Ένα ισχυρό πλήγμα στην ελληνική οικονομία αναμένεται να φέρει η πανδημία του κορονοϊού.
Στο χειρότερο σενάριο, ο νέος ιός που εξαπλώνεται με ταχείς ρυθμούς μπορεί να «σβήσει» φέτος μέχρι και 1,7 δισ. ευρώ από το ελληνικό ΑΕΠ, επιβραδύνοντας το ρυθμό ανάπτυξης κάτω από το 1,5%.
Σε κάθε περίπτωση η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για ρυθμό ανάπτυξης 2,8% φέτος θεωρείται από τώρα άπιαστο όνειρο.
Σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές οι συνέπειες θα έχουν περιορισμένη χρονική διάρκεια και αναμένεται ότι δεν θα ξεπεράσουν, χρονικά, το τρίτο τρίμηνο του 2020, ενώ η οικονομία θα ανακάμψει δυναμικά το 2021.
Συγκεκριμένα στις νεότερες προβλέψεις της για τις επιπτώσεις της πανδημίας, η Alpha παραθέτει τρία σενάρια που, όπως σημειώνει, δείχνουν μία πτώση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ για το 2020 κατά 0,4%-0,9%, σε σχέση με τις αρχικές μας εκτιμήσεις, πριν το ξέσπασμα της επιδημίας του Covid-19. Στο χειρότερο σενάριο με μια μείωση του ΑΕΠ της τάξης -0,9%, η επίπτωση θα είναι της τάξεως του 1,7 δισ. ευρώ.
Οι αναλυτές στηρίζουν τις προβλέψεις τους για την ανάπτυξη σε τρία σενάρια:
Σενάριο 1 – Συγκρατημένη Εξάπλωση: Ήπιο και βραχυπρόθεσμο shock τόσο στην εξωτερική ζήτηση, όσο και στην εγχώρια αβεβαιότητα, το οποίο αναμένεται να διαρκέσει μέχρι του τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2020.
Σενάριο 2 – Ντόμινο στην Ευρωζώνη: Σοβαρό αλλά βραχυπρόθεσμο shock στην εξωτερική ζήτηση και ήπιο shock στην εγχώρια αβεβαιότητα.
Σενάριο 3 – Ευρύτερη εγχώρια επιδημία: Ισχυρό shock στην εξωτερική ζήτηση και έντονη και μεγαλύτερης διάρκειας διαταραχή στην εγχώρια αβεβαιότητα που θα εξαντληθεί ωστόσο εντός του τρίτου τριμήνου.
Η αναπτυξιακή δυναμική του τρέχοντος έτους, και κυρίως του επομένου τριμήνου θα προσδιορισθεί, μεταξύ άλλων, σε σημαντικό βαθμό από τη διάρκεια και την ένταση της πανδημίας Covid-19 αλλά και της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης στα σύνορα όπως εκτιμούν οι αναλυτές της Alpha Bank. Σύμφωνα, με τις τελευταίες εξελίξεις, προβλέπεται ότι η επιδημία του Covid-19, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην παγκόσμια, όσο και στις επιμέρους οικονομίες το 2020.
Η χαμηλότερη ανάπτυξη θα πυροδοτήσει αλυσιδωτές επί τα χείρω αναθεωρήσεις στο οικονομικό πρόγραμμα της χώρας, με την κυβέρνηση να εισέρχεται σε μια αχαρτογράφητη περιοχή για το εύρος του πακέτου δημοσιονομικής υποστήριξης που τελικά θα απαιτηθεί. Κεντρική προτεραιότητα αποτελεί η ρευστότητα των επιχειρήσεων που έχουν ήδη πληγεί ή θα επιβαρυνθούν το επόμενο διάστημα από την ορμή της νόσου, οπότε, ανάλογα με τα χρηματοοικονομικά εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν και τις ενέσεις ρευστότητας (έκτακτες επιχορηγήσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό), θα υπάρξει εκτίμηση για το κόστος των μέτρων.
Σε κάθε περίπτωση, απώλειες θα υπάρξουν στον προϋπολογισμό και από τις φορολογικές, ασφαλιστικές διευκολύνσεις όταν θα ενεργοποιηθεί η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με τα μέτρα αντιμετώπισης του κορονοϊού.
Όλα αυτά υπονομεύουν τον στόχο για το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ επιβάλλουν επανασχεδιασμό της φορολογικής πολιτικής.
Σε σοβαρό κίνδυνο μπαίνει και το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, ενώ κλίμα αβεβαιότητας δημιουργείται για τις επενδύσεις και την εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό. Ισως η κυβέρνηση χρειαστεί να αυξήσει σε επίπεδα πάνω από τα 6,5 δισ. ευρώ τα κεφάλαια του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, για να στηρίξει τις απώλειες των θέσεων εργασίας που προκαλεί ο ιός, ενώ θα πρέπει να έχει τα ραντάρ ανοικτά για τυχόν σοβαρές ανατιμήσεις σε αγαθά και υπηρεσίες.
Οι ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα λόγω περιορισμού του διεθνούς εμπορίου και της εισαγωγής προϊόντων κυρίως από την Κίνα θα συρρικνώσουν την παραγωγή σε κλάδους και υπηρεσίες και θα χτυπήσουν την απασχόληση, καθώς εταιρείες, λόγω μείωσης του τζίρου τους, αναγκαστικά θα προχωρήσουν σε συρρίκνωση του προσωπικού.
Οι ευάλωτοι κλάδοι της οικονομίας
Οι κλάδοι που έχουν τη μεγαλύτερη έκθεση στις επιδράσεις της επιδημίας είναι οι εξής:
1. Τουρισμός: Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού (UNWTO), ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα μία πρώτη εκτίμηση σχετικά με την επίπτωση της επιδημίας του Covid-19 στον τουρισμό σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με την οποία οι τουριστικές αφίξεις θα μειωθούν το 2020 κατά περίπου 1%-3%, ενώ η αρχική πρόβλεψη ήταν αύξηση κατά 3%-4%. Οι εισπράξεις αντίστοιχα προβλέπεται ότι θα μειωθούν κατά $ 30-50 δισ. Εφαρμόζοντας μία μείωση της τάξης του 3% επί των τουριστικών αφίξεων του 2019, η αναμενόμενη μείωση της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης στη χώρα μας για το 2020, θα είναι 940 χιλ. ταξιδιώτες.
Η αρνητική επίπτωση εκτιμάται ότι θα είναι περιορισμένη, μεταξύ άλλων, λόγω του «εποχικού προτύπου» του ελληνικού τουριστικού κλάδου, αφού το 85% των συνολικών τουριστικών αφίξεων λαμβάνει χώρα μεταξύ Μαΐου-Οκτωβρίου κάθε έτους, δεδομένου ότι επικρατεί η άποψη – χωρίς να δύναται να επιβεβαιωθεί εν προκειμένω – ότι η επικράτηση υψηλότερων θερμοκρασιών αποδυναμώνουν τη μεταδοτικότητα του ιού. Ωστόσο, θα πρέπει να συνεκτιμηθεί η σημαντική παράμετρος πιθανής υποχώρησης των τουριστικών αφίξεων, κυρίως από πιο μακρινές χώρες προέλευσης, λόγω της γεωγραφικής γειτνίασης με την Ιταλία, όπου η εξάπλωση του ιού είναι ραγδαία τις τελευταίες εβδομάδες. Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), προτείνει μια ευέλικτη πολιτική ακύρωσης, ώστε να περιορισθούν οι αρνητικές επιπτώσεις και να διατηρηθεί ο δείκτης προσδοκιών στον τουριστικό κλάδο σε ικανοποιητικό επίπεδο.
2. Ναυτιλία: Μετά την εξάπλωση του Covid-19, σημειώθηκε κατακόρυφη πτώση των ναύλων κατά 50% στα πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου (bulk carriers). Αυτή η εξέλιξη είναι πολύ σημαντική, αν ληφθεί υπόψη ότι το 80% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών βάσει όγκου, μεταφέρεται δια θαλάσσης, ενώ 7 από τα 9 πιο πολυσύχναστα λιμάνια βρίσκονται στην Κίνα.
3. Αερομεταφορές: Η Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών (ΙΑΤΑ) εκτιμά απώλεια εσόδων $29,3 δισ. σε παγκόσμιο επίπεδο, ως αποτέλεσμα των ταξιδιωτικών περιορισμών, την επιδείνωση του Δείκτη Εμπιστοσύνης των Καταναλωτών και την επιβολή προληπτικών μέτρων από τις εταιρείες για τον περιορισμό των μαζικών συγκεντρώσεων και πραγματοποίησης μη απαραίτητων ταξιδιών.
4. Εξαγωγικό εμπόριο μέσω οδικών μεταφορών: Ένα μεγάλο μέρος των εξαγωγών μας διεξάγεται μέσω πληγέντων χωρών από τον Covid-19, όπως η Ιταλία.
5. Λιανικό εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών (κατασκευαστές προϊόντων, προμηθευτές και έμποροι λιανικών πωλήσεων): Προβλέπεται υποχώρηση της καταναλωτικής δαπάνης, παράλληλα με τη χειροτέρευση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, πλήττοντας ενδεχομένως περισσότερο τους μικρούς πωλητές και λιγότερο τις μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων.
Οι κερδισμένοι
Υπάρχουν όμως και δύο κλάδοι που θα έχουν οφέλη από μια παρατεταμένη διαταραχή:
Φαρμακοβιομηχανίας και Υγείας: Αύξηση των πωλήσεων, λόγω υψηλότερης ζήτησης για αντιβιοτικά, ιατρικές υπηρεσίες και ιατρικά εφόδια/ εξοπλισμό.
Ηλεκτρονικού Εμπορίου: Αύξηση των ηλεκτρονικών πωλήσεων, αποφυγή επίσκεψης φυσικών καταστημάτων, λόγω μεγαλύτερης ανησυχίας μετάδοσης του ιού.