Η ελληνική αγορά ακινήτων βρίσκεται σε φάση δυναμικής ανάκαμψης, με τις τιμές πώλησης κατοικιών να έχουν φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, όπως επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Η θεαματική αυτή άνοδος, που ξεκίνησε το 2017, αντανακλά την επιστροφή της εμπιστοσύνης στην κτηματαγορά, καθώς και τη σταθερή αύξηση της ζήτησης τόσο από εγχώριους όσο και από διεθνείς επενδυτές.
Στην Αττική, η άνοδος των τιμών από το 2017 έως το τρίτο τρίμηνο του 2024 έφτασε το εντυπωσιακό 90%, οδηγώντας τις τιμές σε επίπεδα 5,2% υψηλότερα από εκείνα του 2008, όταν η αγορά είχε καταγράψει το προηγούμενο ιστορικό της υψηλό πριν από την οικονομική κρίση. Σε πανελλαδικό επίπεδο, η αύξηση των τιμών την ίδια περίοδο ανήλθε στο 71,6%, με τις τιμές να απέχουν πλέον μόλις 1,3% από τα επίπεδα του 2008.
Η ανάκαμψη είναι ακόμα πιο έντονη στα νεόδμητα ακίνητα, καθώς οι τιμές τους έχουν αυξηθεί κατά 77%, ξεπερνώντας το ιστορικό υψηλό του 2008 κατά 3,7%. Παρότι τα παλαιότερα ακίνητα έχουν σημειώσει μικρότερη άνοδο της τάξεως του 67,8%, οι τιμές τους παραμένουν 4,4% χαμηλότερες συγκριτικά με την περίοδο πριν από την κρίση. Αντίστοιχα, στη Θεσσαλονίκη, οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 84,6%, πλησιάζοντας τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ στην περιφέρεια, οι αυξήσεις είναι πιο μετριασμένες. Στις άλλες μεγάλες πόλεις, η σωρευτική άνοδος καταγράφεται στο 51,5%, με τις τιμές να παραμένουν 9,15% χαμηλότερες από το 2008.
Η ένταση της ανάκαμψης και οι διαφορές ανά περιοχή αποδίδονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ζήτησης. Στην Αττική, η ζήτηση έχει ενισχυθεί σημαντικά από διεθνείς επενδυτές, με βασικό καταλύτη το πρόγραμμα «χρυσή βίζα», αλλά και τη ραγδαία ανάπτυξη των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Οι χαμηλότερες τιμές της ελληνικής αγοράς συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν προσελκύσει επενδυτές, ειδικά την περίοδο 2019-2023.
Σε αντίθεση με την περίοδο πριν από την κρίση, όταν το 80% των αγοραπωλησιών βασιζόταν σε τραπεζικό δανεισμό, σήμερα η πλειονότητα των συναλλαγών πραγματοποιείται με ίδια κεφάλαια. Οι έλληνες αγοραστές συχνά χρηματοδοτούν τις αγορές τους με αποταμιεύσεις ή την πώληση άλλων περιουσιακών στοιχείων, ενώ οι ξένοι επενδυτές αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής αγοράς.
Ενδείξεις επιβράδυνσης του ρυθμού ανόδου των τιμών
Παρά τη δυναμική αυτή, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις επιβράδυνσης του ρυθμού ανόδου των τιμών. Στο τρίτο τρίμηνο του 2024, οι τιμές αυξήθηκαν κατά 7,8% σε πανελλαδικό επίπεδο, σημειώνοντας το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων πέντε τριμήνων. Στην Αττική, η αύξηση περιορίστηκε στο 7,7%, ενώ στη Θεσσαλονίκη ανήλθε στο 12,1%. Στις περιφέρειες, η άνοδος κυμάνθηκε στο 9,5%, ενώ στις άλλες μεγάλες πόλεις δεν ξεπέρασε το 4,9%.
Ανάλογη επιβράδυνση παρατηρείται και στα νεόδμητα ακίνητα, όπου ο ρυθμός αύξησης των τιμών μειώθηκε στο 9,7% από 10,8% το προηγούμενο τρίμηνο. Για τα παλαιότερα διαμερίσματα, η αύξηση περιορίστηκε στο 6,6%, καταγράφοντας τον χαμηλότερο ρυθμό των τελευταίων δύο ετών.
Τα παραπάνω στοιχεία υπογραμμίζουν την ταχύτατη ανάκαμψη της ελληνικής αγοράς ακινήτων, αλλά και την ανάγκη προσεκτικής παρακολούθησης της δυναμικής της. Καθώς οι τιμές πλησιάζουν ιστορικά υψηλά επίπεδα, η αγορά φαίνεται να εισέρχεται σε φάση σταθεροποίησης, με το ενδιαφέρον των αγοραστών να στρέφεται σταδιακά από τις μεγάλες πόλεις προς τις περιφερειακές περιοχές, όπου οι προοπτικές περαιτέρω ανόδου παραμένουν ελκυστικές.