Σύσσωμος ο βελγικός Τύπος αναφέρεται στη συμφωνία που επιτεύχθηκε για την Ελλάδα στο χθεσινό Eurogroup.

Η εφημερίδα «Le Soir», στο άρθρο που δημοσιεύει στην ηλεκτρονική της έκδοση υπό τον τίτλο: «Σωτηρία της Ελλάδας; Η αναμέτρηση δεν τελείωσε», επισημαίνει ότι τα μέτρα που υιοθετήθηκαν τελευταία στιγμή στο Eurogroup χθες τη νύχτα, δεν θα εμποδίσουν μακροπρόθεσμα την αναδιάρθρωση μέρους του ελληνικού χρέους, όπως επιθυμεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε ερώτηση εάν οι νέοι όροι επιλύουν το πρόβλημα του ελληνικού χρέους και της παραμονής της χώρας στην Ευρωζώνη, ο οικονομικός αναλυτής Ρίτσαρντ Ουέρλι απαντά καταρχήν όχι. Τα μέτρα, κατά την άποψή του , σκοπεύουν κυρίως στο να κερδηθεί χρόνος ώστε:

– Οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα να αποδώσουν και να συνέλθει η οικονομία

– Να κερδίσει χρόνο η γερμανική κυβέρνηση, μέχρι τις βουλευτικές εκλογές, για να μην έχει να ζητήσει διαγραφή μέρους του ελληνικού χρέους

– Να κερδηθεί χρόνος ώστε να αποδειχθεί στις αγορές ότι η ελληνική κρίση παραμένει υπό έλεγχο και ότι το ενιαίο νόμισμα δεν κινδυνεύει.

Σύμφωνα με τον ίδιο, πρώτη κερδισμένη βγήκε η ελληνική κυβέρνηση, καθώς ο Αντώνης Σαμαράς θα μπορέσει να διατηρήσει τον κυβερνητικό συνασπισμό, ενώ δεύτερος νικητής είναι η Γερμανία, που απέφυγε την απομείωση του ελληνικού χρέους.

Χαμένο θα μπορούσε να θεωρηθεί, από άποψη τακτικής, όπως επισημαίνει ο αναλυτής, το ΔΝΤ, το οποίο στηρίζει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.

Πρώτη είδηση στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας «L’Echo», είναι άρθρο με τίτλο: «Η Ελλάδα θα λάβει την επιταγή της», στο οποίο αναφέρεται ότι «στο τέλος της νύχτας, επιτέλους, μία συμφωνία. Οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ συμφώνησαν για ένα σύνολο μέτρων για να μειώσουν το ελληνικό δημόσιο χρέος, γεγονός που θα επιτρέψει την αποδέσμευση μίας νέας δόσης βοήθειας, ζωτική για την Ελλάδα.

Ύστερα από 13 ώρες συνεδρίασης, οι υπουργοί Οικονομικών των 17 συμφώνησαν τελικώς με το ΔΝΤ, ώστε το ελληνικό χρέος να περιοριστεί στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020, αντί για 120% που επιθυμούσε το ΔΝΤ.

Η απόφαση θα μειώσει την αβεβαιότητα και θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, εκτίμησε ο Μάριο Ντράγκι, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας».