Θετικά γνωμοδότησε το Περιφερειακό Συμβούλιο Κρήτης για την στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων, για την έρευνα και εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στο θαλάσσιο οικόπεδο 1 «δυτικά» και 2 «νοτιοδυτικά» της Κρήτης, συνολικής επιφάνειας 40 τ.χλμ..
Θετική γνώμη υπό όρους για το σύνολο του έργου, είχε εκφράσει και η διεύθυνση Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Κρήτης, αλλά και το Πολυτεχνείο Κρήτης, με τους καθηγητές Ν. Καλογεράκη και Κ. Κομνίτσα, θέτοντας παράλληλα αυστηρότερους όρους, τόσο για το στάδιο των ερευνών, όσο κυρίως για το στάδιο των εξορύξεων, σε σχέση με τα προτεινόμενα από την αρχή σχεδιασμού, που είναι η «Ελληνική Διαχειριστική εταιρεία Υδρογονανθράκων Α.Ε» και τα οποία περιλαμβάνονταν στην μελέτη.
Αντικείμενο της μελέτης αποτελεί η αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των τριών σταδίων που αφορούν το έργο συνολικά, τα οποία είναι κατά σειρά:
– η έρευνα – κυρίως μέσω σεισμικών ερευνών αλλά και ερευνητικών γεωτρήσεων σε επόμενο στάδιο
– η ανάπτυξη και παραγωγή υδρογονανθράκων μέσω γεωτρήσεων από πλωτές εξέδρες, καθώς και
– η αποξήλωση – αποσυναρμολόγηση των εγκαταστάσεων και η πλήρης αποκατάσταση της περιοχής όταν η διαδικασία των εξορύξεων ολοκληρωθεί.
Ο αρμόδιος αντιπεριφερειάρχης και εισηγητής, Νίκος Καλογερής, σε σχέση με την εξεταζόμενη ΣΜΠΕ εστίασε σε τρία βασικά σημεία. Η πρόταση του αντιπεριφερειάρχη η οποία και έγινε δεκτή από το σώμα, αφορούσε, την έγκριση της ΣΜΠΕ υπό όρους, όπου στους όρους να συμπεριληφθούν – εκτός της τεκμηριωμένης εισήγησης της Περιφέρειας Κρήτης – και οι προτάσεις των καθηγητών του Πολυτεχνείου Κρήτης. Τα βασικά σημεία της εισήγησης είναι τα παρακάτω:
α) Η ΣΜΠΕ δεν έκανε αναφορά και δεν ανέλυσε τα μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης των δευτερογενών επιπτώσεων που προκύπτουν από την υλοποίηση τέτοιων έργων, όπως οι επιπτώσεις στον τουρισμό και η αστικοποίηση περιοχών που θα αναπτυχθούν με τη λειτουργία των έργων. Η Κρήτη απαιτεί σε μεγάλο βαθμό εξειδίκευση όσον αφορά στα μέτρα αντιμετώπισης που πρέπει να ληφθούν, ώστε να προστατευτεί ο τομέας του τουρισμού, που πιθανά θα επηρεαστεί από την ανάπτυξη εγκαταστάσεων αυτής της εμβέλειας και των συνοδών τους έργων στην ξηρά, αλλά κυρίως από την πιθανότητα ενός απλού ατυχήματος διαρροής προϊόντων εξόρυξης και διάχυση προς τις ακτές. Επίσης, η αστικοποίηση που θα δημιουργήσουν τα έργα, με τη συσσώρευση πληθυσμού και σχετικών υποδομών που θα ακολουθήσουν σε συγκεκριμένες περιοχές (νοτιοδυτικά και δυτικά) που δεν έχουν προβλεφθεί στις – κυρίως ήπιας ανάπτυξης – περιοχές σύμφωνα με το Περιφερειακό Χωροταξικό της Κρήτης.
Επομένως, όπως μεταδίδει ο ανταποκριτής του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, σύμφωνα με τον κ. Καλογερή, όλα τα παραπάνω θα πρέπει να εξεταστούν αναλυτικά από την ΣΜΠΕ, τόσο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και της σπάνιας βιοποικιλότητας της περιοχής, όσο και για την επίδραση της όλης διαδικασίας στον τουρισμό της Κρήτης, που αποτελεί πυλώνα ανάπτυξης της τοπικής αλλά και της εθνικής οικονομίας.
β) Η Περιφέρεια ζητάει από τους εταίρους (ελληνική κυβέρνηση και εταιρείες), έναν ολοκληρωμένο μηχανισμό παρακολούθησης και ελέγχου όλης της διαδικασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί – στο βαθμό που είναι αυτό δυνατόν – η προστασία των θαλάσσιων και παράκτιων περιοχών, με παράλληλη παρουσία ειδικού επιστημονικού προσωπικού επιλογής της, καθώς και να υπάρξει αναλυτική ενημέρωση για τις εξελίξεις σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.
γ) Ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρι να ολοκληρωθούν οι ηχοβολιστικές έρευνες, δίνει την δυνατότητα σύμφωνα και με την πρόταση των καθηγητών Ν. Καλογεράκη και Κ. Κομνίτσα, να «τρέξουν» μαθηματικά μοντέλα για την θαλάσσια περιοχή, που θα υπολογίζουν τις διαδρομές και τις ταχύτητες εξάπλωσης των πετρελαιοκηλίδων σε περιπτώσεις ατυχήματος, με διαφορετικά σενάρια τοποθεσίας, έντασης και καιρικών συνθηκών. Κάτι τέτοιο θα επιτρέψει την καλύτερη διαχείριση ειδικευμένου προσωπικού, μέσων μεταφοράς αλλά και εξοπλισμού για γρήγορη και αποτελεσματική επέμβαση.
Ο αντιπεριφερειάρχης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ανέφερε ότι για το στάδιο των ερευνών που δεν προβλέπεται περιβαλλοντική αδειοδότηση από την εθνική νομοθεσία, ζητείται να εκπονηθεί ένα σχέδιο δράσης, που θα εγκριθεί αρμοδίως και θα κάνει σεβαστά τα διεθνή πρωτόκολλα που ισχύουν για την προστασία των κητωδών που διαβιούν στην περιοχή του έργου.
Όσον αφορά στα επόμενα έργα μετά την ολοκλήρωση των ερευνών, δηλαδή γεωτρήσεις, εξόρυξη – επεξεργασία – μεταφορά των Υ/Α, καθώς και την αποκατάσταση, ο κ. Καλογερής τόνισε πως θα ακολουθηθεί υποχρεωτικά η διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, και στις μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, θα αναπτυχθούν αναλυτικά όλες οι επιπτώσεις και τα μέτρα προστασίας και πρόληψης για την κατασκευή, λειτουργία και πιθανή ατυχηματική κατάσταση των έργων.