Σειρά παρατηρήσεων, «κρίσιμων για την αποτελεσματική εφαρμογή του εξωδικαστικού συμβιβασμού», παρουσίασε στην κοινοβουλευτική επιτροπή που επεξεργάζεται το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομίας, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) Νίκος Καραμούζης.
Ο κ. Καραμούζης επισήμανε ότι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες έχουν δεσμευτεί έναντι της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής ότι μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2019 θα έχουν μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ιδιωτών και επιχειρήσεων κατά 40 δισ. ευρώ ή σε ποσοστό 38% του συνόλου των προβληματικών δανείων. «Είναι ένας δύσκολος στόχος. Είναι όμως ένας στόχος που υπό προϋποθέσεις μπορεί να επιτευχθεί, ιδιαίτερα αν βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες και οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας», σημείωσε ο Νίκος Καραμούζης και υπογράμμισε ότι με βάση τα στοιχεία του τέλους του 2016, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν προσεγγίσει τα 74 δισ. ευρώ, με βάση τον στενό ορισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων και περίπου 100 δισ. ευρώ με βάση τον ευρύτερο προσδιορισμό – «ποσοστό ρεκόρ για την Ελλάδα και την Ευρώπη», όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε.
Ο κ. Καραμούζης υπενθύμισε ταυτόχρονα, ότι στις αρχές του 2018 οι ελληνικές τράπεζες θα υποβληθούν σε σκληρά stress test με βάση τα οικονομικά στοιχεία του 2017, και «επομένως, θα πρέπει όχι μόνο να αποτραπεί η δημιουργία νέων κόκκινων δανείων, αλλά και να υπάρξει σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ώστε να αποτραπούν οιεσδήποτε αρνητικές επιπτώσεις».
Ως προς το περιεχόμενο του σχεδίου νόμου, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών υπογραμμίζει:
- Ο νόμος πρέπει να αφορά αποκλειστικά και μόνο επιχειρηματικές και όχι ατομικές οφειλές των επιχειρήσεων, στεγαστικά ή προσωπικά δάνεια. «Για τις ατομικές οφειλές υπάρχουν αρκετά τραπεζικά προϊόντα σε διμερή βάση. Το κέντρο βάρος του νόμου πρέπει να είναι η διαφύλαξη της επιχειρηματικότητας», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.
- Το ελάχιστο ύψος οφειλών πρέπει να οριστεί στα 50.000 ευρώ και όχι στα 20.000 ευρώ, «για λόγους πρακτικούς, λειτουργικούς και αποτελεσματικότητας». «Υπάρχει βάσιμος φόβος και θέλω να σας ενημερώσω και να σας προειδοποιήσω, ότι αν το σύστημα επιβαρυνθεί υπέρμετρα από δεκάδες χιλιάδες οφειλέτες που θα προσέλθουν στις τράπεζες με το χαμηλό όριο, φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε στη διαχείριση αυτών των αιτημάτων», σημείωσε ο κ. Καραμούζης.
- Πρέπει να καταργηθεί η δικαστική διαδικασία επικύρωσης στο τέλος. «Είμαστε απόλυτα αντίθετοι με την παρεμβολή δικαστικής διαδικασίας επικύρωσης της συμφωνίας αναδιάρθρωσης. Οι δανειστές που θίγονται και δεν συναινούν στην εξωδικαστική διαδικασία θα μπορούν να ασκήσουν τριτανακοπή μετά την επικύρωση της συμφωνίας και άρα προστατεύονται μέσω του δικαστικού σώματος. Η δικαστική επικύρωση, θα επιβαρύνει κατά την εκτίμηση μας κατά 18 μήνες την όλη διαδικασία και όχι κατά 5 μήνες που προβλέπει ο νόμος και ήδη γνωρίζουμε ότι τα δικαστήρια είναι υπερφορτωμένα με υποθέσεις. Σήμερα δίνονται ημερομηνίες εκδίκασης υποθέσεων του νόμου Κατσέλη για το 2032 και επίσης εκκρεμούν 155.000 αιτήσεις του νόμου Κατσέλη. Φαίνεται ότι ο νόμος Κατσέλη έχει σημαντικές δυσκολίες να υλοποιηθεί μέσω του δικαστικού συστήματος», σημείωσε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.
- Η ηλεκτρονική εφαρμογή του συστήματος αιτήσεων πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή την ίδια μέρα που θα αρχίσει να ισχύει ο νόμος και να μην υποβληθεί ούτε μια αίτηση γραπτά. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις που θα υποβάλουν αίτηση, και με γραπτές αιτήσεις θα δημιουργηθεί τεράστια γραφειοκρατία που θα υπονομεύσει το νόμο.
- Η αναστολή που προβλέπεται από την υποβολή της αιτήσεως μέχρι την έκδοση δικαστικής απόφασης, και αφορά τον κώδικα δεοντολογίας της ΤτΕ, πρέπει να καταργηθεί διότι η αναστολή θα ευνοήσει τη δημιουργία περαιτέρω οφειλών και στρατηγικών κακοπληρωτών.
«Μας δίνεται η ευκαιρία να διαχειριστούμε με το νομοσχέδιο αποτελεσματικά τα συσσωρευμένα κατά τη διάρκεια της κρίσης “κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια”, για να ανακουφίσουμε την οικονομία και χιλιάδες δανειολήπτες που θέλουν να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα, να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία στην επιχειρηματική τους ζωή», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ. Πρόσθεσε ωστόσο, πως «αν οι κομβικές παρατηρήσεις της ΕΕΤ δεν ληφθούν υπόψη στην τελική κατάρτιση του νομοσχεδίου, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός δεν θα επιτελέσει την αποστολή του, και πολύ σύντομα θα πρέπει να αντικατασταθεί ή να τροποποιηθεί, και μέχρι αυτό να συμβεί θα έχει χαθεί μια μεγάλη ευκαιρία και πολύτιμος χρόνος. Ενδεχομένως δε, να δημιουργηθούν μη αναστρέψιμες καταστάσεις στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
«Παράλληλα, είναι φανερό ότι όσο δεν αντιμετωπίζονται τα “κόκκινα δάνεια” τόσο γίνεται δυσκολότερη η χρηματοδότηση της οικονομίας από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Γι’ αυτό πρέπει να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα με ένα νομοσχέδιο το οποίο θα γίνεται αποδεκτό από τις τράπεζες, από τις αγορές, και θα προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία στις επιχειρήσεις να επανέλθουν στο επιχειρείν», είπε ο πρόεδρος της ΕΕΤ.