Τη διαπίστωση ότι η τρομοκρατία είναι παγκόσμια και αφορά και την Ευρώπη, έκανε ο επικεφαλής του προγράμματος για την Τρομοκρατία και τις Συγκρούσεις Χαμηλής Έντασης του Ισραήλ, Γιόραμ Σβάιτσερ, κατά την αποψινή ομιλία του στο αμφιθέατρο του υπουργείου Εξωτερικών «Γ. Κρανιδιώτης», σε εκδήλωση που συνδιοργάνωσε το πανεπιστήμιο Πειραιά και η ισραηλινή πρεσβεία.
Ο κ. Σβάιτσερ, ο οποίος έχει επίσης διατελέσει σύμβουλος του πρωθυπουργού και του υπουργού Άμυνας του Ισραήλ, ανέλυσε τη δράση της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους ως εκφράσεις του Σαλαφιστικού Τζιχάντ, που είναι παρούσες στη Μ. Ανατολή αλλά και ευρύτερα, μέσω συνδεδεμένων οργανώσεων, μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Κάνοντας μια πρόβλεψη, είπε ότι στο μέλλον θα υπάρχει διεθνής τρομοκρατία, που θα περιλαμβάνει και την Ευρώπη. Η κατάσταση, πρόσθεσε, θα χαρακτηρίζεται από έναν «ανταγωνισμό μεταξύ των μυστικών υπηρεσιών της Δύσης και των σχεδιασμών των σαλαφιστών τζιχαντιστών, μέσω του Ισλαμικού Κράτους και των εταίρων του».
Αναφερόμενος ειδικότερα στην Ευρώπη, είπε ότι αφού Ευρωπαίοι πολίτες ενεπλάκησαν στην τρομοκρατία πηγαίνοντας κυρίως στη Συρία, οι πράξεις αυτές θα επέστρεφαν και στην Ευρώπη.
Το Ισλαμικό Κράτος, είπε, είναι υπεύθυνο άμεσα ή έμμεσα – μέσω οργανώσεων που συνδέονται μ’ αυτό – για το 70% των βομβιστικών επιθέσεων.
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι παρά τις αντιθέσεις τους, η Αλ Κάιντα με τους εταίρους της και το Ισλαμικό Κράτος με τους δικούς του εταίρους, έχουν περισσότερα κοινά στοιχεία παρά διαφορές, και θα βρουν τρόπους να συνεργαστούν.
Περιγράφοντας την κατάσταση στη Συρία, είπε ότι είναι πολύ συγκεχυμένη, χαώδης και δραστηριοποιούνται πολλές ομάδες με διαφορετικό προσανατολισμό. Ειδικά για την οργάνωση Αλ Νούσρα, είπε ότι «είναι μια από τις ηγετικές δυνάμεις εκεί» και για τον ίδιο «δεν άλλαξε σχολή σκέψης και παραμένει μέρος της Αλ Κάιντα, παρά τον επίσημο χωρισμό τους».
«Δεν πρέπει να υποτιμούμε την Αλ Κάιντα, παρότι τώρα κυριαρχεί στο προσκήνιο το Ισλαμικό Κράτος», τόνισε, προσθέτοντας ότι εκτός από το Πακιστάν όπου υπάρχει ο σκληρός πυρήνας της, είναι παρούσα μέσω εταίρων της στο Αφγανιστάν, στη Σαουδική Αραβία, στην Υεμένη, στο Μάγρεμπ και στην Ινδία.
«Η Αλ Κάιντα δεν θέλει να ελέγξει όλες αυτές τις οργανώσεις. Χρησιμεύει ως πρότυπο από την εποχή του Μπιν Λάντεν», διευκρίνισε. Επεσήμανε ωστόσο τη διαφορά μεταξύ της θεώρησης του Μπιν Λάντεν που είχε τη Δύση ως πρώτο στόχο, και του διαδόχου του Ζαουάχρι, ο οποίος, «μόλις το επέτρεψε η συγκυρία, στράφηκε στη Συρία, γιατί αντελήφθη ότι θα μπορούσε να αναζωογονήσει το τζιχαντιστικό πνεύμα στο χαοτικό περιβάλλον της Μ. Ανατολής. Αυτό δεν αποκλείει ότι μπορεί να δράσει και στη Δύση», σημείωσε.
Από την άλλη πλευρά, το Ισλαμικό Κράτος στρέφεται όλο και περισσότερο εναντίον της Δύσης, επειδή έχει στρατευμένο κόσμο από τη Δύση, τόνισε ο ομιλητής.
«Πιστεύω δυστυχώς, ότι η τρομοκρατία είναι μέρος της ζωής μας ακόμη και στην Ευρώπη. Όταν βλέπω αυτό που συμβαίνει στη Συρία, στην οποία υπάρχουν χαμένες γενιές, μετά από πέντε, δέκα χρόνια, κάποιοι από τους ανθρώπους αυτούς, χωρίς μόρφωση, θα αναζητήσουν εκδίκηση εναντίον οιουδήποτε. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μερικές χιλιάδες προέρχονται από ευρωπαϊκές χώρες. Πιστεύω ότι είμαστε μπροστά σε μια πρόκληση αντίστοιχη με την 9/11», υποστήριξε.
Για την Τουρκία του Ερντογάν, είπε ότι το Κουρδικό είναι η πρώτη προτεραιότητα και καθορίζει τις υπόλοιπες πολιτικές του, έναντι για παράδειγμα της Συρίας ή της Ρωσίας. Για τις σχέσεις της χώρας του με την Άγκυρα, είπε ότι το Ισραήλ επιθυμεί τη βελτίωσή τους, αλλά πρόσθεσε ότι «πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και παράλληλα πραγματιστές, καθώς πρέπει να συνεργαστούμε για να αντιμετωπίσουμε από κοινού ζητήματα όπως το Ιράν, ή η επίλυση του Παλαιστινιακού».
Χρειαζόμαστε συμμάχους και «το Ισραήλ κατανοεί τη θέση του Ερντογάν με νηφαλιότητα», είπε χαρακτηριστικά.
Για τις σχέσεις του Ισραήλ με την Αίγυπτο, είπε ότι υπάρχει στενή συνεργασία σε θέματα ασφάλειας ως προς τη δράση του Ισλαμικού Κράτους στο Σινά, αλλά και για την αντιμετώπιση της συνεργασίας της Χαμάς με το ΙΚ. Ωστόσο οι σχέσεις δεν έχουν προχωρήσει σε επίπεδο λαών, σημείωσε, υποστηρίζοντας ότι το Ισραήλ θεωρείται «παρίας». Επίσης, η πολιτική συνεργασία στηρίζεται στην καλή βούληση του Προέδρου Σίσι και «δεν ξέρουμε τι θα γίνει σε περίπτωση αλλαγής ηγεσίας». Η ενεργειακή συνεργασία είναι παράγοντας σταθερότητας «αλλά στην περιοχή μας δεν είναι αρκετό» σημείωσε.
Για τη σιιτική οργάνωση Χεζμπολάχ, είπε ότι έχει εμπλακεί στη Συρία με μεγάλο κόστος. «Έχουν αποκτήσει μεγάλη εμπειρία και έχουν γίνει στρατιωτική δύναμη. Έχουν συνεργασία και με τους Ρώσους, αλλά πιστεύω ότι ο ηγέτης της Χασάν Νασράλα, θα ήθελε να αποχωρήσουν από τη Συρία την κατάλληλη στιγμή και να εξαργυρώσουν τα κέρδη τους, ενισχύοντας τη θέση τους στη λιβανική ηγεσία. Το κόστος των θυμάτων στη Συρία είναι υψηλό για τους Χεζμπολάχ και δέχονται κριτική γι αυτό, όχι μόνον από τα άλλα κόμματα του Λιβάνου, αλλά και από τους Σιίτες – και από ένα σημείο και πέρα η παραμονή τους εκεί θα μπορούσε να λειτουργήσει ως μπούμερανγκ» υποστήριξε.
Τέλος, για το Ισραήλ είπε ότι σε πολιτικό επίπεδο δεν είναι αισιόδοξος, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει απογοήτευση των Παλαιστινίων από την Παλαιστινιακή Αρχή, από τη Χαμάς, από την κατάσταση της ισραηλινής κυβέρνησης, και εν μέρει από τη διακυβέρνηση του Αμπού Μάζεν – γεγονός που έχει προκαλέσει προστριβές μεταξύ των Παλαιστινίων.