Για μία κατάσταση που μέχρι στιγμής δεν εξελίσσεται όπως θα ήθελε ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μίλησε στο ραδιόφωνο του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, «Πρακτορείο 104,9 FM», ο δρ Παναγιώτης Κοντάκος, επίκουρος καθηγητής στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα και διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ στο Πανεπιστήμιο UCLan Cyprus, που περιέγραψε ως «ζοφερή» την εικόνα της οικονομίας της γείτονος, μετά από ένα 2018 με σημαντικούς κλυδωνισμούς που προσπαθεί να αποσβέσει η τουρκική οικονομία. «Η ζοφερή εικόνα επιβαρύνεται από τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης μειώνεται ταχύτατα σε τομείς όπως οι κατασκευές, η γεωργία και οι υπηρεσίες, όπου απασχολούνται σε μεγάλο βαθμό εργαζόμενοι με τον ελάχιστο μισθό. Ταυτόχρονα, οι ομάδες χαμηλού εισοδήματος αντιμετωπίζουν προβλήματα χρέους, που απορρέουν από τη χρηματοδότηση δανείων που είχαν λάβει πριν από αρκετά χρόνια, καθώς ο τραπεζικός τομέας μπόρεσε να δανειστεί, όπως και στην Ελλάδα, φθηνά από το εξωτερικό» εξηγεί ο κ. Κοντάκος, ενώ εκτιμά πως κρίσιμος παράγοντας για τις περαιτέρω εξελίξεις σε ό,τι αφορά την καθημερινότητα των Τούρκων υπηκόων είναι αυτός του πληθωρισμού. «Δύο βασικοί παράγοντες έχουν ωθήσει τον πληθωρισμό σε αυτά τα επίπεδα: Οι αυξανόμενες τιμές των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων, οι οποίες σημείωσαν ετήσια αύξηση κατά 20%, καθώς και η δραματική υποτίμηση της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου κατά 65% από την αρχή του έτους» αναφέρει ο δρ Κοντάκος και προσθέτει πως η πληθωριστική εικόνα ενισχύεται από παραμέτρους ενδογενείς για τη μεγάλη οικονομία της γείτονος: «Η Τουρκία είχε πετύχει στο παρελθόν να έχει αυτάρκη γεωργικό τομέα, αλλά οι λανθασμένες πολιτικές έχουν οδηγήσει πλέον σε σημαντικές εισαγωγές. Το έλλειμμα της προσφοράς τροφίμων αποτελεί βασικό λόγο για την αύξηση του πληθωρισμού και στα φρέσκα λαχανικά και τα φρούτα, για παράδειγμα, ο ετήσιος πληθωρισμός ανέρχεται σε 38%» τονίζει, για να συμπληρώσει ότι είναι αυτή η αυξητική τάση του πληθωρισμού της Τουρκίας και η επιδείνωσή του από μία νέα άνοδο τον Αύγουστο, που προκαλεί ανησυχία για το οικονομικό μέλλον της χώρας και φαίνεται να ενισχύει την προοπτική παρέμβασης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). «Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε σημαντικά και έφθασε περίπου το 18% σε ετήσια βάση, ενώ εκτιμάται ότι θα υπερβεί το 20% τους επόμενους μήνες», επισημαίνει ο διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος ΜΒΑ στο Πανεπιστήμιο UCLan Cyprus και υπογραμμίζει πως μεταξύ των αναδυόμενων αγορών αυτό αποτελεί το υψηλότερο ποσοστό «μετά τον αντίστοιχο της Αργεντινής (23%), η οποία είναι ήδη υπό την εποπτεία του ΔΝΤ».
Σημαντικές οι προσκλήσεις για τον μέσο Τούρκο πολίτη
«Ενώ οι τιμές ανεβαίνουν, λίγοι Τούρκοι πολίτες μπορούν να ελπίζουν σε αυξήσεις μισθών που αντισταθμίζουν τον πληθωρισμό» παρατηρεί ο δρ Κοντάκος, αναλύοντας τις συγχρονικές προκλήσεις για τον κοινωνικό ιστό της γείτονος. Όπως προσθέτει, από τους 19 εκατομμύρια μισθωτούς, που σήμερα αποτελούν το 70% του εργατικού δυναμικού τής γειτονικής χώρας, «μόνο περίπου 3 εκατομμύρια δημόσιοι υπάλληλοι απολαμβάνουν ορισμένες προσαρμογές μισθών που σχετίζονται με τον πληθωρισμό» ενώ για τα «υπόλοιπα 16 εκατομμύρια μισθωτών στον ιδιωτικό τομέα, μία τέτοια δυνατότητα μισθολογικών αναπροσαρμογών δεν υπάρχει». «Για δεκαετίες η Τουρκία χαρακτηρίζεται από μία από τις πιο άνισες κατανομές εισοδήματος στον κόσμο, με περισσότερο από το 60% των μισθωτών να εργάζονται για τον ελάχιστο μισθό των 1.600 τουρκικών λιρών ή ακόμη λιγότερο, κάτι που ισοδυναμεί με 246 δολάρια, με βάση τη μέση τιμή του δολαρίου των 6,5 λιρών αυτό τον μήνα» σχολιάζει ο κ. Κοντάκος, νούμερο που συνιστά «μείωση κατά 42% από τα 426 δολ. από τις αρχές του έτους».
Επιχειρήσεις σε μεγάλη πίεση
Σε ό,τι αφορά, δε, τις επαφές που θα έχει ο Τούρκος Πρόεδρος στις ΗΠΑ, κατά τη διάρκεια αλλά και στο περιθώριο των επίσημων συναντήσεων που θα λάβουν χώρα κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ο επίκουρος καθηγητής του UCLan Cyprus περιγράφει μία άκρως πιεστική πραγματικότητα για το επιχειρείν της γείτονος: «Οι επιχειρήσεις είναι, επίσης αδύνατο, να αντιμετωπίσουν τέτοιες συναλλαγματικές ισοτιμίες, οι οποίες θα υποχρεώσουν πολλές να συρρικνώσουν τις δραστηριότητές τους και να απολύσουν εργαζόμενους και αυτό θα επιφέρει μείωση του ΑΕΠ, έντονη συρρίκνωση και οικονομική κρίση». Στον εταιρικό τομέα, ο κ. Κοντάκος περιγράφει πως σήμερα εταιρείες με ελλείμματα στα συναλλαγματικά διαθέσιμά τους βρίσκονται αντιμέτωπες στην πρώτη γραμμή με τις συνέπειες από την αναταραχή. Όπως υποστηρίζει, σύμφωνα με στοιχεία της τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας, το καθαρό έλλειμμα συναλλάγματος των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών στην Τουρκία ανήλθε στα 217 δισ. δολάρια τον Μάιο. Ως αποτέλεσμα, μετά από έξι διαδοχικά τρίμηνα υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, η οικονομία της Τουρκίας, σύμφωνα με τον ίδιο, «φαίνεται να εισέρχεται σε στασιμότητα και, τελικά, σε συρρίκνωση, καθώς όλοι οι δείκτες δείχνουν επιβράδυνση από τον Ιούλιο». H Turk Telekom, η μεγαλύτερη εταιρεία παροχής υπηρεσιών σταθερής τηλεφωνίας στη χώρα, αποτελεί, επίσης, πρόσφατο παράδειγμα που αναδεικνύει τις αρνητικές συνέπειες της πτώσης της λίρας, καθώς στις 30 Αυγούστου οδηγήθηκε στη χρεοκοπία υπό το βάρος των δανείων της, με συνέπεια να περιέλθει στον έλεγχο τριών τουρκικών τραπεζών, ενώ «απώτερος στόχος είναι η πώληση του ποσοστού της Turk Telekom» σημειώνει ο κ.Κοντάκος, περίπτωση όμως που δεν είναι μοναδική. «Οι περισσότερες εταιρείες που είναι χρεωμένες και με ελλείμματα είναι εκείνες που συμμετέχουν σε έργα σύμπραξης δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (Public-Private Partnerships ή PPP), στους τομείς των υποδομών, της ενέργειας και των μεταφορών. Αφού άντλησαν σημαντικά κεφάλαια από το εξωτερικό για να εκτελέσουν τα εν λόγω έργα, οι εταιρείες αυτές βρίσκονται τώρα στην αιχμή της συναλλαγματικής κρίσης» τονίζει, για να αναφέρει πως πολλές από αυτές τις εταιρίες «είχαν πλειοψηφήσει σε διαγωνισμούς σημαντικών έργων ιδιωτικοποίησης, κυρίως στον τομέα της διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, πριν από αρκετά χρόνια» εξαγορές που «πραγματοποιήθηκαν σε δολάρια και οι εταιρείες δανείστηκαν από το εξωτερικό για να εξοφλήσουν την απόκτησή τους». Εκτεθειμένες σε σημαντικό βαθμό είναι, σύμφωνα με τον Έλληνα επίκουρο καθηγητή στη Διεθνή Επιχειρηματικότητα, και οι κατασκευαστικές εταιρείες που εμπλέκονται στην πρόσφατη κατασκευαστική έκρηξη της γειτονικής χώρας, έκρηξης «κατά την οποία πολυτελείς πολυκατοικίες, εμπορικά κέντρα και συγκροτήματα υγείας ανορθώθηκαν με ταχείς ρυθμούς σε ολόκληρη τη χώρα, ειδικά στην Κωνσταντινούπολη», αλλά και εταιρίες που έχουν σημαντικά ελλείμματα σε ξένο συνάλλαγμα, όπως και για παράδειγμα η «βιτρίνα» του τουρκικού κράτους, η εταιρία αερομεταφορών Turkish Airlines, η οποία έχει χρησιμοποιήσει ξένα δάνεια για την επέκταση του στόλου της.
Οικονομικές προκλήσεις για το κατεχόμενο Βόρειο Τμήμα της Κύπρου
Όπως στην περίπτωση της Τουρκίας, στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο έχει, επίσης, αναβιώσει το φάντασμα του υψηλού πληθωρισμού με έναν ετήσιο πληθωρισμό που «ανήλθε τον Αύγουστο 2018 σε 30%, κάτι που αποτελεί την υψηλότερη μεταβολή από το 2002» εξηγεί ο δρ Κοντάκος. Οι επιπτώσεις της υποτίμησης της τουρκικής λίρας στην περίπτωση αυτή «είναι -μάλιστα- περισσότερο οξείες, δεδομένου ότι πρόκειται για μία οικονομία που χαρακτηρίζεται από μικρό μέγεθος, χαμηλή ανταγωνιστικότητα, η οποία δεν έχει βελτιωθεί τα τελευταία δέκα χρόνια, και ταυτόχρονα έντονα εξαρτώμενη από τις εισαγωγές». «Ενδεικτικό της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί είναι ότι εκπρόσωποι κομμάτων στρέφονται ενάντια στην πολιτική φτωχοποίησης της Άγκυρας και επιμένουν στην κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης στα Κατεχόμενα. Τις μέρες αυτές έχει παραλύσει η οικονομική ζωή με τις κινητοποιήσεις των κτηνοτρόφων και των συντεχνιών» επισημαίνει ο κ. Κοντάκος. «Υπολογίζεται ότι ο κατώτατος μισθός, ο οποίος κατά την πρώτη βδομάδα του Αυγούστου του 2018 είχε καθοριστεί στις 2.279 τουρκικές λίρες, απώλεσε το 22% της αξίας του μέσα σε 25 μέρες (περίπου 92 ευρώ)» υπογραμμίζει.
Κρίσιμο το επόμενο διάστημα
Σε ό,τι αφορά, δε, το αμέσως επόμενο διάστημα, σύμφωνα με τον κ. Κοντάκο, τον δρόμο των εξελίξεων θα χαράξουν οι επείγουσες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης της χώρας «που ανέρχονται περίπου σε 236 δισ. δολάρια και περιλαμβάνουν 183 δισ. δολάρια βραχυπρόθεσμου εξωτερικού χρέους που λήγουν τους επόμενους δώδεκα μήνες, καθώς και 53 δισ. δολ. για την κάλυψη του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών». Ενδεχομένως, σε αυτόν το τομέα τα αποτελέσματα των επαφών του Τούρκου Προέδρου στις ΗΠΑ να κρίνουν τις οικονομικές εξελίξεις αφού «το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα εξασφαλιστούν τα απαιτούμενα κεφάλαια και με ποιο κόστος είναι καθοριστικής σημασίας» καταλήγει ο κ. Κοντάκος.