Εννέα πρωτεύουσες νομών, η Σπάρτη, το Ναύπλιο, η Τρίπολη, η Κόρινθος, η Πρέβεζα, η Ηγουμενίτσα, η Ζάκυνθος, η Λάρισα και η Καρδίτσα εντάσσονται το προσεχές διάστημα σε λειτουργία Κτηματολογίου. Στις περιοχές αυτές έχουν καταγραφεί κοντά στα 700.000 δικαιώματα, που αντιστοιχούν σε περίπου 350.000 δικαιούχους. Με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Γιάννη Μανιάτη, πιστοποιήθηκε η ολοκλήρωση της κτηματογράφησης στις πόλεις αυτές και το αρχείο κτηματογράφησης παραδίδεται στα αρμόδια κατά τόπους υποθηκοφυλακεία, τα οποία ξεκινούν να λειτουργούν ως Κτηματολογικά Γραφεία.
Μάλιστα, όπως έκανε γνωστό με δήλωσή του ο υπουργός, «τον επόμενο χρόνο θα ακολουθήσουν 26 ακόμα μεγάλα αστικά κέντρα- ανάμεσά τους οι πόλεις της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά, πόλεις με μεγάλο αριθμό δικαιούχων, ενώ και οι υπόλοιπες περιοχές του προγράμματος, αναμένεται να συμβασιοποιηθούν σύντομα και να ολοκληρωθούν μέσα στην επόμενη διετία».
Σύμφωνα πάντα με τον κ. Μανιάτη, «με τον νέο νόμο που ψηφίστηκε πρόσφατα και με τον οποίο μειώθηκαν τα στάδια της διαγωνιστικής διαδικασίας, έχουμε θέσει ως στόχο οι μελέτες να ανατίθενται σε 6-12 μήνες αντί σε 2-3 έτη που γινόταν μέχρι σήμερα. Αυτό σημαίνει ότι η διαδικασία της κτηματογράφησης της υπόλοιπης χώρας θα ξεκινήσει μέσα στο 2014».
Παράλληλα, όπως τόνισε, «μετά την ανάληψη της αρμοδιότητας οργάνωσης, διάρθρωσης και υλικοτεχνικής υποστήριξης των Κτηματολογικών Γραφείων από την ΕΚΧΑ Α.Ε. με τον ίδιο νόμο, προχωρούμε στην οριστικοποίηση της δομής του Εθνικού Κτηματολογίου. Στόχος μας είναι η αποτελεσματική οργάνωση αποκεντρωμένων σύγχρονων υπηρεσιών για την παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών προς τον πολίτη και κάθε εμπλεκόμενο φορέα».
Σε Ζάκυνθο, Ηγουμενίτσα, Καρδίτσα, Σπάρτη και Ναύπλιο ως ημερομηνία έναρξης λειτουργίας των γραφείων έχει οριστεί η 30ή Ιουλίου, σε Τρίπολη και Πρέβεζα η 1η Αυγούστου, ενώ το Κτηματολογικό Γραφείο της Λάρισας αναμένεται να λειτουργήσει από την 16η Αυγούστου.
Σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, με το άνοιγμα των Κτηματολογικών Γραφείων σηματοδοτείται η μετάβαση από το παλιό σύστημα «Μεταγραφών και Υποθηκών» στο νέο σύστημα του Κτηματολογίου. Συγκεκριμένα, τα βιβλία που τηρούσε το αρμόδιο υποθηκοφυλακείο για τις περιοχές αυτές επέχουν θέση αρχείου, ενώ όλες οι συναλλαγές πραγματοποιούνται πλέον από το Κτηματολογικό Γραφείο και οι εγγραφές που αφορούν τα ακίνητα γίνονται στο Σύστημα Πληροφορικής Εθνικού Κτηματολογίου (ΣΠΕΚ).
Η αρχική εγγραφή κάθε ακινήτου -νομική και χωρική πληροφορία- αποτυπώνεται πάνω στο λεγόμενο Κτηματολογικό Φύλλο του ακινήτου, αντίγραφο του οποίου μπορεί να αιτηθεί ο ενδιαφερόμενος στο Κτηματολογικό Γραφείο (κόστος 4,5 ευρώ ανά φύλλο).
Η αρχική εγγραφή είναι δυνατό να διορθωθεί μετά την ολοκλήρωση της κτηματογράφησης, στο στάδιο της λειτουργίας, σύμφωνα όμως με διαδικασίες που ορίζει ρητά ο νόμος και όχι με μια απλή δήλωση του ενδιαφερομένου, δηλαδή, η δήλωση ιδιοκτησίας του ν.2308/1995 δεν χρησιμοποιείται πλέον.
Η διόρθωση αυτή είναι δυνατή μέσα σε προθεσμία πέντε ετών από την ημερομηνία ένταξης μιας περιοχής στο Κτηματολογικό Γραφείο. Για τους μόνιμους κατοίκους εξωτερικού ή τους νόμιμα εργαζόμενους στο εξωτερικό η αντίστοιχη προθεσμία είναι επτά έτη.
Μετά τη λήξη των παραπάνω προθεσμιών, οι αρχικές εγγραφές του Κτηματολογίου γίνονται οριστικές και παράγουν αμάχητο τεκμήριο υπέρ των εγγεγραμμένων στο Κτηματολόγιο, δηλαδή αποκλείεται οποιαδήποτε μεταβολή του περιεχομένου τους. Αυτό σημαίνει ότι μετά την οριστικοποίηση των εγγραφών:
α) Τα ακίνητα που για οποιοδήποτε λόγο δεν δηλώθηκαν κατά τη διάρκεια της κτηματογράφησης και έχουν καταγραφεί ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» περιέρχονται στο Ελληνικό Δημόσιο.
β) Κάποιος, που δεν αναγράφεται ως δικαιούχος στις οριστικές εγγραφές, δεν μπορεί πλέον να διεκδικήσει την κυριότητα του ακινήτου, παρά μόνο να αξιώσει χρηματική αποζημίωση γι’ αυτό.