Ανάπτυξη της οικονομίας κατά 2,5% φέτος υπό προϋποθέσεις προβλέπει η Ετήσια Έκθεση της Τραπέζης της Ελλάδος που παρουσίασε ο διοικητής της Γιάννης Στουρνάρας. Με βάση τα διαθέσιμα έως τώρα στοιχεία, το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 αναμένεται να κυμανθεί γύρω από το 2% του ΑΕΠ. Αντίστοιχα, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ το 2017 θεωρείται επιτεύξιμος.
Ο κ. Στουρνάρας επανέλαβε παράλληλα, τη δέσμευση για παραμονή στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, σημειώνοντας με νόημα πως «η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ συνιστά όρο επιβίωσης».
Ωστόσο όπως προειδοποίησε εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι για την αναπτυξιακή προοπτική της. Η πρώτη κατηγορία κινδύνων συνδέεται με την αστάθεια στο διεθνές περιβάλλον αβεβαιότητες και οι κίνδυνοι στο εσωτερικό συνδέονται κυρίως με τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή του προγράμματος, όπως αποτυπώνονται στις δυσχέρειες της δεύτερης αξιολόγησης. Αν συνεχιστούν οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση του προγράμματος, θα δημιουργηθούν σοβαρά προσκόμματα στην προσδοκώμενη ανάπτυξη: θα υπάρξουν αρνητικές επιπτώσεις στο κλίμα και θα ανοίξει ένας νέος κύκλος αβεβαιότητας ως προς την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Η αβεβαιότητα θα οξυνθεί αν τελικώς δεν καταστεί δυνατή η συμμετοχή των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Τα παραπάνω θα υποσκάψουν την εμπιστοσύνη και θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, η οποία, όπως αναφέρθηκε, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη.
Κίνδυνοι, κατά την έκθεση, ανακύπτουν και από τις καθυστερήσεις και την αναβλητικότητα στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που έχουν αποφασιστεί ή από τις στρεβλώσεις στη λειτουργία του ανταγωνισμού που ενδέχεται να πλήξουν κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
Ο διοικητής της ΤτΕ υποστήριξε ότι το σοβαρότερο από τα εμπόδια που πρέπει να αρθεί σταδιακά είναι η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων. Η υπερκάλυψη του δημοσιονομικού στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα κατά το 2016 κατά κύριο λόγο προσδιορίστηκε από την υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων και πολύ λιγότερο από τη συγκράτηση των δημόσιων δαπανών. Όπως ανέφερε το ακολουθούμενο μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής λειτουργεί πλέον ανασταλτικά για την ανάπτυξη, συμβάλλει στην αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ιδιωτικού τομέα προς το Δημόσιο και ενθαρρύνει τη φοροδιαφυγή και την αδήλωτη εργασία.
Αναφερόμενος στα κόκκινα δάνεια υποστήριξε ότι η μείωση του αποτελεί την σημαντικότερη πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα. Ενθαρρυντικό χαρακτήρισε το γεγονός της μείωσης τους 106,3 δισ. ευρώ, στο τέλος του 2016, από 107,6 δισ. ευρώ στο τέλος του τρίτου τριμήνου. Στόχος είναι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων σχεδόν κατά 40 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019.
Ωστόσο όπως ανέφερε οι εκκρεμότητες στη νομοθέτηση συγκεκριμένων πρωτοβουλιών (εξωδικαστικός συμβιβασμός, καθιέρωση ηλεκτρονικού συστήματος πλειστηριασμών, κ.α). σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που συνδέεται με την αργή εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς για την περάτωση της δεύτερης αξιολόγησης, θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη του παραπάνω στόχου. Παρά τη μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων το 2016, φαίνεται ότι τον πρώτο μήνα του 2017 υπήρξε επιτάχυνση της εισροής νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και μείωση της ανταπόκρισης των οφειλετών στις προτεινόμενες ρυθμίσεις.