Την ετυμηγορία του διεθνούς οίκου Standard & Poor’s για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας αναμένουν σήμερα, εκτός απρόοπτου, κυβέρνηση και αγορές την ώρα που το επιτόκιο στα ελληνικά δεκαετή ομόλογα υποχωρεί παίρνοντας θέση στην περιοχή του 1,2%.
Εκτιμήσεις από την αγορά θέλουν τον S&P να αναβαθμίζει τη χώρα, ιδιαίτερα μετά την έγκριση του συστημικού σχεδίου «Ηρακλής» για την ταχύτερη μείωση των κόκκινων δανείων από την Κομισιόν. Ωστόσο παράγοντες της αγοράς ποντάρουν στο σενάριο της μη αναβάθμισης λόγω του ότι ο «Ηρακλής» ακόμη δεν έχει ψηφισθεί.
Εφόσον επαληθευθεί η προσδοκία που επικρατεί στην αγορά για αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, ειδικά εάν αυτή συνοδευόταν και με ένα θετικό σκεπτικό για τις προοπτικές της ελληνικής αξιολόγησης σε ορίζοντα 12 – 18 μηνών, η εξέλιξη θα εκληφθεί ως μια ισχυρή ένδειξη της καθαρής πορείας της ελληνικής οικονομίας προς την επενδυτική βαθμίδα, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο συνολικά.
Η S&P διατηρεί τη βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας στο Β+, τέσσερις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα. Σχετικά με το πόσο γρήγορα θα κατοχυρώσει η Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα το τοπίο παραμένει προς το παρόν θολό.
Αν και το ευκταίο, για την ελληνική πλευρά, παραμένει αυτό να γίνει σε ορίζοντα 12 – 18 μηνών, παράγοντες της αγοράς ομολόγων προτιμούν να κρατούν τους τόνους χαμηλά χωρίς να μπορούν να αποκλείσουν μεγαλύτερες καθυστερήσεις, δηλαδή έναν ορίζοντα διετίας.
Το μεγάλο ζητούμενο για τους ξένους οίκους, πέραν της δημοσιονομικής πειθαρχίας για την αποτροπή δημιουργίας νέων ελλειμμάτων, παραμένει η εξασφάλιση βιώσιμων ρυθμών ανάπτυξης, που είναι και ο παράγοντας ο οποίος θα θωρακίσει, επί της ουσίας την ομαλή εξυπηρέτηση και αποκλιμάκωση του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Στο μέτωπο αυτό η ελληνική κυβέρνηση προβλέπει επιτάχυνση της ανάπτυξης στο 2,8% τον επόμενο χρόνο από περίπου 2% φέτος ενώ μέσα στις επόμενες μέρες η Κομισιόν μέσω των φθινοπωρινών της προβλέψεων αναμένεται να ανακοινώσει τις δικές της εκτιμήσεις.
Χθες πάντως το Ινστιτούτο Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) εκτίμησε πως ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα κινηθεί στην περιοχή του 1,8% και θα προέλθει κυρίως από την ενίσχυση των εξαγωγών σε υπηρεσίες, μικρής ανόδου στην κατανάλωση των νοικοκυριών και επιτάχυνση της δημόσιας κατανάλωσης ενώ αναμένει ανάπτυξη τον επόμενο χρόνο στην περιοχή του 2,3% – 2,5%.
Όπως εκτιμά η επιτάχυνση της ανάπτυξης τον επόμενο χρόνο θα προέλθει από την άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας λόγω ταχύτερης πιστωτικής επέκτασης, φοροελαφρύνσεων στις επιχειρήσεις, αποκρατικοποιήσεις και ανόδου στις εξαγωγές.