Ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δηλώνει πως «δεν ήταν τα κράτη που προκάλεσαν την κρίση, αλλά ο χρηματοπιστωτικός τομέας» και τονίζει ότι η ρύθμιση του τραπεζικού τομέα δεν θα χαλαρώσει.
Μιλώντας στην οικονομική εφημερίδα “Der Handelsblatt” εκφράζει πάντως τις επιφυλάξεις του για την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα του φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών στην Ευρώπη, ενώ δηλώνει ότι επιθυμεί να παραμείνει στην θέση του και στη νέα κυβέρνηση.
«Η δημιουργικότητα των τραπεζών προκειμένου να ξεγλιστρήσουν από τους κανόνες εξακολουθεί να είναι μεγάλη», δηλώνει ο κ. Σόιμπλε και προειδοποιεί για τους κινδύνους από ενδεχόμενη χαλάρωση των προσπαθειών να τεθούν κανόνες στην λειτουργία των τραπεζών.
«Βέβαια η αυστηροποίηση των κανόνων για τα ίδια κεφάλαια έχει συμβάλει στην σταθερότητα και οι τράπεζες θεωρούν ότι επαρκεί, αλλά εγώ όμως θα πω στα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα, ότι δεν ήταν τα κράτη που προκάλεσαν την κρίση, αλλά οι τράπεζες. Γι αυτό η ρύθμιση του τραπεζικού τομέα θα συνεχιστεί», επισημαίνει, αλλά εκφράζει την αμφιβολία του για το εάν στο επόμενο Ecofin θα επιτευχθεί συμφωνία για τον κεντρικό πυλώνα της τραπεζικής ένωσης που είναι ο ενιαίος μηχανισμός εκκαθάρισης και εποπτείας των τραπεζών.
«Ίσως χρειαστούν συνεδριάσεις και τη νύχτα, επιθυμία μας όμως είναι η εξεύρεση λύσης εντός του έτους» διευκρινίζει ο Γερμανός πολιτικός.
Αναφερόμενος στην εισαγωγή του φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών για την Ευρώπη, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε εμφανίζεται επιφυλακτικός σε ό,τι αφορά την επίσπευση υιοθέτησής του: «Υποστηρίζουμε με όλες τις δυνάμεις μας το συγκεκριμένο φόρο, αλλά στην πραγματικότητα στο απώτερο μέλλον δεν θα αποφέρει το ποθούμενο ποσό», εκτιμά.
Σχολιάζοντας την κριτική που έχουν ασκήσει συντηρητικότεροι κύκλοι του κόμματός του ότι η Προγραμματική Συμφωνία είναι «υπερβολικά σοσιαλδημοκρατική», ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποστηρίζει ότι «το CDU είναι η ήρεμη και ισχυρή δύναμη της Γερμανίας» και προσθέτει ότι «οι Χριστιανοδημοκράτες δεν θέλουν να ανακαλύψουν ξανά τον κόσμο», ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες ήθελαν να αλλάξουν πολλά.
«Αλλά εμείς και η πλειοψηφία των πολιτικών είπαμε: Στοπ! Αυτή είναι η λάθος κατεύθυνση», δηλώνει και προειδοποιεί για τον κίνδυνο από υπερβολικές μεταρρυθμίσεις.
«Η πολιτική δεν πρέπει να προκαταλαμβάνει τις κοινωνικές αλλαγές. Αλλιώς δεν είναι φιλελεύθερη», υπογραμμίζει. Δηλώνει μάλιστα ότι ακόμη και για την υπόθεση του κατώτατου μισθού η τελική διατύπωση αντανακλά περισσότερο τις θέσεις του CDU και του CSU παρά αυτές του SPD και τονίζει ότι θα έπρεπε να έχει ληφθεί ανάλογη απόφαση νωρίτερα, «αλλά με το FDP ήταν δύσκολο».
Ερωτώμενος σχετικώς με το εάν θα παραμείνει στη θέση του, ο κ. Σόιμπλε δηλώνει ότι δεν το γνωρίζει, παραδέχεται ωστόσο ότι θα το ήθελε.
«Για μένα ήταν σημαντικό να περιμένω την Προγραμματική Συμφωνία και να διαπιστώσω εάν υπάρχει βάση για σταθερή δημοσιονομική πολιτική. Αυτή η προϋπόθεση, κατά την γνώμη μου, υπάρχει», επισημαίνει.