Στην εκτίμηση πως τα πρόσφατα περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση του κύματος της πανδημίας που ενεργοποίησε η κυβέρνηση, στις 7 Νοεμβρίου, αναμένεται να επηρεάσουν περισσότερο του αναμενόμενου την ελληνική οικονομία, εξέφρασε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Πιο συγκεκριμένα αναμένεται νέα υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας στο τέταρτο τρίμηνο του έτους και κατ’ επέκταση σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση για όλο το 2020, σε σχέση με αυτή που καταγράφηκε το α’ εξάμηνο του έτους (-7,9%).
Ωστόσο, όπως είπε ο κ. Στουρνάρας, μιλώντας σε συνέδριο το Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, παρόλο που η πανδημία κορονοϊού αναμένεται να επιδεινώσει σημαντικά κάποια από τα προβλήματα που κληροδότησε στην Ελλάδα, η κρίση χρέους της δεκαετίας του 2010, όπως το υψηλό δημόσιο χρέος, το υψηλό ποσοστό ανεργίας, το μεγάλο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και το επενδυτικό κενό, έχει και ορισμένες θετικές συνέπειες.
Για παράδειγμα, οι ιδιωτικές καταθέσεις έχουν αυξηθεί κατά 12 δισ. ευρώ από την αρχή του έτους. Επιπλέον, η πιστωτική επέκταση, κυρίως προς τις μεγαλύτερες μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, αυξάνεται, αντανακλώντας κατά πρώτο λόγο τα ευνοϊκά μέτρα νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και τις διευκολύνσεις από την πλευρά του εποπτικού βραχίονα, του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM), αλλά και τα μέτρα που θέσπισε η ελληνική κυβέρνηση για ενίσχυση των προγραμμάτων κάλυψης τραπεζικών δανείων με εγγυήσεις της Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η πανδημία οδήγησε σε πιο ευέλικτη νομισματική πολιτική, αλλά και ανάληψη κοινής δράσης με τη δημιουργία του Νέου Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Από αυτό η χώρα μας αναμένεται να εισπράξει την περίοδο 2021-2026 32 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 19,3 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 12,7 δισ. ευρώ σε εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια (σε σταθερές τιμές του 2018).
Όπως ανέφερε ο κ. Στουρνάρας και βάσει των όσων μεταφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η πλήρης, έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου αυτού θα συμβάλει σε αύξηση του επιπέδου του πραγματικού ΑΕΠ πάνω από 2,0% κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2021-26.
«Μέσος ετήσιος ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης την επόμενη δεκαετία της τάξης του 3,5% για την Ελλάδα δεν είναι ουτοπικός, ιδιαιτέρως αν ληφθεί υπόψη ότι το σύνολο των πόρων που θα εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία την επόμενη επταετία από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της ΕΕ και το Νέο Μέσο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, NGEU ανέρχονται σε 72 δις ευρώ περίπου», ανέφερε χαρακτηριστικά.