Την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου με τον οποίο εξασφαλίζονταν από τον ΕΦΚΑ υψηλές συντάξεις σε κατηγορίες πολιτών που έφταναν μέχρι και ποσά ύψους 24.000 ευρώ, ζητάει με ανακοίνωσή της η ΑΔΕΔΥ.
Η ένωση αναφέρει ότι επικρατεί οργή στις τάξεις των εργαζομένων για τη ρύθμιση, ενώ την ίδια στιγμή λαμβάνονταν αποφάσεις για τις περικοπές συντάξεων.
Μάλιστα η ΑΔΕΔΥ επισημαίνει ότι είναι πλήρως αντίθετη σε οποιαδήποτε προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της κοινωνικής ασφάλισης.
Αυτή είναι η ανακοίνωση της ΑΔΕΔΥ:
«Οργή και αγανάκτηση επικρατεί στους εργαζόμενους και στους συνταξιούχους της χώρας μας, με αφορμή στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας σύμφωνα με τα οποία ο ΕΦΚΑ εξέδωσε αποφάσεις συνταξιοδότησης με ποσά 24.000 ευρώ, 15.000 ευρώ, 10.000 ευρώ κλπ τον μήνα.
Είναι προφανές ότι ο νόμος 4387/16, ο γνωστός Νόμος Κατρούγκαλου, που ψήφισε η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το Μάιο του 2016, πέρα από τις πρωτοφανείς μειώσεις, 40% στις κύριες συντάξεις, 50% στις επικουρικές, 60% στις συντάξεις χηρείας, 20% στο εφάπαξ κλπ, επιφύλασσε ιδιαίτερη μεταχείριση για ορισμένες “ευγενείς” κατηγορίες αφού τους χορήγησε συντάξεις που έφταναν το αστρονομικό ποσό των 24.000 ευρώ μηνιαίως.
Η Εκτελεστική Επιτροπή της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., έγκαιρα, από το Μάιο του 2016 που ψηφιζόταν ο νόμος 4387/16, είχε επισημάνει τις αδυναμίες, τις στρεβλώσεις και τις πρωτοφανείς μειώσεις στις συντάξεις που επέβαλε στο σύνολο των εργαζομένων της χώρας μας (πλην των “χρυσών” εξαιρέσεων). Γι’ αυτό και ζητούσαμε από τότε και εξακολουθούμε να ζητάμε και σήμερα την πλήρη κατάργηση του Νόμου 4387/16 (Νόμος Κατρούγκαλου). Ο Νόμος αυτός δεν παίρνει καμία διόρθωση, καμία βελτίωση. Πρέπει, άμεσα, να καταργηθεί.
Η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. αγωνίζεται για ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης εγγυημένων παροχών, αλληλέγγυο, αναδιανεμητικό και καθολικό, που θα λειτουργεί με κριτήριο τις κοινωνικές ανάγκες. Καμιά ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης, γιατί η ασφάλιση δεν είναι εμπόρευμα. Οι συνταξιούχοι στη χώρα μας θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης, όπως ακριβώς ορίζει το Σύνταγμα».