Την ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος ενέκρινε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο των αποφάσεών της περί κρατικών ενισχύσεων.
Σε σχετική ανακοίνωσή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι έκρινε πως το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) είναι σύμφωνο με τους κανόνες της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και εκείνα που προβλέπονται στο μέλλον θα επιτρέψουν στην τράπεζα να αποκαταστήσει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η χορηγηθείσα κρατική χρηματοδότηση.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων σε ανταπόκρισή του από τις Βρυξέλλες, ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια δήλωσε σχετικά: «Με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η ΕΤΕ θα εστιάσει τις δραστηριότητές της στις ισχυρές τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα και την Τουρκία, βελτιώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων αυτών. Έτσι θα διασφαλιστεί ότι η τράπεζα θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία σε βιώσιμη βάση».
Σύμφωνα με την Επιτροπή, από το 2008, η Ελλάδα και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) παρείχαν επανειλημμένα στην ΕΤΕ κεφαλαιακή στήριξη και ενίσχυση της ρευστότητας. Τον Ιούλιο 2012, η Επιτροπή είχε προσωρινά εγκρίνει τα μέτρα δημόσιας στήριξης και είχε ξεκινήσει διεξοδική έρευνα για την εκτίμηση της συμβατότητας των μέτρων με τους κανόνες της Ε.Ε. περί κρατικών ενισχύσεων, ενώ τον Ιούνιο του 2014 η Ελλάδα κοινοποίησε σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΕΤΕ.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η ΕΤΕ έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζει σημαντικά μέτρα εξορθολογισμού, όπως εθελούσια έξοδο εργαζομένων, περικοπές αμοιβών και κλείσιμο υποκαταστημάτων, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες μείωσης δαπανών στην Ελλάδα και στη νοτιανατολική Ευρώπη.
Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποτελεί συνέχεια αυτής της προσπάθειας, αναφέρει η Επιτροπή η οποία επισημαίνει ακόμη ότι προβλέπεται περαιτέρω αναδιάρθρωση των διεθνών δραστηριοτήτων και των μη βασικών δραστηριοτήτων της στην Ελλάδα, καθώς και ενίσχυση των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, κυρίως με τον εξορθολογισμό των λειτουργικών δαπανών, την ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους και τη συνετή διαχείριση του κινδύνου. Η ΕΤΕ θα μειώσει τη συμμετοχή της στην τουρκική θυγατρική της, την Finansbank, γεγονός που θα ενισχύσει την κεφαλαιακή θέση της, διατηρώντας ωστόσο την πλειοψηφική συμμετοχή. Η Finansbank παρουσιάζει σταθερά κερδοφορία τα τελευταία χρόνια. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων θα παρακολουθείται από ανεξάρτητο εντολοδόχο, επισημαίνει η Επιτροπή.
Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότερες δυσκολίες της ΕΤΕ δεν οφείλονται στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου, αλλά κυρίως στην κρίση του δημόσιου χρέους και στην επακόλουθη εξαιρετικά παρατεταμένη και βαθιά ύφεση που ξεκίνησε το 2008. Υπό το πρίσμα αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, η ενίσχυση έχει λιγότερο στρεβλωτικό χαρακτήρα και παράλληλα ο ηθικός κίνδυνος είναι μικρότερος απ΄ό,τι στην περίπτωση ενίσχυσης προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικούς κινδύνους, έκρινε η Κομισιόν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια σχετικά περιορισμένη μείωση του μεγέθους της ΕΤΕ επαρκεί για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και, ειδικότερα, δε ζήτησε να μειωθεί το μέγεθος των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Οι μέτοχοι και οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης συνέβαλαν ουσιαστικά στη μείωση του ποσού της κεφαλαιακής ενίσχυσης που έπρεπε να χορηγήσει το κράτος, αντίστοιχα με τη συμμετοχή τους στις διαδοχικές αυξήσεις του κεφαλαίου και στις διαδικασίες διαχείρισης του παθητικού. Επιπλέον, η χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση δεν κάλυψε τις απώλειες των παραδοσιακών μετόχων, των οποίων η συμμετοχή έχει σχεδόν πλήρως αποδυναμωθεί, αναφέρει η Επιτροπή.