«Η αρχαιολογική αυτεπιστασία και όχι η εργολαβία, είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος επέμβασης και σε ιστάμενα μνημεία, ιδίως σε εκείνα που είναι μείζονος ιστορικής σημασία».
Αυτό αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων μετά την καταστροφική πυρκαγιά στο τέμενος Βαγιαζήτ. Από την έρευνα του ανακριτικού τμήματος της πυροσβεστικης προέκυψε ότι η φωτιά προκλήθηκε από σπινθήρες ηλεκτροσυγκόλλησης που είχαν πέσει στα ξύλινα δοκάρια στήριξης της στέγης κατά τη διάρκεια εργασιών του συνεργείου.
Ο Σύλλογος αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι «πρέπει ενδελεχώς να εξεταστεί αν εκτελούνταν υπό την έγκριση και υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής» οι εργασίες οξυγονοκόλλησης.
Διαβάστε τι λένε στην ανακοίνωσή τους:
«Με τον πιο τραγικό τρόπο, την καταστροφή μνημείου, επιβεβαιώνεται η πάγια θέση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων ότι η αρχαιολογική αυτεπιστασία και όχι η εργολαβία, είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος επέμβασης και σε ιστάμενα μνημεία, ιδίως σε εκείνα που είναι μείζονος ιστορικής σημασίας.
Το “τέμενος Βαγιαζήτ” (το μεγάλο τέμενος του Μεχμέτ Α΄ Τσελεμπή, γιου του Βαγιαζήτ του «Κεραυνού», χρονολογημένο στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα, πριν ακόμα την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους), ένα από τα σημαντικότερα οθωμανικά μνημεία επί ευρωπαϊκού εδάφους, εντάχθηκε στο προηγούμενο ΕΣΠΑ 2007-2013 με προϋπολογισμό 1.382.991,89 €. Η κάλυψη της στέγης εσωτερικά με μεμβράνη, σε συνδυασμό με την απώλεια μεγάλου μέρους των εξωτερικών μολυβδόφυλλων που την κάλυπταν, οδήγησαν σε μεγάλες βλάβες των ξύλινων στοιχείων. Οι εκπλήξεις που θα ακολουθούσαν την απομάκρυνση της μεμβράνης έδειχναν την αυτεπιστασία ως μονόδρομο.
Εντούτοις, η λύση που επίμονα προωθήθηκε από την πολιτική ηγεσία το 2014, δυστυχώς με την συναίνεση συγκεκριμένων υπηρεσιακών παραγόντων, ήταν εκείνη της αμαρτωλής μεθόδου της μελετοκατασκευής, την οποία ο νόμος (αλλά και η κοινή λογική παγκοσμίως) δεν αποδέχεται ως μέθοδο επέμβασης σε μνημεία! Από τότε έγιναν μια σειρά ενέργειες που εγείρουν ερωτήματα για την αποτελεσματικότητά τους ή και για τις τυχόν επιπτώσεις τους στη στατική κατάσταση του μνημείου, όπως το πανάκριβο στέγαστρο που τοποθετήθηκε πάνω από το μνημείο. Μάλιστα, μοιραίες ενέργειες όπως οι οξυγονοκολλήσεις που φέρεται ότι γίνονταν από τον εργολάβο, πρέπει ενδελεχώς να εξεταστεί αν εκτελούνταν υπό την έγκριση και υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής.
Σε κάθε περίπτωση η εφιαλτική κατάληξη του τεμένους αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι τα έργα στα μνημεία πρέπει να υλοποιούνται αποκεντρωμένα ώστε η ίδια η Υπηρεσία να υλοποιεί κάθε βήμα και όχι με εργολαβίες που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί παρά να εποπτεύονται περιοδικά και επομένως ατελώς από τις Υπηρεσίες της Αθήνας. Η μόνη ελπίδα για να μην ξημερώνουν ημέρες όπως η σημερινή, με όλη τη σκοτεινιά και την απόγνωση που επιφέρει η σχεδόν πλήρης καταστροφή ενός μνημείου όπως το τέμενος Βαγιαζήτ, είναι η άμεση ενίσχυση των Εφορειών Αρχαιοτήτων της περιφέρειας, ώστε να φέρουν εις πέρας τα έργα στην περιοχή αρμοδιότητάς τους. Όλα τα άλλα ήταν, είναι και θα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις».