Μέχρι τις αρχές Απριλίου θα έχει ξεκινήσει στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο η πρώτη έκθεση για το Ναυάγιο των Αντικυθήρων, η οποία θα διαρκέσει ένα χρόνο.
Τα αντικείμενα του ναυαγίου θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά, ενώ θα εκτεθεί και Μηχανισμός των Αντικυθήρων, με όλα τα νεότερα δεδομένα που προέκυψαν μετά την ψηφιακή ακτινογράφησή του το 2005.
Την έκθεση θα πλαισιώνουν επίσης νομίσματα του ναυαγίου που ανήκουν στις συλλογές του Νομισματικού Μουσείου, ενώ παράλληλα θα πραγματοποιηθούν εκπαιδευτικά προγράμματα για μαθητές. Η ιστοσελίδα του Μουσείου θα αφιερώσει για όλο το 2012, καθώς και το πρώτο εξάμηνο του 2013, όλα τα αντικείμενα του μήνα στο ναυάγιο.
Το Ναυάγιο των Αντικυθήρων χρονολογείται στο 60-50 π. Χ. και ανακαλύφθηκε τυχαία το 1900 από Σύμιους σφουγγαράδες σε βάθος περίπου 40 με 64 μέτρα. Ανελκύστηκε σε δύο φάσεις: την πρώτη το 1900-1901 και τη δεύτερη το 1976 από την Αρχαιολογική Υπηρεσία με τη βοήθεια του Καλυψώ, του ωκεανογραφικού πλοίου του Ζακ Ιβ Κουστώ.
Η μερική ανέλκυσή του χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη μεγάλης έκτασης ενάλια έρευνα παγκοσμίως. Στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων, πρωτοστάτησαν οι σπογγαλιείς της Σύμης οι οποίοι, με τη βοήθεια πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού, έβγαλαν στην επιφάνεια έναν ανεκτίμητο θησαυρό κυρίως από αγάλματα, χάλκινα και μαρμάρινα, και ένα ακόμη αντικείμενο, που έμελλε να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον αρχαίο κόσμο: τον Μηχανισμό των Αντικυθήρων.
Πρόκειται για τον πιο σύνθετο μηχανισμό της αρχαιότητας, την παλαιότερη σωζόμενη διάταξη με γρανάζια, που χρονολογείται μεταξύ 2ου και 1ου αιώνα π. Χ., η οποία ακόμα και σήμερα προβληματίζει τους επιστήμονες ως προς την ακριβή χρήση του.
Το βέβαιο είναι πως σχετίζεται με φαινόμενα του ουρανού και ότι αποτελεί ένα είδος πολύπλοκου μηχανικού υπολογιστή. Το 2005, πολυμελής ομάδα της εταιρείας X-Tek, η οποία σχεδίασε τον πρωτοπόρο τομογράφο Blade Runner, εξέτασε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο όλα τα σωζόμενα θραύσματα του αρχαίου μηχανισμού, με τα μικρότερα να έχουν ανακαλυφθεί μόλις το 2005 στις αποθήκες του Μουσείου.
Οι τρισδιάστατες εικόνες που προέκυψαν αποκάλυψαν άγνωστες πτυχές του εσωτερικού του, αποκαλύπτοντας για πρώτη φορά επιγραφές, το πάχος των οποίων δεν ξεπερνά το ένα δέκατο του χιλιοστού, καθώς και σημαντικά δεδομένα για την εσωτερική δομή με τα περίπλοκα γρανάζια και τους άξονες.