Από τις πίστες των νυχτερινών μαγαζιών πέρασε στον κινηματογράφο και το θέατρο. Αναδείχθηκε σ’ ένα από τα μεγαλύτερα αστέρια της δεκαετίας του 1960.
Ο Γιάννης Βογιατζής γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Παγκράτι, ακριβώς απέναντι από το Άλσος της περιοχής. Η μητέρα του καταγόταν από την Ίμβρο κι ο πατέρας του από το Αιτωλικό. Έχασε τον πατέρα του λίγο μετά την κήρυξη του πολέμου το 1941, όταν ήταν μόλις επτά ετών. Έντεκα χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1952 μπήκε το τραγούδι στη ζωή του.
Εκείνη την περίοδο, ο Γιάννης Βογιατζής είχε μόλις τελειώσει την τελευταία τάξη του γυμνασίου κι ετοιμαζόταν να δώσει για να μπει στη Σχολή Ευελπίδων προκειμένου να ακολουθήσει το δρόμο του πατέρα του. «Θα’ ταν 10 ή 11 Ιουνίου» θυμάται.
Εκείνο το βράδυ λοιπόν πέρασε από το αναψυκτήριο του Άλσους, όπου ο Κορίνθιος διοργάνωνε βραδιά ταλέντων. Ο νικητής θα κέρδιζε ένα ρολόι και θα εμφανιζόταν στο Άλσος όλο το καλοκαίρι. Μέχρι τότε του άρεσε το κλασικό τραγούδι και τραγουδούσε μόνο ερασιτεχνικά, αλλά δεν είχε καθόλου τη λαχτάρα να γίνει τραγουδιστής.
Κάποια στιγμή όμως, ένας φίλος του που είχε για την εποχή κάποια οικονομική άνεση, του είπε: «Αν βγεις να τραγουδήσεις, θα σου δώσω δύο τσιγάρα Pall Mall».
Ο Γιάννης Βογιατζής δέχτηκε και δεν σκέφτηκε ούτε το ρολόι ούτε την ευκαιρία που του δινόταν να ασχοληθεί με το τραγούδι. Ανέβηκε στη σκηνή για τα δύο τσιγάρα. Όταν τραγούδησε, ο κόσμος τα… χασε. Άναψαν αναπτήρες, χειροκροτήματα ακούγονταν συνεχώς και τελικά κέρδισε το διαγωνισμό και τον κράτησαν στο μαγαζί. Έπαιρνε 36 δραχμές κάθε βράδυ και 26 από το Εργοστάσιο Λιπασμάτων, στο οποίο δούλευε την ημέρα. Δεν σταμάτησε κατευθείαν την πρωινή εργασία. Μόνο όταν άρχισαν να τον αναγνωρίζουν και εκείνος σάρωνε τα βραβεία στα Φεστιβάλ.
Τραγούδησε σε όλα τα καμπαρέ της εποχής και από το 1958 μέχρι το 1962 ήταν ο επίσημος τραγουδιστής των ανακτόρων και έγινε μάρτυρας σε αρκετές ιστορίες με πρωταγωνιστή τον Κωνσταντίνο.
Κάποια στιγμή όμως αντιμετώπισε προβλήματα με τη φωνή του. Είχε πολύποδες και αναγκάστηκε να κάνει επεμβάσεις και να πάει στην Αμερική να τραγουδήσει. Όταν γύρισε στην πατρίδα του, βρήκε έναν γιατρό, χειρουργήθηκε και ανάρρωσε.
Ξεχωριστή και ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα του ήταν και όταν τραγούδησε τον ύμνο του Παναθηναϊκού. «Το 1962 παρακολουθούσαμε έναν αγώνα του Παναθηναϊκού με μια σταθερή παρέα που είχαμε τότε και πηγαίναμε στο γήπεδο.
Στην παρέα αυτή ήταν και ο Γιώργος Μουζάκης με τον Γιώργο Oικονομίδη. O πρώτος είχε γράψει τη μουσική του ύμνου και ο δεύτερος τους στίχους. Κάποια στιγμή γυρνάει ο Μουζάκης και μου λέει: «Βρε Γιάννη, θα μας πεις τον ύμνο;» Δέχτηκα. O ύμνος βέβαια είχε ήδη τραγουδηθεί τη δεκαετία του 1950 από τον Λέανδρο, τον πατέρα της Βίκυς Λέανδρος. Ωστόσο, έμελλε να ακουστεί πιο πολύ με τη δική μου φωνή» λέει στο newsbeast.gr.
Τα τελευταία 16 χρόνια ο Γιάννης Βογιατζής είναι μόνιμος κάτοικος Κερατέας. Ασχολείται καθημερινά με το αγρόκτημά του. Εμφανίζεται επιλεκτικά πια, κυρίως σε συναυλίες, όταν το θέλει εκείνος.
Το 2007 παντρεύτηκε τη γυναίκα του με θρησκευτικό γάμο μετά από 28 χρόνια πολιτικού γάμου και μετά από συνολικά 44 χρόνια σχέσης. «Η γυναίκα μου ήταν αεροσυνοδός. Τώρα παίρνει σύνταξη και γι’ αυτό μένουμε στην Κερατέα, σε μια ψηλή κορφή της περιοχής. Συγκεντρωνόμαστε με φίλους και περνάμε πολύ όμορφα. Δεν μας λείπει τίποτα εδώ» αναφέρει.
Με τη σύντροφο της ζωής του απέκτησε δύο γιους. Όμως, το παράπονό του ήταν ότι μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει παππούς. «Θέλω μία εγγονή. Αυτό είναι το παράπονό μου. Αλλά αφού τα παιδιά μου δεν το κάνουν, δεν πρόκειται να τους πιέσω» τονίζει.
Ο Γιάννης Βογιατζής έχει ακόμη το ψώνιο του τραγουδιστή. Το παραδέχεται και δεν το κρύβει και γι’ αυτό κάνει τις επιλεκτικές εμφανίσεις του. «Ποτέ δεν άφησα το τραγούδι» λέει και συνεχίζει: «Και ο γιος μου μουσικός είναι. Το επάγγελμα πλέον έχει γίνει πάρα πολύ δύσκολο. Είναι ελάχιστα τα μαγαζιά που δουλεύουν και πάρα πολλοί οι τραγουδιστές που υπάρχουν. Γι’ αυτό και λέω στους νέους να κάνουν και κάτι άλλο στη ζωή τους».
Πάντως, παρά την τεράστια επιτυχία του, μια από τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του, ήταν η στιγμή που τραγούδησε τον ύμνο του Παναθηναϊκού. «Ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να μου τύχει. Ο Παναθηναϊκός είναι η ομάδα μου. Δεν είμαι οπαδός, είμαι φίλαθλος και όποτε μπορώ πηγαίνω στο γήπεδο», καταλήγει.
Δείτε όλα τα πρόσωπα της στήλης «Πού βρίσκεται σήμερα;».