Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση του «Σωματείου Εργαζομένων Λειτουργίας Μετρό Αθηνών» που ζητούσε να ανασταλούν ως αντισυνταγματικές και παράνομες οι αποφάσεις του πρωθυπουργού και του υπουργού Ανάπτυξης για την επίταξη του προσωπικού του Μετρό, καθώς και την επίταξη της χρήσης των ακινήτων και κινητών της «Αττικό Μετρό Α.Ε.» και της «ΣΤΑΣΥ Α.Ε.» που είναι απαραίτητα για «την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου».
Οι εργαζόμενοι στο Μετρό υποστήριζαν, μεταξύ των άλλων, ότι η επίταξη τους είναι αντίθετη σε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, τις Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας 29, 87 και 105, το άρθρο 22 του Συντάγματος που απαγορεύει την αναγκαστική εργασία, καθώς και το άρθρο 23 του Συνταγματικού χάρτη το οποίο προστατεύει το δικαίωμα της απεργίας, ενώ παράλληλα είναι αντίθετη και στο Ν. 3536/2007 που καθορίζει τους κανόνες της πολιτικής κινητοποίησης.
Σε όλες οι αποφάσεις (Πρωθυπουργού, κ.λπ.) όπως αναφέρει η δικαστική απόφαση οι οποίες «εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 18 παράγραφος 3, 22 παράγραφος 4 και 112 παράγραφος 1 του Συντάγματος, του άρθρου 41 του Ν. 3536/2007 και των διατάξεων του ν.δ. 17/1974, γίνεται επίκληση άμεσης και επείγουσας ανάγκης να αποτραπούν οι δυσμενείς συνέπειες στο συγκοινωνιακό έργο στο Λεκανοπέδιο Αττικής, το οποίο έχει πλήρως διαταραχθεί από την παρατεινόμενη απεργία των εργαζομένων στην εταιρεία «Σταθερές Συγκοινωνίες (ΣΤΑΣΥ) Α.Ε. (ΑΜΕΛ Α.Ε., ΗΣΑΠ Α.Ε. και ΤΡΑΜ Α.Ε.), απειλώντας τη δημόσια τάξη και υγεία και προκαλώντας σοβαρή διαταραχή στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας».
Κατόπιν αυτών, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (πρόεδρος ο Κ. Μενουδάκος και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Αικατερίνη Χριστοφορίδου) με την υπ΄ αριθμ. 118/2013 απόφασή της (σχηματισμός αναστολών) απέρριψε όλους τους ισχυρισμούς του Σωματείου των εργαζομένων στο Μετρό.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν, ότι το επίμαχο Σωματείο υποστηρίζει πως από την επιστράτευση θα υποστεί άμεση βλάβη, η οποία δεν θα μπορεί να ανορθωθεί στο μέλλον, καθώς «πλήττεται άμεσα το δικαίωμά του στην απεργία και καταργείται κάθε δυνατότητα διεκδικήσεως των αιτημάτων του για λογαριασμό των μελών του».
Όμως, οι δικαστές αποφάνθηκαν, ότι η βλάβη που επικαλείται το Σωματείο «είναι παροδική και επανορθώσιμη» σε περίπτωση ευδοκιμήσεως της εκκρεμούς κυρίας προσφυγής, η οποία άλλωστε θα δικαστεί σε σύντομο χρόνο.
Εξάλλου, η εφαρμογή των επίμαχων αποφάσεων του Πρωθυπουργού κ.λπ., «δεν επιφέρουν συνέπειες που ισοδυναμούν προς ματαίωση» του επιδιωκόμενου σκοπού. Έτσι δεν δικαιολογείται η χορήγηση αναστολής των επίμαχων αποφάσεων, προσθέτουν οι δικαστές.
Επιπρόσθετα, οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν, ότι δεν είναι «προδήλως βάσιμοι» (με άλλα λόγια δεν θα ευδοκιμήσουν κατά στην υπόθεση της κυρίας προσφυγής) οι ισχυρισμοί του Σωματείου περί παραβίασης του Συντάγματος της ΕΣΔΑ κ.λπ., δεδομένου, ότι δεν υπάρχει για ανάλογες περιπτώσεις νομολογιακό προηγούμενο (αποφάσεις του παρελθόντος).