Alert όμως αρκετοί είναι πλέον οι φίλοι και γνωστοί που ισχυρίζονται ότι πτώμα που είναι στα αζήτητα στο νεκροτομείο ανήκει σε αυτόν.
Με ανάρτησή του στο Facebook χθες (10.06) ο Γρηγόρης Βαλλιανάτος ανέφερε ότι ο 64χρονος είχε πέσει θύμα τροχαίου με εγκατάλειψη και η σορός του αναγνωρίστηκε από τον αδερφό του. Συγκεκριμένα έγραψε:
«Το νεκρό από τη σύγκρουση και εγκατάλειψη στο δρόμο σώμα, αναγνωρίστηκε από τον αδελφό της. Ο αδελφός της αναγνώρισε νεκρό, το σώμα που δεν αναγνώρισε ποτέ ζωντανό. Δημήτρη την έλεγαν, έκαναν μια ζωή λάθος το φύλο. Όλα έγιναν για να αναγνωριστεί το φύλο μόνο όταν το σώμα παρέδωσε…
RIP Δημητράκη».
Για τη Δήμητρα της Λέσβου έγραψε στο Facebook και η τρανς καλλιτέχνης Πάολα Ρεβενιώτη.
«Και έτσι μέσα σε μια σακούλα σκουπιδιών θα βάλει ο αδελφός της τα γυναικεία φορέματα που αγαπούσε η Δήμητρα και τα αγόραζε από ένα ιταλικό περιοδικό, θα ξεκολλήσει και τον γυμνό Ιησού από τον τοίχο του σπιτιού της που αγαπούσε πολύ, το χωριό θα βυθιστεί για λίγο στην ενοχή του, θα αναλογιστούν μερικοί πώς φέρθηκαν σε έναν συχωριανό τους που γνώριζαν από μικρό παιδί, σίγουρα θα πάνε στην κηδεία, και η σακούλα σκουπιδιών με τα ρούχα τα γυναικεία θα καταλήξει στην χωματερή, όπως και η ζωή της» έγραψε στο Facebook.
Και συνέχισε: «Και το σπίτι της που είναι στο κέντρο του χωριού από το άλλο καλοκαίρι θα δέχεται τουρίστες σαν ενοικιαζόμενα δωμάτια. Aλλά εμείς οι ξένοι θα την θυμόμαστε σαν τον πληγωμένο άγγελο που καθότανε κάτω από τον ήλιο στην εκκλησία της Παναγίας της Γοργόνας».
Στο άκουσμα του ενδεχόμενου να είναι νεκρή η Δήμητρα της Λέσβου αρκετοί έσπευσαν να σχολιάσουν στα social media.
Δήμητρα της Λέσβου: Ο άνδρας που πάντα ένιωθε γυναίκα
Ο Δημήτρης μεγάλωσε στη Σκάλα Συκαμιάς. Από τα 14 του αισθάνονταν και ομολόγησε στους γονείς του ότι είναι γυναίκα. Πολλοί τον έχουν δει να περνάει με γυναικεία ρούχα στη Σκάλα, σπάνια του έδιναν σημασία. Το 2015 ο φακός του Πέτρου Τσακμάκη τον συνέλαβε με ένα φόρεμα να βρίσκεται κοντά στους πρόσφυγες.
Η Δήμητρα περιγράφει τη μητέρα της ως βαθιά θρησκευόμενη και πιστή γυναίκα, και πηγή αληθινής και ανιδιοτελούς αγάπης για το παιδί της. Τον πατέρα της ως άγριο άντρα, που εξαφανιζόταν απ’ το σπίτι για μεγάλες περιόδους κάθε φορά κι όταν επέστρεφε προκαλούσε πανικό αναφέρει το emprosnet.gr. Παρόλα αυτά η οικογένεια έμεινε μαζί και οι γονείς της έμειναν παντρεμένοι μέχρι και τον θάνατό τους. Πέθαναν και οι δύο με απόσταση έξι μήνες μεταξύ τους.
Από μικρή ένιωθε ότι ήταν διαφορετική. Στα 14, όταν είπε ότι είναι κορίτσι, στάλθηκε σε ψυχιατρείο απ’ τους γονείς της. Οι γιατροί απαίτησαν να παίρνει φάρμακα και μετά την επιστροφή της στο σπίτι, πιθανότατα και για όλη της τη ζωή. Η ίδια δεν το ήθελε. Τα φάρμακα την έκαναν να νιώθει χάλια κι έτσι οι γονείς τα έριχναν στα κρυφά στο φαγητό της.
Ήταν έφηβη όταν έκανε την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας (η πρώτη απ’ τις πολλές που θα ακολουθούσαν σε διάφορα στάδια της ζωής της). Όπως λέει, το κοντινότερο που έφτασε στο να της δείξει κάποιος ενδιαφέρον ήταν όταν ως έφηβη κολυμπούσε γυμνή στη θάλασσα, κι ένας ηλικιωμένος απ’ το χωριό εμφανίστηκε και της είπε ότι ήθελε να τη βιάσει. Η Δήμητρα τρομοκρατήθηκε. Ο άντρας συνέχισε να την παρενοχλεί και να την παρακολουθεί κρυφά για αρκετά χρόνια.
Το ταξίδι στην Αθήνα
Τελικά, στα 20 η Δήμητρα άφησε πίσω της το χωριό και το νησί της Λέσβου, κι έτρεξε στην πρωτεύουσα. Έζησε άστεγη, στους δρόμους της Αθήνας για σχεδόν πέντε χρόνια. Έκανε μερικές δουλειές, πχ. σε σούπερ μάρκετ, αλλά και οι Αθηναίοι αισθάνονταν πως ήταν διαφορετική και σταδιακά την απέκλεισαν. Το να κάνει οικογένεια είναι το όνειρο που είχε όλη της τη ζωή, κάτι που πιστεύει πως θα ολοκλήρωνε την ύπαρξή της. Αυτό που θα προσέφερε την «παντοτινή αγάπη» που τόσο της έλειψε.
Αναγκάστηκε να επιστρέψει στο νησί όταν η μητέρα της αρρώστησε. Τα μεγαλύτερα αδέρφια της είχαν προλάβει να φύγουν απ’ την προβληματική οικογενειακή εστία, ο πατέρας της ήταν αναξιόπιστος και κανείς άλλος δεν θα φρόντιζε για τη μητέρα της. Έζησε μαζί της και την φρόντισε για τα επόμενα 25 χρόνια.
Παρ’ όλα αυτά, η Δήμητρα δεν σταμάτησε να νιώθει κορίτσι, και η ειλικρίνειά της την εξοστράκισε από την κοινωνία του χωριού, προκαλώντας κουτσομπολιά και ντροπή στην οικογένειά της και περισσότερα προβλήματα στον ήδη προβληματικό γάμο των γονιών της. Δεν έζησε ποτέ κάποιον εφηβικό έρωτα, μόνο ανεκπλήρωτους πόθους για αγόρια. Δεν υπήρχε περίπτωση να βρει κάποιο αγόρι στο χωριό που θα την ήθελε.
Τα νέα ρούχα
Ο θάνατός της μητέρας της τη συγκλόνισε. Η αυτοκτονία ήταν πλέον η πιο ελκυστική λύση.
Τότε όμως ήταν που αποφάσισε να κάνει κάτι που δεν είχε ξανακάνει ποτέ. Να φορέσει γυναικεία ρούχα. Όχι φορέματα ακόμη, αλλά έστω παντελόνια και μπλούζες. Και τότε ήταν που ένιωσε μια βαθιά αίσθηση ανακούφισης και πραγματικής άνεσης. Η Δήμητρα άρχισε να νιώθει καλύτερα απ’ ό,τι είχε νιώσει σε ολόκληρη τη ζωή της. Ένιωσε για πρώτη φορά ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Ασχολείται με τη μουσική και τη μόδα και ξοδεύει τα λιγοστά της χρήματα σε φορέματα ή εκλεκτής ποιότητας άλμπουμ. Λατρεύει τη Μαρία Κάλλας και την Γκρέτα Γκάρμπο.