Σε αποταμιεύσεις, οικογένεια και φίλους στρέφονται οι υποψήφιοι επιχειρηματίες για να χρηματοδοτήσουν την ιδέα τους, καθώς οι τράπεζες παραμένουν ως επί το πλείστον «κλειστές» για επιχειρηματικά δάνεια.
Αυτό είναι ένα από τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα για τη «Χαρτογράφηση των Επιχειρηματικών Αναγκών των Ελληνικών υφιστάμενων & υπό σύσταση Start-up επιχειρήσεων» που διεξήγαγε το Δεκέμβριο η γενική γραμματεία Βιομηχανίας του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το 83,5% των επιχειρηματιών δήλωσαν τα ίδια κεφάλαια ως πηγή της εξασφαλισμένης χρηματοδότησής τους, ενώ μόλις το 4,7% δήλωσε τον δανεισμό από ελληνική τράπεζα. Τα ποσοστά αυτά αφορούν, όπως αναφέρθηκε, την εξασφαλισμένη χρηματοδότηση καθώς για τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες τους οι νεοφυείς επιχειρήσεις προσβλέπουν σε ευρωπαϊκά, ελληνικά και ξένα επενδυτικά κεφάλαια, χορηγίες / βραβεία, κρατικές επιχορηγήσεις (κυρίως από Ελλάδα αλλά και από ξένες χώρες) αλλά και τραπεζικό δανεισμό. Όσο για το ύψος των προσδοκώμενων κεφαλαίων, αυτά ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 200.000 ευρώ για τις υφιστάμενες επιχειρήσεις και 100.000 ευρώ για τις υπό σύσταση.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα η εύρεση κεφαλαίων είναι η κρισιμότερη ανάγκη τόσο για τις υφιστάμενες όσο και για τις υπό σύσταση επιχειρήσεις με ποσοστά 87,7% και 93,7 % αντίστοιχα. Δεν είναι όμως η μοναδική καθώς οι επιχειρηματίες επιζητούν ακόμη μάρκετινγκ, εξειδικευμένο προσωπικό, τεχνολογικές λύσεις και προσδιορισμό του επιχειρηματικού μοντέλου.
Η πλειονότητα (62%) των υποψήφιων επιχειρηματιών επεξεργάζονται την ιδέα τους για περισσότερο από ένα χρόνο. Η νομική μορφή που προτιμούν οι περισσότεροι είναι ΙΚΕ (σχεδόν 40%) και ακολουθούν ατομικές επιχειρήσεις, ΟΕ και ΕΕ. Σε κλαδικό επίπεδο, η δραστηριότητα της επιχείρησης αφορά την τεχνολογία κατά 35,9%, άλλον κλάδο κατά 31,3%, υπηρεσίες επαγγελματικής, επιστημονικής ή τεχνικής φύσης κατά 15,6%, συμβουλευτικές υπηρεσίες κατά 13,3%, αγροδιατροφή κατά 12,5%, με τις υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής βοήθειας (8,6%), το λιανικό εμπόριο με ίδιο ποσοστό, τον τουρισμό (7,8%) και την ενέργεια και τις μεταφορές (από 7%) να ακολουθούν. Μόλις το 6,3% προσανατολίζεται στη μεταποίηση, παρά το γεγονός ότι η ενίσχυση της τελευταίας αποτελεί τόσο εθνική όσο και ευρωπαϊκή προτεραιότητα.
Σημαντική απόκλιση καταγράφεται σε σχέση και με τους λεγόμενους τομείς προτεραιότητας του ΕΣΠΑ – θεωρούνται ως οι κλάδοι με τη μεγαλύτερη αναπτυξιακή δυναμική – που είναι η αγροδιατροφή, η χημική βιομηχανία, η υγεία και η φαρμακευτική βιομηχανία, ο τομέας των υλικών και κατασκευών, ο τομέας της ενέργειας, ο τομέας της περιβαλλοντικής βιομηχανίας, ο τομέας των πολιτιστικών και δημιουργικών βιομηχανιών, ο τομέας των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ), ο τομέας της εφοδιαστικής αλυσίδας και, τέλος, ο τομέας της μεταλλουργικής και εξορυκτικής βιομηχανίας.
Τέλος οι νεοφυείς επιχειρήσεις είναι κατά κύριο λόγο εξωστρεφείς καθώς το 60% στοχεύει στη διεθνή αγορά ενώ το 47% θα απευθύνεται – και – στην ελληνική αγορά και το 25 % στην τοπική (περιφερειακή) αγορά.