Περιοριστική για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις είναι η έλλειψη χρηματοδότησης και φθηνών δανείων, ενώ αρνητικά λειτουργούν και παράγοντες όπως η παρακράτηση της επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου ΦΠΑ από το ελληνικό δημόσιο.
Αυτό υποστηρίζει η διοίκηση τού Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ), με αφορμή στοιχεία που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat), σύμφωνα με τα οποία η αξία των ελληνικών εξαγωγών μειώθηκε κατά 3,2% στο δεκάμηνο του 2014, ακολουθώντας αντίθετη πορεία από την αντίστοιχη της ευρωζώνης, όπου οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,5%.
«Οι ελληνικές επιχειρήσεις καλούνται να ανταγωνιστούν διεθνώς αντίστοιχες ξένες, οι οποίες έχουν πρόσβαση στην τραπεζική χρηματοδότηση και μάλιστα με σαφώς χαμηλότερα επιτόκια. Η Ελλάδα στα επιχειρηματικά δάνεια έχει το υψηλότερο επιτόκιο στην Ευρωζώνη, καθώς βάσει των πρόσφατων στοιχείων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας – ΕΚΤ (Νοέμβριος 2014), στα επιχειρηματικά δάνεια μέχρι 1 εκατ. ευρώ το επιτόκιο για τις ελληνικές επιχειρήσεις ξεκινάει από το 5,48%, ενώ αντίστοιχα […]το Βέλγιο έχει επιτόκιο 1,9%, η Αυστρία και το Λουξεμβούργο 2%, η Γερμανία 2,8%, η Ιταλία 3,3%, η Σλοβακία 3,4%, η Λετονία 4,2% και η Σλοβενία 4,5%, ενώ ο μέσος όρος της Ευρωζώνης κυμαίνεται στο 3,2%. Ακόμη και χώρες με παρόμοια δημοσιονομικά και διαρθρωτικά προβλήματα με την Ελλάδα, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, προσφέρουν χαμηλότερα επιτόκια στις επιχειρήσεις τους, 4,9% και 5,1% αντίστοιχα» υπογραμμίζει ο ΣΕΒΕ.
Προσθέτει ότι πρέπει να γίνει κατανοητό στο σύνολο της πολιτικής ηγεσίας της χώρας ότι έφθασε η ώρα της ανάπτυξης. «Επομένως τα βασικά της σημεία θα πρέπει να συμφωνηθούν αμέσως μετά τις εκλογές και να αποτελέσουν εθνικό στόχο στην πράξη για όλα τα πολιτικά κόμματα. Η ανάπτυξη δεν είναι δυνατή αν δεν χρηματοδοτηθεί. Οι διαθέσιμοι πόροι θα πρέπει να στραφούν κατά προτεραιότητα προς τον ιδιωτικό παραγωγικό και εξωστρεφή τομέα. Αυτό δεν συμβαίνει όταν το ελληνικό δημόσιο παρακρατεί το πιστωτικό υπόλοιπο ΦΠΑ στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, ούτε θα συμβεί αν η κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων γίνει με έκδοση εντόκων γραμματίων του δημοσίου, που απορροφά ρευστότητα από τον ιδιωτικό τομέα» καταλήγει.