Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι συναντήθηκε στις Βρυξέλλες με τον Γάλλο πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί και τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ, σε μια «προδιάσκεψη» πριν την έναρξη των εργασιών της συνόδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με την ιταλική δημόσια τηλεόραση Rai «οι εταίροι θεωρούν πλέον την κυβέρνηση της Ρώμης και ολόκληρη τη χώρα σαφώς πιο φερέγγυα και αξιόπιστη απ’ ότι στο πρόσφατο παρελθόν».
Υπενθυμίζεται ότι κατά την χθεσινή του τηλεοπτική παρέμβαση ο Νικολά Σαρκοζί τόνισε ότι «ο Μάριο Μόντι ενέκρινε ισχυρά και σωστά μέτρα», ενώ αύριο Τρίτη στο Παρίσι ο Ιταλός πρωθυπουργός πρόκειται να τιμηθεί με το βραβείο του «Ευρωπαίου άνδρα της χρονιάς».
Σε ό,τι αφορά το μέλλον της Ένωσης και τα οικονομικά προβλήματά της, η Rai τονίζει ότι «αν η πρόταση να τεθεί η Ελλάδα υπό εποπτεία τελικώς υιοθετηθεί, πρόκειται να αποτελέσει ένα σαφώς αρνητικό προηγούμενο».
Σχετικά δε με τη σύγκρουση ανάμεσα στη γραμμή της δημοσιονομικής αυστηρότητας και της προώθησης της ανάπτυξης, το μεσημεριανό δελτίο του Rai Tre προσθέτει ότι ο Μόντι τάσσεται όπως πάντα υπέρ της οικονομικής εξυγίανσης των χωρών μελών, αλλά ασκεί παράλληλα πίεση με στόχο τη υιοθέτηση των Project Bond (ευρωομόλογα που θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν την δημιουργία υποδομών) και την ενίσχυση των διαρθρωτικών κονδυλίων.
Σύμφωνα, επίσης, με την εφημερίδα «Κορριέρε Ντέλλα Σέρα» στα συμπεράσματα της συνόδου, χάρη και στην ιταλική παρέμβαση, πρόκειται να γίνει σαφής αναφορά στην «ανάγκη αύξησης της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας», ένα σημείο στο οποίο συνεχίζει να εστιάζει τις κριτικές της η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον. Οι κύριοι τομείς δράσης θα είναι η απασχόληση των νέων, η στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η στενότερη συνεργασία του τριτογενούς τομέα στις διάφορες χώρες.
Ο Μάριο Μόντι θα ζητήσει οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των χωρών μελών να ελέγχουν προσεκτικά κάθε χρόνο την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί στις διασκέψεις της Ε.Ε.
Σύμφωνα, τέλος, με τους Ιταλούς σχολιαστές είναι πιθανό να αποφασιστεί η τελική συνολική ισχύς του Ευρωπαϊκού Ταμείου Διάσωσης να ξεπεράσει τα αρχικά 500 δισεκατομμύρια ευρώ και, προσθέτοντας κονδύλια που διετέθησαν στο παρελθόν, να φτάσει συνολικά τα 750 δισεκατομμύρια ευρώ.