Ελιές, κρασιά, ουίσκι, τυριά, καφές, μπισκότα, άνορακ και — φυσικά — αεροσκάφη: ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ θα υποστούν το κόστος της σύγκρουσης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες για τις επιδοτήσεις στην ευρωπαϊκή κατασκευάστρια αεροσκαφών Airbus.
Οι υπηρεσίες του αμερικανού αντιπροσώπου για το εμπόριο (USTR) δημοσιοποίησαν χθες Τετάρτη τον κατάλογο των ευρωπαϊκών εισαγόμενων προϊόντων στα οποία θα επιβληθούν επιπρόσθετοι δασμοί ύψους από 10% ως 25%.
Μια απόφαση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) που ανακοινώθηκε χθες και αποφαίνεται ότι η Airbus έλαβε αθέμιτα επιδοτήσεις άνοιξε τον δρόμο για την επιβολή των επιπρόσθετων αμερικανικών δασμών.
Οι εμπορικές αυτές κυρώσεις, που θα ακριβύνουν σημαντικά μια πλειάδα προϊόντων ευρείας κατανάλωσης, θα εφαρμοστούν από την 18η Οκτωβρίου, όπως μεταδίδουν Γαλλικό Πρακτορείο και Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην πρώτη γραμμή των προϊόντων τα οποία στοχοθετούνται είναι εμπορικά αεροσκάφη που παράγονται από τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, τους τέσσερις εταίρους του ευρωπαϊκού κολοσσού της αεροναυπηγικής Airbus. Τα αεροσκάφη αυτά θα εισάγονται στις ΗΠΑ με επιπλέον κόστος 10%.
Ακολουθεί μια λίστα 150 και πλέον κατηγοριών προϊόντων προερχόμενων όχι μόνο από τις τέσσερις προαναφερθείσες χώρες, αλλά από ολόκληρη την ΕΕ.
Δείτε εδώ τη λίστα
Ο USTR θεωρεί προφανώς ότι την απόφαση να χορηγηθούν αθέμιτες επιδοτήσεις στη συγκεκριμένη αεροπορική βιομηχανία την πήραν συλλογικά οι χώρες της ΕΕ.
Στα κρασιά από τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία θα επιβληθούν επιπρόσθετοι δασμοί 25%. Τα γαλλικά τυριά, πλην ροκφόρ, θα ακριβύνουν 25%, όπως και τα τυριά από όλη την Ευρώπη. Προϊόντα όπως οι ελιές και διάφορα είδη τροφίμων επίσης υφίστανται επιπλέον δασμούς.
Δασμοί 25% θα επιβληθούν σε μια σειρά εργαλείων από τη Γερμανία, σε υφάσματα και ρούχα από τη Βρετανία, σκοτσέζικα και ιρλανδικά ουίσκι και άλλα προϊόντα. Οι δασμοί αφορούν εισαγωγές προϊόντων ευρωπαϊκής προέλευσης αθροιστικής αξίας 7,5 δισεκ. δολαρίων και απειλούν να πυροδοτήσουν έναν πολύ πιο ευρύ διατλαντικό εμπορικό πόλεμο.
Η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προφανώς θεωρεί ότι είχε επιτυχία ο εμπορικός πόλεμος που διεξάγει εδώ κι έναν χρόνο με την Κίνα.
«Αναμένουμε ότι θα αρχίσουμε διαπραγματεύσεις με την ΕΕ με σκοπό να επιλυθεί αυτό το ζήτημα με τρόπο που θα ωφελεί τους αμερικανούς εργαζόμενους», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο USTR Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ, εκφράζοντας την ικανοποίησή του διότι «επιτέλους, έπειτα από 15 χρόνια» που διαρκούσαν οι διαβουλεύσεις στον ΠΟΕ, δόθηκε η δυνατότητα στις ΗΠΑ να λάβουν μέτρα τιμωρίας των ευρωπαϊκών «παράνομων επιδοτήσεων».
Ο Λάιτχαϊζερ απηύθυνε εξάλλου μια προειδοποίηση στις Βρυξέλλες: «οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τους δασμούς ανά πάσα στιγμή, ή να αλλάξουν τα προϊόντα που επηρεάζονται» και οι δασμοί θα επανεξεταστούν βάσει της πορείας «των συνομιλιών μας με την ΕΕ».
Η Airbus και η Boeing έχουν εμπλακεί σε πόλεμο φθοράς για το ζήτημα των επιδοτήσεων με προσφυγές στον ΠΟΕ από το 2004, μια διένεξη που χαρακτηρίστηκε σοβαρή δοκιμασία για τον οργανισμό.
Η ΕΕ ήδη αντιμετωπίζει αμερικανικές κυρώσεις στους τομείς του χάλυβα και του αλουμινίου, ενώ ο πρόεδρος των ΗΠΑ απείλησε να επιβάλλει επιπρόσθετους δασμούς στα εισαγόμενα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά τους. Οι Βρυξέλλες ανταπέδωσαν επιβάλλοντας δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα σε αντίποινα.
Το Παρίσι προβλέπει «προφανώς» ότι θα υπάρξουν αντίποινα
Η Γαλλία προβλέπει «προφανώς» «αντίποινα» σε βάρος των ΗΠΑ σε συντονισμό με την ΕΕ, εάν η Ουάσινγκτον επιβάλει τις κυρώσεις σε βάρος ευρωπαϊκών προϊόντων που ανακοινώθηκαν χθες, όπως δήλωσε σήμερα η εκπρόσωπος της γαλλικής κυβέρνησης.
«Ανέκαθεν λέγαμε ενώπιον του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ότι πιστεύουμε πως είναι καλύτερο να βρίσκουμε φιλικές λύσεις αντί να εμπλεκόμαστε σε εμπορικές διαμάχες», πρόσθεσε η Σιμπέτ Ντιαγέ στα τηλεοπτικά δίκτυα BFMTV και RMC, μία ημέρα ύστερα από την ανακοίνωση από τις ΗΠΑ ότι επίκειται επιβολή τιμωρητικών δασμών σε αυτά τα προϊόντα.
«Λυπάμαι που εμπλεκόμαστε σε αυτόν τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, διότι, όταν είμαστε σε πόλεμο, έχουμε πολύ λίγες πιθανότητες να δούμε να αυξάνεται η συνολική ανάπτυξη», πρόσθεσε, εκτιμώντας ότι σε μια τέτοια κατάσταση «τελικά, κανείς δεν επωφελείται».
Ερωτηθείσα ποια θα μπορούσαν να είναι τα αντίποινα, η Ντιαγέ αρνήθηκε να εξηγήσει σημειώνοντας ότι «σε αυτή τη φάση, δεχόμαστε απειλές από τους Αμερικανούς» και δεν υπάρχει ακόμη «υλοποίηση» αυτών των απειλών.
«Ανέκαθεν λέγαμε στις ΗΠΑ, εδώ και πολλούς μήνες, ότι πιστεύουμε πως είναι καλύτερο να βρίσκονται φιλικές λύσεις αντί να εμπλεκόμαστε σε εμπορικές διαμάχες», επέμεινε η Ντιαγέ. Η ίδια έκανε έκκληση «για συζητήσεις πριν φθάσουμε εκεί», εκτιμώντας ότι «σε 10 ημέρες μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα». Αλλά, «εάν δεν γίνουν με μια προοπτική άμβλυνσης, η Ευρώπη δεν θα το αφήσει να περάσει έτσι», προειδοποίησε.