«Η πώληση και ταυτόχρονη μίσθωση ακινήτων του Δημοσίου αποτελεί μέρος του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και των διεθνών συμφωνιών της χώρας» υπενθυμίζει το ΤΑΙΠΕΔ, σε έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή μετά από ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδη Τσακαλώτου, Νάντιας Βαλαβάνη και Γιάννη Δραγασάκη για το πρόγραμμα Sale an Lease Back.
Οι βουλευτές είχαν επισημάνει ότι το πρόγραμμα Sale an Lease Back, που ενεργοποιείται από το ΤΑΙΠΕΔ, είχε εγκριθεί το 2009 από τη Διϋπουργική Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, αλλά ουδέποτε τέθηκε σε εφαρμογή διότι δημιουργεί μακροπρόθεσμη οικονομική υποχρέωση του ελληνικού δημοσίου έναντι τρίτων, που επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και διότι συνιστά μια μορφή ακριβού δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο και μάλιστα με αποδόσεις για τον δανειστή, της τάξης του 10%.
«Ο σκοπός τέτοιων προγραμμάτων είναι η ενίσχυση της ρευστότητας και αποτελούν διεθνή πρακτική, τόσο στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, όσο και στο δημόσιο», αναφέρει το ΤΑΙΠΕΔ και υπενθυμίζει ότι τα έσοδα του προγράμματος θα διατεθούν για τη μείωση του δημόσιου χρέους και τη χρηματοδότηση των αναγκών του προϋπολογισμού.
Το ΤΑΙΠΕΔ ενημερώνει επίσης, ότι από τους λεπτομερείς τεχνικούς και νομικούς ελέγχους από τη στιγμή που τα συγκεκριμένα κτίρια του προγράμματος μεταβιβάστηκαν στο Ταμείο, διαπιστώθηκε ότι:
– Σε τρία, από τα κτίρια δεν υπήρχαν οικοδομικές άδειες.
– Σε πέντε κτίρια εκκρεμούσαν πράξεις εξόφλησης του τιμήματος, χωρίς να υπάρχει ένδειξη αν το τίμημα είχε καταβληθεί.
– Σε τέσσερα κτίρια δεν είχε γίνει οριστική παραλαβή του έργου κατασκευής του κτιρίου, ενώ τα κτίρια είχαν ολοκληρωθεί.
– Τρία κτίρια, αν και φαίνονταν παραχωρημένα σε δημόσιους φορείς, παρέμεναν κενά και αναξιοποίητα. Τα κτίρια αυτά αποτελούσαν περισσότερο από το 23% της συνολικής αξιοποιήσιμης επιφάνειας των κτιρίων.
Ενημερώνει επίσης, ότι αυτά τα κτίρια δεν συντηρούνταν και παρέμεναν όλα ανασφάλιστα. «Στο πλαίσιο του προγράμματος αξιοποίησης θα εξασφαλίζεται η συντήρηση και ασφάλιση των κτιρίων, παρέχοντας ένα ασφαλέστερο περιβάλλον εργασίας. Αν ληφθούν υπόψη οι ανωτέρω συνέργειες, πλέον της εξοικονόμησης τόκων από τη μείωση του χρέους, η πραγματική επιβάρυνση του Δημοσίου είναι σαφώς χαμηλότερη, καθιστώντας το έμμεσο κόστος δανεισμού του Δημοσίου πιο ανταγωνιστικό» αναφέρει το ΤΑΙΠΕΔ.
Τέλος, το Ταμείο ενημερώνει ότι, «με αποφάσεις της Διϋπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων, ανατέθηκε σε εννέα ελληνικές τράπεζες το έργο της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών για την αξιοποίηση των δικαιωμάτων του Δημοσίου σε ακίνητα. Υποσύνολο της σύμβασης αυτής είναι και η σύμβαση για το πρόγραμμα πώλησης και ταυτόχρονης μίσθωσης ακινήτων του Δημοσίου. Η αμοιβή των συμβούλων προκύπτει ως μικρό ποσοστό επιτυχίας επί του οικονομικού ανταλλάγματος. Για τις ανάγκες του έργου, προέκυψε και η ανάγκη πρόσληψης διεθνούς νομικού συμβούλου, ο οποίος επελέγη κατόπιν διεθνούς ανοιχτού διαγωνισμού και με κριτήριο τη χαμηλότερη οικονομική προσφορά».