Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ – EIB), το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μείωσε τον δανεισμό κατά σχεδόν 20% πέρυσι και σχεδιάζει να διατηρήσει τη χρηματοδότηση σε παρόμοια επίπεδα το 2019 γύρω στα 60 δισ. ευρώ, όπως ανακοίνωσε σήμερα ο πρόεδρος της.

Η τράπεζα προετοιμάζεται για όλες τις εκβάσεις του Brexit, περιλαμβανομένης και της αποχώρησης της Βρετανίας χωρίς μια συμφωνία τον Μάρτιο. Υπάρχουν σχέδια ώστε τα υπόλοιπα 27 κράτη-μέλη να καλύψουν το κεφαλαιακό κενό που προκαλεί η αποχώρηση της Βρετανίας, ακόμα και στην περίπτωση ενός Brexit χωρίς συμφωνία που θα δημιουργούσε ένα απότομο κενό χωρίς μεταβατική περίοδο, δήλωσε ο Βέρνερ Χόγιερ σε συνέντευξη Τύπου.

Ο Χόγιερ δήλωσε ότι η μείωση στον δανεισμό του 2018 ήταν αποτέλεσμα των βελτιωμένων οικονομικών συνθηκών στην ΕΕ, που επέτρεψαν στην τράπεζα να κάνει λιγότερες επενδύσεις και να επικεντρωθεί σε σχέδια με μεγαλύτερο κίνδυνο και πιο προσοδοφόρα.

Παρά τις ενδείξεις για επιβράδυνση σε αρκετές ευρωπαϊκές οικονομίες, η τράπεζα θα διατηρήσει φέτος ένα παρόμοιο ποσοστό χρηματοδότησης.

Η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ θα στερήσει στην τράπεζα έναν από τους μεγαλύτερους μετόχους και 3,5 δισ. ευρώ καταβληθέντος κεφαλαίου και 35 δισ. ευρώ εγγυήσεων από τη Βρετανία, που είναι απαραίτητα προκειμένου η τράπεζα να διατηρήσει την αξιολόγηση ΑΑΑ και χαμηλό το κόστος δανεισμού.

Η διαφορά στο καταβληθέν κεφάλαιο θα καλυφθεί από τα διαθέσιμα της τράπεζας, δήλωσε ο Χόγιερ, ενώ το κενό στις εγγυήσεις θα καλυφθεί αναλογικά από τις υπόλοιπες 27 κυβερνήσεις της ΕΕ.

Η συμφωνία για την κάλυψη του κενού έχει επιτευχθεί σε τεχνικό επίπεδο αλλά χρειάζεται να οριστικοποιηθεί από τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ.

Ο Χόγιερ δήλωσε ότι η επίσημη συμφωνία θα επικυρωθεί μόλις υπάρξει σαφήνεια για τη διαδικασία του Brexit.

Η συμφωνία μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ συναντά δυσκολίες στις διαφορές που υπάρχουν αναφορικά με τη μελλοντική μετοχική σύνθεση, με την Πολωνία να πιέζει για μεγαλύτερο ποσοστό – το οποίο θα συνοδεύεται και από περισσότερες εξουσίες.

Ο προσωρινός συμβιβασμός που επιτεύχθηκε προβλέπει μια μέτρια αύξηση για την Πολωνία και μικρότερες κεφαλαιακές αυξήσεις για τη Ρουμανία και ίσως για το Λουξεμβούργο.