Λίφτινγκ στο μέτρο των ηλεκτρονικών αποδείξεων που απαιτεί η Εφορία από τους φορολογούμενους εν μέσω πανδημίας σκέφτεται να κάνει η κυβέρνηση.
Το ενδεχόμενο να υπάρξουν αλλαγές στο μέτρο αφήνει ανοιχτό ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ο οποίος μιλώντας χθες στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ αν και ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη να αλλάξει το όριο του 30% για τις e-αποδείξεις σημείωσε ότι «είναι ένα θέμα που απασχολεί το οικονομικό επιτελείο».
Όπως είπε το μέτρο εξετάζεται «για δυο λόγους: πρώτον σε περιπτώσεις πανδημίας επειδή δεν κυκλοφορεί ο κόσμος η κατανάλωση πέφτει όπως την είδαμε να πέφτει δραματικά τους τελευταίους μήνες και δεύτερον ενώ αυξήθηκαν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές όπως ήταν αναμενόμενο δεν αυξήθηκαν στο επίπεδο που θα θέλαμε. Και αυτό γιατί δεν ήταν έτοιμοι ούτε οι καταναλωτές αλλά ούτε και τα καταστήματα». Ειδικά για τις επιχειρήσεις του λιανεμπορίου υπογράμμισε ότι «υπάρχει μια τρομερή δυστοκία να παραδοθούν τα προϊόντα στην ώρα τους.
Ήδη πάρα πολλά καταστήματα ανακοινώνουν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν στη ζήτηση άρα αυτό συμπιέζει τις ηλεκτρονικές συναλλαγές». «Αρα είναι ένα θέμα που εξετάζει το οικονομικό επιτελείο αλλά δεν είμαστε σε θέση αυτή τη στιγμή να πούμε κάτι παραπάνω» σημείωσε ο Στέλιος Πέτσας.
Αν και πηγές του υπουργείου Οικονομικών δηλώνουν ότι «σήμερα δεν εξετάζεται κάποια αλλαγή στο μέτρο των ηλεκτρονικών αποδείξεων» πληροφορίες αναφέρουν ότι το θέμα βρίσκεται στο τραπέζι του οικονομικού επιτελείου καθώς η πανδημία έχει ανατρέψει την καθημερινότητα και τις συναλλαγές των φορολογουμένων.
Μπορεί η κρίση της πανδημίας και τα δύο lockdown να έχουν αυξήσει σημαντικά τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, αλλά πολλά νοικοκυριά έχουν περιορίσει τις αγορές τους και οι συναλλαγές με πλαστικό ή ηλεκτρονικό χρήμα αφορούν κυρίως την αγορά τροφίμων και βασικών αγαθών, καθώς και την πληρωμή λογαριασμών ΔΕΚΟ και λιγότερο την αγορά διαρκών καταναλωτικών αγαθών.
Έτσι, πολλοί φορολογούμενοι εκτιμάται ότι δεν θα καταφέρουν να καλύψουν το 30% του εισοδήματός τους με e-αποδείξεις και θα κληθούν το επόμενο έτος να πληρώσουν έξτρα φόρο 22% για τις αποδείξεις που θα λείπουν. Για παράδειγμα, φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ θα πρέπει να πραγματοποιήσει φέτος ηλεκτρονικές συναλλαγές ύψους 6.000 ευρώ. Στην περίπτωση που εμφανίσει λιγότερες, π.χ. 5.000 ευρώ, τότε στη διαφορά των 1.000 ευρώ θα επιβληθεί φόρος 22%, δηλαδή θα επιβαρυνθεί με έξτρα φόρο 220 ευρώ (1.000 Χ 22%).
Όσα πρέπει να γνωρίζουν οι φορολογούμενοι
Οι φορολογούμενοι που έχουν περιθώριο μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου να καλύψουν το 30% του εισοδήματός τους με ηλεκτρονικές αποδείξεις και θα πρέπει να γνωρίζουν ότι:
- Για τον υπολογισμό του ύψους του εισοδήματος δεν λαμβάνεται υπόψη η ειδική εισφορά αλληλεγγύης και το ποσό της διατροφής που δίνεται από τον φορολογούμενο στον/στη διαζευγμένο/-η σύζυγο ή σε μέρος συμφώνου συμβίωσης ή/και σε εξαρτώμενο τέκνο του, εφόσον αυτό καταβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Επιπλέον, δεν περιλαμβάνεται το εισόδημα που προκύπτει από την προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων. Στις e-αποδείξεις που «μετρούν» περιλαμβάνονται τα περισσότερα από τα έξοδα κάθε νοικοκυριού, όπως οι δαπάνες για αγορές τροφίμων, ποτών, ρούχων, παπουτσιών, ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων, λογαριασμοί κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης και κοινοχρήστων, ιατρικές επισκέψεις και εξετάσεις, νοσήλια και ασφάλιστρα. Εξαιρούνται οι πληρωμές για ενοίκια, δάνεια, φόρους και τέλη υπέρ του Δημοσίου, καθώς και οι δαπάνες για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, δικύκλων (πλην ποδηλάτων), σκαφών, αεροπλάνων, αεροσκαφών, αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.).
- Για φορολογουμένους με ληξιπρόθεσμα χρέη στο Δημόσιο στους οποίους έχουν κατασχεθεί ένας η περισσότεροι λογαριασμοί, πλην του ακατάσχετου λογαριασμού, το όριο των δαπανών με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής περιορίζεται σε 5.000 ευρώ.
- Μειώνεται στο 20% το απαιτούμενο ποσό ηλεκτρονικών αποδείξεων για όσους καταβάλλουν πάνω από το 60% του πραγματικού εισοδήματός τους για την πληρωμή φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, δόσεις δανείων και για ενοίκια (κύριας ή/και δευτερεύουσας κατοικίας, επαγγελματικής στέγης.