Με άρθρο του στην εφημερίδα Le Figaro, ο γάλλος οικονομολόγος Νικολά Μπαβερέζ αποπειράται να αποδημήσει το «μύθο» της Αργεντινής σχετικά με τον τρόπο που επέλεξε να απεμπλακεί από το ΔΝΤ και την οικονομική κρίση που διέλυσε τη χώρα, το 2001.
Ο Μπαβερέζ επισημαίνει πως «χώρα βρίσκεται και πάλι στα πρόθυρα του χάους» και χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια «δεκαετία ψευδαισθήσεων».
Ακολουθεί το άρθρο του Νικολά Μπαβερέζ…
«Στις βουλευτικές εκλογές της 27ης Οκτωβρίου στην Αργεντινή, το κόμμα της προέδρου Κίρχνερ σημείωσε σαφή υποχώρηση, χωρίς πάντως να χάσει τον έλεγχο του κοινοβουλίου. Όπως όλα δείχνουν, το ρεύμα του «κιρχνερισμού» πλησιάζει προς το τέλος του. Δώδεκα χρόνια μετά το κραχ του 2001, η χώρα βρίσκεται και πάλι στα πρόθυρα του χάους.
Η χρεοκοπία της Αργεντινής, μαζί με την αναδιάρθρωση του χρέους των χωρών που βρίσκονται στην περιφέρεια της ευρωζώνης, συνιστά τη σημαντικότερη στάση πληρωμών ενός κράτους. Αντίθετα όμως με τις χώρες της ευρωζώνης, η Αργεντινή επέλεξε να μην αποζημιώσει τους δανειστές της και να αρνηθεί την ξένη βοήθεια υπό την αιγίδα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Η στρατηγική αυτή, αφού για καιρό θεωρήθηκε μια επιτυχία των εναλλακτικών πολιτικών και μια απόδειξη της διαστροφής των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αποδείχθηκε καταστροφική.
Το ναυάγιο της Αργεντινής χρονολογείται από το 1998, όταν συνδυάστηκε η κρίση πληρωμών των χωρών του Νότου με τα προγράμματα λιτότητας του ΔΝΤ, ενώ η υπερτίμηση του πέσο απέτυχε αφού είχε ταυτόχρονα υποτιμηθεί το ρεάλ της Βραζιλίας. Στα τέλη του 2001, η χώρα και οι τράπεζες κατέρρευσαν. Η κρίση, που ως τότε ήταν χρηματοπιστωτική, έγινε οικονομική και κοινωνική: το 2002, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 11%, η ανεργία έφτασε το 25%, το 60% του πληθυσμού βυθίστηκε στη φτώχεια και το χρέος έφτασε το 165% του ΑΕΠ.
Η δεκαετία των Κίρχνερ φάνηκε ότι θα οδηγούσε στην ανανέωση της χώρας και του περονικού μύθου. Η Αργεντινή σταμάτησε να αποπληρώνει τα δάνειά της προς τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και προχώρησε σε εθνικοποιήσεις ξένων επιχειρήσεων αδιαφορώντας για τις δικαστικές διαμάχες.
Αρχικά, η χώρα έδειξε ότι θα κερδίσει το στοίχημα. Η ετήσια ανάπτυξη έφτασε το 8% ανάμεσα στο 2003 και το 2011, αποτέλεσμα κυρίως των εξαγωγών πρώτων υλών (και κυρίως σόγιας) προς τις αναδυόμενες οικονομίες. Η ανεργία μειώθηκε στο 7,2% του ενεργού πληθυσμού και η φτώχεια περιορίστηκε κατά τα δύο τρίτα. Επιπλέον, το χρέος μειώθηκε στο 41% του ΑΕΠ, καθώς αντλούνταν χρήματα από τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας.
Ύστερα από μια δεκαετία ψευδαισθήσεων, που διατηρήθηκαν με την υποτίμηση του νομίσματος και τον πολλαπλασιασμό των φόρων στα εισαγόμενα προϊόντα προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι κοινωνικές δαπάνες, η χώρα έφτασε και πάλι στη χρεοκοπία. Χρεοκοπία οικονομική, με μια ανάπτυξη που δεν ξεπερνά το 2%, μια τραγική ανταγωνιστικότητα και προβληματικές υποδομές στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας. Χρεοκοπία νομισματική και χρηματοπιστωτική, με έναν πληθωρισμό που επισήμως φτάνει το 10% και στην πράξη το 25%, και μια μαζική διαρροή κεφαλαίων. Χρεοκοπία κοινωνική, με την ταχεία άνοδο της ανεργίας και τη διολίσθηση του ενός τρίτου του πληθυσμού στην παράλληλη οικονομία. Χρεοκοπία χρηματοπιστωτική, με μια σειρά δικαστικών αποφάσεων που δικαιώνουν τους δανειστές: ο λογαριασμός ενδέχεται να φτάσει τα 43 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ η χώρα δεν έχει πια πρόσβαση στις αγορές και τη διεθνή βοήθεια. Χρεοκοπία πολιτική, με τη γενίκευση της ανασφάλειας, της πελατειοκρατίας και της διαφθοράς.
Η παρακμή της Αργεντινής συνοδεύεται από την ανάπτυξη της υπόλοιπης Λατινικής Αμερικής. Χάρις στο άνοιγμα προς την παγκοσμιοποίηση, η φτώχεια μειώθηκε κατά 25% και η μεσαία τάξη κέρδισε 50 εκατομμύρια νέα μέλη από το 2000. Η αποτυχία της Αργεντινής δεν οφείλεται λοιπόν στο ξένο παράγοντα. Τα αίτιά της είναι εγχώρια: ένας συνδυασμός πολιτικού λαϊκισμού, κρατισμού, προστατευτισμού και άρνησης της ανοιχτής κοινωνίας.
Τρία είναι τα μαθήματα αυτής της τραγωδίας. Πρώτον, ένα κράτος μπορεί να χρεοκοπήσει και το κόστος το πληρώνουν πρώτα οι φτωχοί. Δεύτερον, οι στρατηγικές βίαιης χρεοκοπίας αποδεικνύονται πολύ πιο οδυνηρές από τις οργανωμένες αναδιαρθρώσεις. Τρίτον, η μόνη αξιόπιστη έξοδος από την κρίση είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσα από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».