Για τον Μιχάλη Ασλάνη που γνώρισαν και τόσο αγάπησαν μίλησαν στην εφημερίδα «Τύπος της Κυριακής» μοντέλα, παρουσιάστριες καθώς και συνεργάτες του.
Όλοι τους κάνουν λόγο για έναν υπέροχο άνθρωπο και εξαιρετικά γενναιόδωρο.
«Έχω να θυμάμαι μόνο όμορφες στιγμές από τον Μιχάλη. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Μας βοήθησε όσο κανένας. Υπήρχαν δεκάδες επιδείξεις, δούλευε σε αυτές ένας πολύ μεγάλος αριθμός μοντέλων. Το μόνο άγχος που υπήρχε ήταν το άγχος της δημιουργίας. Στάθηκε πολύ γενναιόδωρος μαζί μας και εξαιρετικός στη συνεργασία μας» δηλώνει η Νίκη Κάρτσωνα.
Από την πλευρά της η Σταματίνα Τσιμτσιλή μιλάει για τη μοναξιά που ένιωθε ο σχεδιαστής.
«Στην τελευταία εκπομπή που κάναμε τον είδα πολύ καταβεβλημένο. Και την ώρα που έγραφαν οι κάμερες αλλά και όταν μείναμε μόνοι μας, μου είπε ότι νιώθει πολύ μόνος, ότι πλέον έχει αγαπήσει τη μελαγχολία του. Αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αλλά ήταν περήφανος άνθρωπος, δεν ήθελε να μιλήσει για αυτά. Δεν ήθελε ο κόσμος να τον λυπηθεί. Δεν έχω γνωρίσει πιο γλυκό άνθρωπο, γεμάτο θετική σκέψη. Πάντα ερχόταν με δώρα στα χέρια και ένα φωτεινό χαμόγελο».
Ο συνεργάτης του Γιώργος Κουτούλιας, μιλώντας στην εφημερίδα υποστηρίζει ότι ο Μιχάλης Ασλάνης δεν αυτοκτόνησε.
«Βρισκόταν από τον Απρίλιο σε πυρετό προετοιμασιών για το φαντασμαγορικό σόου για να γιορτάσει τα 40 χρόνια παρουσίας του στο χώρο. Έραψε 240 ρούχα και περισσότερα από 60 μοντέλα θα βρίσκονταν στην επίδειξη. Τρεις μέρες πριν βρεθεί νεκρός για το σόου μιλούσαμε. Τι άλλαξε τόσο σύντομα και ήθελε να αυτοκτονήσει»;
Για τον δικηγόρο του σχεδιαστή, η απομόνωση ήταν μια από τις επιπτώσεις της ψυχολογικής του κατάρρευσης. Όπως υποστηρίζει ο Ανδρέας Γαβαλάς, «τα κράταγε όλα μέσα του. Γνωρίζαμε όλοι μας ότι τον είχε λυγίσει η συγκεκριμένη ιστορία. Αρνούμαι να πιστέψω ότι ήταν αυτοκτονία. Το ποσό που χρώσταγε ήταν διαχειρίσιμο. Ήταν γύρω στις 175.000 ευρώ. Όμως ο Μιχάλης είχε πελαγώσει. Δεν ήξερε τι να κάνει. Φοβόταν το διασυρμό, τις χειροπέδες.
Μου είχε πει ότι τον έπαιρναν δικηγόροι και του έλεγαν ότι χρωστούσε σε μισθούς και αποζημιώσεις. Εμένα δουλειά μου ήταν να τον καθησυχάζω. Ήξερα ότι ο Μιχάλης έλεγε πάντα την αλήθεια και τον προέτρεπα να πάει στο δικαστήριο γιατί ήμουν σίγουρος ότι θα δικαιωθεί. Δεν ήξερα όμως κανένα στοιχείο για την υπόθεση».