Μορφές από τα βάθη του χρόνου πλασμένες από χώμα και νερό, ένας μικρόκοσμος (αλλά και μέγιστος διαχρονικά κόσμος, καθώς εκτείνεται από την ασαφώς οριοθετημένη προϊστορία ως τα ρωμαϊκά χρόνια) φιλοτεχνημένος από πηλό, αναδύεται απ’ τη μελέτη των πήλινων ειδωλίων της αρχαιότητας, όπως αυτά αποκαλύπτονται στις δεκάδες αρχαιολογικές ανασκαφές.
Καθιστές ή όρθιες γυναικείες μορφές, τρισδιάστατα ή ενσωματωμένα σε απολήξεις αγγείων, κεφάλια και ολόσωμα, με απόδοση ανατομικών χαρακτηριστικών και στοιχείων της ενδυμασίας της εποχής και της γεωγραφικής περιοχής, αφιερωμένα σε ιερά θηλυκών θεοτήτων, αναφορικά με τα κύρια στάδια της ζωής (παρθένος, νύμφη και γυνή, ταφικά αφιερώματα για «συντροφιά» σε αγαπημένους νεκρούς), επιχρωματισμένα με ταυτοποιημένες ανόργανες ουσίες (αιματίτη, κιννάβαρη, αιγυπτιακό μπλε, γκαιτίτη και ασβεστίτη), έργα τέχνης και τεχνικής χειροποίητα -άρα και μοναδικά (ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο κατασκευαστής του υπακούει σε παγιωμένους στυλιστικούς κώδικες της εκάστοτε περιόδου)- τα ειδώλια αποκαλύπτονται και… αποκαλύπτουν στοιχεία για την ιστορία, τις συνήθειες, τις εμπορικές σχέσεις, τους ανθρώπους, τους θεούς, τις ιδεολογίες και τις θρησκείες της αρχαιότητας.
«Το ειδώλιο στον βορειοελλαδικό χώρο/από την προϊστορία έως τους ρωμαϊκούς χρόνους» είναι ο τίτλος τριημέρου διεθνούς επιστημονικού συμποσίου που διεξάγεται (για πρώτη φορά με τη συγκεκριμένη θεματική) στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (αίθουσα “Μανόλης Ανδρόνικος”), όπως μεταδίδει το ΑΠΕ.
«Το ειδώλιο είναι η πρώτη προσπάθεια του ανθρώπου να αποδώσει σε τρισδιάστατη επιφάνεια τον περιβάλλοντα κόσμο… Τους ανθρώπους -τα σώματα- το φυσικό περιβάλλον, τα ζώα. Τα αγάλματα ήρθαν αργότερα, όπως και η ιδεολογία της… μνημειοποίησης» λεει στο ΑΠΕ η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, μέλος της οργανωτικής επιτροπής, συντονίστρια της διοργάνωσης και εισηγήτρια στο συνέδριο, δρ αρχαιολόγος Ευαγγελία Στεφανή, υπογραμμίζοντας παράλληλα τον επιστημονικό πλούτο των πληροφοριών, αλλά και τη μοναδικότητα του συνεδρίου, καθώς πραγματοποιείται για πρώτη φορά με το συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο που καλύπτει διαχρονία χιλιάδων χρόνων.
Το ειδώλιο είναι υποκοριστικό της λέξης είδωλον (< αρχ. οίδα = βλέπω, γνωρίζω) και χρησιμοποιείται για να περιγράψει αντικείμενα που είναι εικόνες υπαρκτών και φανταστικών όντων και αντικειμένων. Τα ειδώλια εξαφανίζονται με το τέλος της αρχαιότητας, όταν επικράτησε ο Χριστιανισμός, στου οποίου το ιδεολογικό και τελετουργικό πλαίσιο δεν είχαν πλέον θέση και ρόλο.
Ειδώλια που σχετίζονται με τη λατρεία, άλλα αφιερωμένα στις προτομές, άλλα ως κτερίσματα (σύντροφοι και παραστάτες στον κάτω κόσμο) αλλά και «δείγματα» πτυχών της καθημερινής ζωής (έρωτας, ζωή, γέννηση – θάνατος, πήλινα ζωόμορφα ειδώλια – αναθήματα ιερών, κτερίσματα τάφων ή διακοσμητικά αντικείμενα), άλλα με έμπνευση το θέατρο (πρόσωπα της τραγωδίας, της νέας κωμωδίας και του σατυρικού δράματος, θεατρικά προσωπεία), αντανακλάσεις των ίδιων των ανθρώπων του παρελθόντος.
Χορευτικές κινήσεις και άλλες χειρονομίες, η ενδυμασία, η κόμμωση και γενικότερα η διαχείριση του σώματος, σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και οι εκφράσεις του προσώπου, «ζωντανεύουν» τα ειδώλια και τα αναγορεύουν σε αυτόπτες μάρτυρες της εποχής τους. Θέση στην ειδωλοπλαστική δεν βρίσκουν μόνο οι σεβάσμιες μορφές θεοτήτων ή τα μυθολογικά όντα αλλά και οι καθημερινοί άνθρωποι, άλλοτε νέοι, σφριγηλοί, ιδεατά όμορφοι και ευγενείς και άλλοτε ηλικιωμένοι, δύσμορφοι, προκλητικοί ή αναιδείς, από την προϊστορική εποχή έως το τέλος της αρχαιότητας και αποτελούν χαρακτηριστικό και αξιοσημείωτο αριθμητικά εύρημα των ανασκαφών τόσο σε νεκροταφεία όσο και σε οικισμούς προϊστορικών και ιστορικών χρόνων.
Το συνέδριο που ολοκληρώνεται αύριο (Σάββατο), πραγματοποιείται στο πλαίσιο της περιοδικής του έκθεσης «ΕΙΔΩΛΙΟ- Ένας μικρόκοσμος από πηλό» που αναπτύσσεται στους χώρους του μουσείου από τον Απρίλιο του 2017 και αναμένεται να ολοκληρωθεί στο τέλος του χρόνου.
Στην έκθεση παρουσιάζονται 672 ειδώλια, από τα οποία τα 291 προέρχονται από τη συλλογή του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης και τα υπόλοιπα από το σύνολο των Εφορειών Αρχαιοτήτων της Βόρειας Ελλάδας (Εφορείες Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Θεσσαλονίκης, Πόλης Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής & Αγίου Όρους, Ημαθίας, Πέλλας, Πιερίας Κοζάνης, Γρεβενών, Καστοριάς, Φλώρινας, Κιλκίς, Σερρών, Δράμας, Καβάλας-Θάσου, Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου).