Προβλήματα τόσο στη θέρμανση όσο και στην παροχή ζεστού νερού προκάλεσε ο χιονιάς στο 90% των νοικοκυριών που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Το πρόβλημα προκύπτει, σύμφωνα με τον τεχνικό συστημάτων φυσικού αερίου Γιάννη Κοντομήτρος, που μίλησε στο Πρακτορείο 104,9fm, από το γεγονός ότι οι περισσότερες εγκαταστάσεις δεν είναι κατασκευασμένες για θερμοκρασίες υπό το μηδέν, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να παγώνουν οι σωληνώσεις.
Ως βασική κίνηση πρόληψης ανέφερε το να είχαν τεθεί σε λειτουργία νωρίτερα οι εγκαταστάσεις και μάλιστα σε υψηλή θερμοκρασία, ενώ χαρακτήρισε ως λανθασμένη την κατασκευαστική πρακτική της τοποθέτησης του λέβητα και παρελκόμενων της εγκατάστασης εξωτερικά των κατοικιών.
«Προτίμησαν για λόγους ασφαλείας να μπούνε οι λέβητες στα μπαλκόνια με αποτέλεσμα να ζούμε σήμερα αυτά τα φαινόμενα, καθώς σχεδόν όλοι οι λέβητες είναι φτιαγμένοι για εσωτερικό χώρο» σημειώνει, ενώ τονίζει πως η χρήση μόνωσης που έχει γίνει δεν είναι επαρκής σε πολλές των περιπτώσεις για να αντιμετωπίσει τις περιόδους παγετού.
Προβλήματα παρουσιάζονται, σύμφωνα με τον κ. Κοντομήτρο, ακόμη και όταν το θερμόμετρο πέσει ελάχιστους βαθμούς υπό το μηδέν. Τα προβλήματα αυτά επιδεινώνονται όταν η θερμοκρασία μείνει για μεγάλο διάστημα σε χαμηλά επίπεδα, έστω και αν τυπικά ένας καυστήρας φυσικού αερίου μπορεί να λειτουργήσει «ακόμη και σε θερμοκρασίες -10 βαθμών Κελσίου».
Το πρόβλημα εντοπίζεται κατά τον ίδιο στο δίκτυο σωληνώσεων όπου και όταν «δεν είναι επαρκής η μόνωση σε μια εγκατάσταση», καθώς η γενική υπόθεση ήταν πως στη χώρα δεν επικρατούν συχνά συνθήκες παγετού, πολλές φορές δε η μόνωση που έχει τοποθετηθεί είναι σε κακή κατάσταση.
Ως αντίμετρα στις περιπτώσεις μιας μη λειτουργικής εγκατάστασης φυσικού αερίου ο κ.Κοντομήτρος προτείνει στους καταναλωτές τη διαρκή λειτουργία μιας εγκατάστασης σε υψηλές θερμοκρασίες 23 έως 24 βαθμών, ενώ προτείνεται να είναι διαρκώς σε ροή και η υδραυλική εγκατάσταση, με μια περιορισμένη παροχή νερού στον χώρο, ώστε να μην παγώσει κατά τη διάρκεια της νύχτας. Βοηθητική είναι και η επιπλέον μόνωση των σωληνώσεων όταν αυτό καταστεί εφικτό.