Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θεωρεί ότι η αμερικανική οικονομία είναι «γενικά σε καλή κατάσταση» και ότι η ανάπτυξη θα επιταχυνθεί, παρά τα εμπόδια που συνάντησε πρόσφατα, όμως προειδοποιεί ότι ο αριθμός των Αμερικανών πολιτών που ζουν σε συνθήκες ένδειας είναι υπερβολικά μεγάλος και καλεί την Ουάσινγκτον να αντιμετωπίσει «κατεπειγόντως» τη φτώχεια και τις ανισότητες.
Στην ετήσια έκθεσή του για τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, το ΔΝΤ προβλέπει ότι η αύξηση του ΑΕΠ των ΗΠΑ θα φτάσει το 2,2% φέτος (μείωση κατά 0,2% σε σύγκριση με την πρόβλεψη του Απριλίου). Για το 2017, οι οικονομολόγοι του Ταμείου προβλέπουν ανάπτυξη 2,5%.
Δεδομένης της παγκόσμιας τάσης προς τον αντιπληθωρισμό, η άνοδος των αμερικανικών επιτοκίων θα πρέπει να γίνει «πολύ προοδευτικά» και η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Fed) θα πρέπει να είναι έτοιμη να δεχτεί ότι ο πληθωρισμός (που σήμερα είναι στο 1,1%) μπορεί να ξεπεράσει προσωρινά τον στόχο του 2%, σημειώνεται στην έκθεση.
Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν ένα σύνολο δυνάμεων που θα ασκήσουν πιέσεις στην οικονομική ευημερία τους, προειδοποιεί το ΔΝΤ, αναφέροντας μεταξύ άλλων τη γήρανση του πληθυσμού, τις πεπαλαιωμένες υποδομές, τη συμπίεση της μεσαίας τάξης. Οι παράγοντες αυτοί έρχονται να προστεθούν στις «επιζήμιες μακροπρόθεσμες τάσεις που επηρέασαν τα εισοδήματα», συνεχίζει η έκθεση, αναφέροντας ως παράδειγμα ότι η μεσαία τάξη δεν ήταν ποτέ τόσο μικρή τα τελευταία 30 χρόνια. «Ο καταμερισμός του πλούτου και των εισοδημάτων πολώνεται ολοένα και περισσότερο και η φτώχεια έχει αυξηθεί», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Το Ταμείο προτείνει καλύτερα στοχευμένες εκπτώσεις φόρου και αύξηση του ελάχιστου ημερομισθίου που σήμερα ανέρχεται στα 7,25 δολάρια την ώρα.
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε με την ευκαιρία της παρουσίασης της έκθεσης αυτής, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ παραδέχτηκε ότι μια ψήφος υπέρ του Brexit στο αυριανό δημοψήφισμα της Βρετανίας θα είχε «κάποιες επιπτώσεις» στην αμερικανική οικονομία αλλά τόνισε ότι «δεν θα προκαλούσε ύφεση».
«Θα είχε μια κάποια επίπτωση. Ποιο θα ήταν το εύρος της; Αυτό είναι υπό συζήτηση», είπε η Λαγκάρντ, διαβεβαιώνοντας ωστόσο ότι «δεν θα προκαλούσε ύφεση στις ΗΠΑ».
Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ προειδοποίησε επίσης κατά της «ανόδου του προστατευτισμού» που, όπως είπε, παρατηρείται σε πολλές περιοχές του κόσμου και «δεν είναι φορέας ανάπτυξης. Τα προστατευτικά μέτρα είναι αντιπαραγωγικά για την ανάπτυξη», συνέχισε, υπενθυμίζοντας ότι το ΔΝΤ έχει ήδη επισημάνει ότι, με βάση τις εκτιμήσεις του, μια αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ θα είχε «αρνητικές» συνέπειες για την οικονομία της χώρας.