Οι νέες απειλές του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για αυξήσεις δασμών σε κινεζικές εισαγωγές αυτή την εβδομάδα σηματοδότησαν μια νέα κλιμάκωση στην εμπορική διαμάχη μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου και μια ανατροπή της προόδου που φαίνεται ότι είχε επιτευχθεί τους τελευταίους μήνες στις διαπραγματεύσεις.

Ο εμπορικός πόλεμος ξεκίνησε επίσης πέρυσι τον Ιούλιο με δασμούς σε κινεζικές εισαγωγές ύψους 34 δισ. δολαρίων, ενώ ακολούθησαν δασμοί σε επιπλέον προϊόντα 15 δισ. δολαρίων τον Αύγουστο και σε προϊόντα 200 δισ. δολαρίων τον Σεπτέμβριο. Η Κίνα έχει ανταπαντήσει σε καθένα από αυτά τα μέτρα με τους δικούς της δασμούς.

Η επακόλουθη απειλή για αύξηση των δασμών στη λίστα προϊόντων του Σεπτεμβρίου στο 25% από το 10% τον Μάρτιο ανεστάλη λόγω των εμπορικών συνομιλιών.

Στην τελευταία εξέλιξη, ο Τραμπ δήλωσε χθες ότι αυτές οι αυξήσεις θα τεθούν σε ισχύ την Παρασκευή και ότι «σύντομα» θα θέσει στο στόχαστρο επιπλέον κινεζικά προϊόντα ύψους 325 δισ. δολαρίων. Στο τέλος οι δασμοί ουσιαστικά θα καλύπτουν όλες τις εισαγωγές κινεζικές προϊόντων προς τις ΗΠΑ.

Ακολουθεί ο αντίκτυπος που έχει μέχρι στιγμής ο σινοαμερικανικός πόλεμος στις δύο οικονομίες και τον υπόλοιπο κόσμο.

Διμερές εμπόριο

Σύμφωνα με τα στοιχεία από τα κινεζικά τελωνεία, οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ τον Μάρτιο μειώθηκαν κατά 47% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2018, που ήταν ο τελευταίος μήνας πριν τεθεί σε ισχύ ο πρώτος γύρος των δασμών. Οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ τον Μάρτιο μειώθηκαν κατά 17%.

Σωρευτικά, το πρώτο τρίμηνο του 2019, οι κινεζικές εισαγωγές μειώθηκαν σχεδόν κατά ένα τρίτο σε ετήσια βάση, ενώ οι εξαγωγές μειώθηκαν σχεδόν κατά ένα δέκατο. Σε όρους δολαρίου, μια μείωση στο διμερές εμπόριο της τάξης των 25 δισ. δολαρίων αντιστοιχεί περίπου στο 0,5% του παγκόσμιου εμπορίου.

Αυτό που επέτεινε την υποχώρηση των εισαγωγών προς την Κίνα ήταν η γενικότερη εξασθένιση της εγχώριας ζήτησης ύστερα από την εκστρατεία του Πεκίνου κατά της ανάληψης χρηματοπιστωτικού κινδύνου.

Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης των αμερικανικών εξαγωγών προς την Κίνα αφορά πρώτες ύλες και τρόφιμα. Αντιστοιχούν περίπου στο ένα τρίτο του συνόλου και έχουν μειωθεί παραπάνω από το ήμισυ, σύμφωνα με την Oxford Economics. Ωστόσο, αμερικανικές εταιρίες σε άλλους κλάδους, όπως η Caterpillar και η Apple, έχουν επίσης εκδώσει προειδοποιήσεις για τις πωλήσεις στην Κίνα.

Από όλες τις κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, το μεγαλύτερο πλήγμα έχουν δεχθεί τα μηχανήματα και ο ηλεκτρολογικός εξοπλισμός.

Ανάπτυξη

Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν τις άμεσες ζημίες για τις ΗΠΑ μέχρι στιγμής στο 0,1-0,2% του ΑΕΠ, ενώ για την Κίνα η ζημία θα μπορούσε να είναι της τάξης του 0,3-0,6% του ΑΕΠ. Τα ποσοστά θα μπορούσαν να αυξηθούν εάν επιβληθούν περισσότεροι και υψηλότεροι δασμοί.

Αυτές οι εκτιμήσεις, ωστόσο, δεν λαμβάνουν υπόψη το πώς ο εμπορικός πόλεμος επηρεάζει τις επενδύσεις και τις αποφάσεις περί δαπανών των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, ενώ τα μέτρα εγχώριας πολιτικής επίσης θολώνουν σημαντικά τα νερά.

Η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε με σταθερό ρυθμό 6,4% το πρώτο τρίμηνο. Στο τελευταίο τρίμηνο προ της επιβολής δασμών, την περίοδο Απριλίου-Ιουνίου 2018, η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 6,7%, αλλά η διαφορά αποδίδεται σε επιβράδυνση που έχει εσωτερικά αίτια αλλά και σε άλλους εποχικούς παράγοντες.

Η αμερικανική οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 3,2% το πρώτο τρίμηνο, ταχύτερα από το 2,9% το τελευταίο τρίμηνο πριν την επιβολή δασμών.

Αντίκτυπος στο διασυνοριακό εμπόριο

Η εταιρία εμπορικών δεδομένων Panjiva της S&P Global Market Intelligence υποστηρίζει ότι οι ροές των αμερικανικών εισαγωγών αλλάζουν ρότα.

Οι αμερικανικές εισαγωγές επίπλων από την Κίνα μειώθηκαν κατά 13,5% το πρώτο τρίμηνο, συγκριτικά με αύξηση κατά 37,2% στις εισαγωγές από το Βιετνάμ και κατά 19,3% από την Ταϊβάν. Για τα ψυγεία, οι εισαγωγές από την Κίνα μειώθηκαν κατά 24,1%, αλλά από τη Νότια Κορέα και το Μεξικό αυξήθηκαν κατά 32%. Οι εισαγωγές ελαστικών από την Κίνα μειώθηκαν κατά 28,6%, αλλά από το Βιετνάμ αυξήθηκαν κατά 141,7%.

Μελέτη από το Κέντρο Ερευνών Οικονομικών Πολιτικής έδειξε ότι χάθηκαν ή άλλαξαν ρότα εμπορικές συναλλαγές αξίας περίπου 165 δισ. δολαρίων, προκειμένου να αποφευχθούν οι δασμοί.

Αντίκτυπος στην αγορά

Από τον περασμένο Ιούλιο, ο δείκτης S&P 500 έχει ενισχυθεί κατά 8% ενώ οι μετοχές στη Σανγκάη κατά 5%, αν και αυτό είναι μια αντανάκλαση της πιο χαλαρής από την αναμενόμενη νομισματικής πολιτικής σε όλο τον κόσμο και την Κίνα, καθώς και των ελπίδων για μια εμπορική συμφωνία φέτος. Το γιουάν υπέστη πλήγμα πέρυσι, υποχωρώντας κατά 5,3% έναντι του δολαρίου, πριν σταθεροποιηθεί το 2019.