Έντονα σκληρό ψήφισμα, τόσο για την κυβέρνηση, όσο και για τον πολιτικό κόσμο της χώρας, εξέδωσαν οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενόψει των δρομολογούμενων νέων περικοπών στις αποδοχές των δικαστικών λειτουργών.
Με το ψήφισμά τους τα μέλη της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας εγκαλούν τον πολιτικό κόσμο για το ότι από τη μία μεριά αποφασίζουν περικοπές αποδοχών και από την άλλη δεν δίνουν οι ίδιοι το παράδειγμα και ούτε αποδεικνύουν «εμπράκτως ότι πρώτοι εκείνοι υφίστανται την αντίστοιχη θυσία».
«Σε περιόδους σοβαρής οικονομικής κρίσης, η οποία λαμβάνει διαρκή και μόνιμα χαρακτηριστικά, όπως η παρούσα, πρωταρχικό μέλημα μίας δημοκρατικής Πολιτείας θα έπρεπε να είναι η υπεράσπιση των αδυνάτων, η δίκαιη κατανομή των βαρών και η προστασία των θεσμών, που είναι κρίσιμοι για την επίτευξη των ανωτέρω, αλλά και για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους γενικότερα. Τέτοιος θεσμός είναι αυτός της Δικαιοσύνης», επισημαίνουν οι σύμβουλοι Επικρατείας και σημειώνουν:
«Οι δικαστικοί λειτουργοί, συναισθανόμενοι την κρισιμότητα των στιγμών, δεν είναι αδιάλλακτοι ή αποκομμένοι από τον κοινωνικό περίγυρο, ούτε στράφηκαν εναντίον άλλων κοινωνικών ομάδων, και δη εκείνων που αμείβονται με ειδικά μισθολόγια ή υπόκεινται σε παντός είδους ειδικές μισθολογικές ρυθμίσεις» αναφέρουν.
Οι δικαστές του ΣτΕ τονίζουν ότι παρόλο που οι δικαστικοί λειτουργοί έχουν αποδεχθεί, «χωρίς καμία αντίδραση», περικοπές των αποδοχών τους το 2010 και το 2011, οι οποίες ανήλθαν σε ποσοστό άνω του 38%, αντιμετωπίζονται ισοπεδωτικά από την εκτελεστική εξουσία, ανακοινώνοντας «περαιτέρω περικοπές των αποδοχών τους, οι οποίες, συνυπολογιζομένων των έως σήμερα μειώσεων, μπορεί να ανέλθουν και σε ποσοστό ανώτερο του 50% επί των συνολικών καθαρών αποδοχών, μέσα σε μία μόλις διετία».
Σημειώνουν, επίσης, ότι «οι περικοπές αυτές επιβάλλονται χωρίς οι αποφασίζοντες να έχουν αποδείξει εμπράκτως ότι πρώτοι εκείνοι υφίστανται την αντίστοιχη θυσία, ότι έχουν εξαλείψει κάθε πεδίο ευνοϊκής μεταχείρισης εντός ή εκτός του δημόσιου τομέα, κυρίως, όμως, ότι έχουν επιδείξει την απαιτούμενη αποφασιστικότητα και δράση για την εφαρμογή του συνόλου των προβλεπόμενων στα σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής πολιτικών και όχι μόνο εκείνων που συνδέονται με τη μείωση των εισοδημάτων συγκεκριμένων κατηγοριών πολιτών».
Παράλληλα, επισημαίνουν ότι η εξαγγελθείσα νέα μείωση των αποδοχών τους, «μεγάλο μέρος των οποίων εξυπηρετεί άμεσα το δικαστικό έργο, υπερακοντίζει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού για τον οποίο επιχειρείται, ενόψει και του περιορισμένου δημοσιονομικού οφέλους το οποίο θα αποφέρει, λόγω του μικρού σχετικά αριθμού των δικαστικών λειτουργών και θα οδηγήσει, εφόσον πραγματοποιηθεί, στη μισθολογική απαξίωσή τους, κατά ευθεία παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 2 του Συντάγματος, που επιβάλλει οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών να είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους».
Τέλος, οι σύμβουλοι Επικρατείας δηλώνουν ότι «παρά ταύτα θα εντείνουν τις προσπάθειές τους για την υπεράσπιση των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών και για τη διατήρηση της ομαλής πολιτειακής λειτουργίας, εντός του συντεταγμένου πλαισίου της αποστολής τους, διαφυλάσσοντας το κύρος και την αποτελεσματικότητα του θεσμού που υπηρετούν και καλούν την πολιτεία να σεβαστεί με τη σειρά της τις συνταγματικές επιταγές που συνδέονται με την δικαστική ανεξαρτησία και έχουν τεθεί για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του θεσμού της Δικαιοσύνη».