Την αδυναμία τόσο των Ελλήνων όσο και της διεθνούς κοινότητας να σταθεροποιήσουν την κατάσταση στην Ελλάδα, παρά τις προσπάθειες που έχουν καταβληθεί, παραδέχεται η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε έξι μεγάλες ευρωπαϊκές εφημερίδες.
Σύμφωνα με το κείμενο της συνέντευξης που δημοσιεύει σήμερα η «Sueddeutsche Zeitung», σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η κυρία Μέρκελ κάνει λόγο για «ειδική περίπτωση» και αναδεικνύει την ανάγκη να ηρεμήσει πρώτα η κατάσταση και να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών. Απορρίπτει δε για μια ακόμη φορά τις εισηγήσεις για έκδοση ευρωομολόγου.
Στα «θετικά» της κρίσης η Γερμανίδα Καγκελάριος επισημαίνει το γεγονός ότι η Ευρώπη αναγκάστηκε να ανακαλύψει τις ρίζες των προβλημάτων της και εκφράζει τον σεβασμό της για τις χώρες οι οποίες τον τελευταίο ενάμιση χρόνο έχουν καταβάλει απίστευτες προσπάθειες και έχουν προχωρήσει σε επώδυνες μεταρρυθμίσεις. Εμφανίζεται δε πεπεισμένη ότι έχει βρεθεί καλή ισορροπία μεταξύ της αλληλεγγύης και της εθνικής ευθύνης και ότι η Ευρώπη θα είναι πολύ ισχυρότερη μετά την κρίση.
Η κυρία Μέρκελ δηλώνει ότι στόχος της είναι η διάσωση του ευρώ και η διατήρηση της Ένωσης, αλλά κάνει λόγο για «άμμο στα μάτια» που είχαν κατά το παρελθόν οι Ευρωπαίοι. «Ακόμη και οι αγορές αντιδρούσαν πολύ αργά σε θέματα όπως το χάσμα της ανταγωνιστικότητας στην Ελλάδα. Επιπλέον, εμείς οι ίδιοι δεν σεβαστήκαμε το Σύμφωνο Σταθερότητας».
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικώς με το πώς αντιλαμβάνεται η ίδια την αλληλεγγύη μεταξύ των εταίρων, η Καγκελάριος υπενθυμίζει ότι υπάρχει και η ευθύνη του καθενός.
«Δεν έχει νόημα να υποσχόμαστε συνεχώς περισσότερα χρήματα, αλλά να μην αντιμετωπίζουμε τα αίτια του προβλήματος», τονίζει και διευκρινίζει ότι και η Γερμανία δεν πρέπει να ξεπεράσει το όριο, καθώς οι δυνατότητές της δεν είναι ανεξάντλητες.
Η κυρία Μέρκελ εμφανίζεται ωστόσο πεπεισμένη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κινδυνεύει. «Είναι όμως εμφανές ότι οι αγορές δοκιμάζουν αν είμαστε αποφασισμένοι για την συνοχή μας.
Οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές, αυτοί που επενδύουν τα χρήματα για τον πολύ κόσμο, θέλουν να ξέρουν πού θα βρίσκεται η Ευρώπη έπειτα από 20 χρόνια. Θα εξακολουθήσει η Γερμανία, με την δημογραφική αλλαγή της, να είναι ανταγωνιστική;» λέει η Γερμανίδα Καγκελάριος και καλεί τους εταίρους της να αντιμετωπίσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ζήτημα εσωτερικής πολιτικής και όχι διπλωματίας.
Αναγνωρίζει βέβαια ότι τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης είναι λογικό να συνεργάζονται πιο στενά μεταξύ τους και υποστηρίζει ότι για να ενισχυθεί το κοινό νόμισμα πρέπει να δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες στην Ένωση. «Αν κάποιος έχει υποσχεθεί εκατό φορές ότι θα μειώσει το χρέος και θα αποκτήσει πιο σταθερό προϋπολογισμό, πρέπει να επιτρέπεται να το διεκδικήσουμε με νομικά μέσα. Πρέπει να βοηθήσουμε τα όργανα της Ένωσης να αποκτήσουν μεγαλύτερη δύναμη», προσθέτει.
Ερωτώμενη για τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη στην Ευρώπη, η κυρία Μέρκελ αναφέρει ότι «πολλοί όταν ακούν για ανάπτυξη, σκέφτονται ένα ακριβό πακέτο τόνωσης» και δηλώνει κατηγορηματικά ότι αυτά τα πακέτα αφορούσαν την πρώτη κρίση.
Προτείνει να αξιοποιηθούν για αναπτυξιακές πολιτικές σε ό,τι αφορά τους νέους, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την απασχόληση τα κονδύλια που παραμένουν αδιάθετα στα διαρθρωτικά ταμεία της Ένωσης και αναφέρεται σε ανέξοδους τρόπους ανάπτυξης, όπως η ελαστικοποίηση του Εργατικού Δικαίου κυρίως για τους νέους εργαζόμενους, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η ανάπτυξη των υπηρεσιών και οι αποκρατικοποιήσεις.
Κατηγορηματική είναι η γερμανίδα Καγκελάριος και για την έκδοση ευρωομολόγου. Υποστηρίζει ότι δεν είναι κατάλληλη επιλογή για τη σημερινή κρίση και προσθέτει ότι μια τέτοια λύση ανάληψης μεγαλύτερης ευθύνης από κοινού, μπορεί κάνεις να την σκεφτεί μετά την επίτευξη βαθύτερης ολοκλήρωσης, αλλά όχι ως μέσο αντιμετώπισης της κρίσης.
«Σε μια βαθύτερη ολοκλήρωση, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα μπορεί να ασκεί έλεγχο επί των εθνικών προϋπολογισμών και αλλού. Αν έχουμε μια εναρμονισμένη οικονομική και δημοσιονομική πολιτική, τότε μπορούσε να δούμε και άλλες μορφές ανάληψης ευθύνης», προσθέτει.
Η κυρία Μέρκελ υπερασπίζεται σθεναρά την ευρωπαϊκή ιδέα, δηλώνει ότι η ελεύθερη δημοκρατική Ευρώπη υπήρξε πάντα το όνειρό της όταν μεγάλωνε στην Ανατολική Γερμανία, αλλά τονίζει ότι χρειάζεται καθημερινή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνοχή.
Σε όσους εκφράζουν φόβους για υπερβολικά ισχυρό ρόλο της Γερμανίας σε αυτή την Ευρώπη, η ίδια δηλώνει ότι παίρνει στα σοβαρά τις ανησυχίες, αλλά τις θεωρεί αβάσιμες.
Δεν διστάζει ωστόσο να παραδεχθεί ότι η Γερμανία είναι ένα σημαντικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι αναλαμβάνει την ευθύνη που αυτό συνεπάγεται. Ενοχλείται από την επιστροφή κάποιων παλαιών στερεοτύπων και λέει χαρακτηριστικά: «Υπάρχουν εργατικοί Γερμανοί και τεμπέληδες Γερμανοί. Υπάρχουν αριστεροί Γερμανοί και συντηρητικοί Γερμανοί. Υπάρχουν φίλοι της ανταγωνιστικότητας και φίλοι της αναδιανομής. Η Γερμανία είναι πολυσυλλεκτική, όπως και οι άλλες χώρες της ΕΕ. Πρέπει όμως να θάψουμε τα παλιά στερεότυπα».