Η αβεβαιότητα αποτελεί το μεγάλο πρόβλημα των ασφαλιστικών εταιρειών παγκοσμίως, όπως προκύπτει από έρευνα που δημοσιεύει η εταιρεία Deloitte.
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις των λογιστικών προτύπων IFRS 4- φάση II και του IFRS 9 είναι υπερβολικά πολύπλοκες και η εφαρμογή τους απαιτεί πολύ χρόνο και κόστος, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα της έρευνας. Ωστόσο, οι ασφαλιστικές εταιρείες (52%) ανησυχούν κυρίως για την αβεβαιότητα σχετικά με το πότε θα πρέπει να υιοθετήσουν τα πρότυπα αυτά. Ανώτερα στελέχη εκφράζουν τον φόβο τους για μια περίπλοκη μετάβαση, που θα αποθαρρύνει τους επενδυτές και που θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την αποτίμηση του κλάδου.
Σύμφωνα με την Deloitte, οι ασφαλιστικές εταιρείες φοβούνται την πολιτική αναστάτωση. Καθυστερήσεις παρατηρήθηκαν στην έως τώρα εφαρμογή και των δυο λογιστικών προτύπων και οι ασφαλιστικές εταιρείες ανησυχούν ότι αυτό μπορεί να συμβεί ξανά. Ειδικότερα, αυτή είναι η κατάσταση που επικρατεί στη Βόρεια Αμερική, όπου το 42% των ασφαλιστικών εταιρειών ανησυχεί ότι πολιτικές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διαδικασία καθιέρωσης προτύπων.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες επιθυμούν ένα ενιαίο πλαίσιο παγκοσμίως.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι ασφαλιστικές εταιρείες επιθυμούν τη χρήση ενιαίων λογιστικών προτύπων, παγκοσμίως. Περίπου οι μισές ασφαλιστικές εταιρείες (47%), θα ήθελαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να εγκαταλείψουν τα εθνικά λογιστικά πρότυπά τους για χάρη των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς. Θα συμβιβάζονταν, εάν τα δυο λογιστικά πλαίσια ευθυγραμμίζονταν, διατηρώντας άθικτες τις βασικές αρχές τους. Παρ’ όλα αυτά η προτεραιότητά τους είναι η επίλυση των τεχνικών θεμάτων και η τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων ούτως ώστε να μπορούν να ξεκινήσουν τις εργασίες για την εφαρμογή των προτύπων.
Οι εταιρείες είναι προσκολλημένες στο σκεπτικό «ενεργούμε ανάλογα με τις εξελίξεις».
Οι προετοιμασίες για τα νέα λογιστικά πρότυπα είναι περιορισμένες σε πολλές εταιρείες. Οι μισές από αυτές θεωρούν ότι το πρότυπο των ασφαλιστικών συμβολαίων θα έχει μεγάλη επίδραση, όμως, δεν έχουν ακόμη πραγματοποιήσει μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της επίδρασης. Επίσης, περίπου το ένα τέταρτο (24%) των μεγαλύτερων εταιρειών δεν έχουν προϋπολογίσει το κόστος της μετάβασης.
Οι διοικήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών έχουν περιορισμένη ενημέρωση για τις αλλαγές.
Μπορεί να είναι πολύ νωρίς για να έχουν οι Διοικήσεις των εταιρειών μια σαφή εικόνα για το πώς οι οικονομικές καταστάσεις των εταιριών θα επηρεασθούν, αλλά, βάσει των αποτελεσμάτων της έρευνας, πολλά μέλη των διοικήσεων δεν είναι ενημερωμένα ούτε για την πρόοδο οριστικοποίησης των προτύπων, αλλά ούτε και για το πότε θα ξεκινήσει η εφαρμογή τους. Τα στελέχη του 40% των ασφαλιστικών εταιρειών λένε ότι οι διοικήσεις τους δεν γνωρίζουν ή δεν εμπλέκονται σε αυτές τις λογιστικές αλλαγές.
Η ενημέρωση των επενδυτών δεν έχει ξεκινήσει ακόμη.
Ένας μεγάλος φόβος των στελεχών των ασφαλιστικών εταιρειών είναι ότι η μετάβαση σε νέους λογιστικούς κανόνες θα δημιουργήσει θέματα κατανόησης στους επενδυτές. Ήδη, λίγοι επενδυτές έχουν ενημερωθεί γι’ αυτό το θέμα. Μπορεί να είναι πολύ νωρίς για μια λεπτομερή ενημέρωση των μετόχων, αλλά οι ασφαλιστικές εταιρείες θα μπορούσαν να συζητήσουν με αναλυτές για τις δυνατότητες και την πιθανή επίδραση κάτω από διαφορετικά σενάρια. Μόνο το 11% των ασφαλιστικών εταιρειών της Δυτικής Ευρώπης έχει ξεκινήσει να ασχολείται με την ενημέρωση ενώ καμία εταιρεία στις Ηνωμένες Πολιτείες (2%) δεν έχει αρχίσει κάποιο πρόγραμμα ενημέρωσης των επενδυτών.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες αμφιβάλλουν για τα οφέλη.
Με αβέβαιη την ακριβή φύση και τον χρόνο των απαιτούμενων αλλαγών, οι εταιρίες δυσκολεύονται να αξιολογήσουν αν τα κέρδη που θα αποκομίσουν θα δικαιολογήσουν τα σχετικά κόστη. Προς το παρόν, περίπου το ένα πέμπτο (21%) πιστεύει ότι οι αλλαγές του προτύπου για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια δεν θα αξίζουν τον κόπο. Η εικόνα είναι χειρότερη για το πρότυπο των χρηματοοικονομικών μέσων: 37% πιστεύουν ότι τα κόστη θα είναι μεγαλύτερα των κερδών. Οι ασφαλιστικές εταιρίες μπορεί να χρειαστεί να σκεφτούν περισσότερο πώς να διασφαλίσουν τα οφέλη των αλλαγών. Έχουν υποστηρίξει με όλες τις δυνάμεις τους ένα λογιστικό πλαίσιο που θεωρούν ότι θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τους. Τώρα πρέπει να βεβαιωθούν ότι θα αποδώσει τα προσδοκώμενα οφέλη, αναφέρεται στην έρευνα της Deloitte .