Διαφορετικά από αυτά που επικαλείται η ελληνική κυβέρνηση, είναι τα στοιχεία για τα ελληνικά δημοσιονομικά δεδομένα το 2015 που περιλαμβάνονται στην έκθεση του ΔΝΤ, η οποία τιτλοφορείται «Αναλαμβάνουμε τώρα δράση, ενεργούμε από κοινού».
Ειδικότερα το Ταμείο ανεβάζει το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2015 στο 4,2% του ΑΕΠ, το πρωτογενές έλλειμμα στο 0,6% του ΑΕΠ, το κυκλικά προσαρμοσμένο έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης στο 1,1% του ΑΕΠ και το κυκλικά προσαρμοσμένο πρωτογενές πλεονάσματα στο 2,3% του ΑΕΠ. Για τα δημόσια έσοδα αναφέρει πως διαμορφώθηκαν στο 45,8% του ΑΕΠ, ενώ εκτιμά πως οι δημόσιες δαπάνες ήταν στο 50% του ΑΕΠ. Τέλος, εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος το 2015 ανήλθε στο 178,4% του ΑΕΠ.
Για το 2016 δημοσιονομικές προβλέψεις δεν περιλαμβάνονται στην έκθεση.
Υπενθυμίζεται πάντως ότι το προσχέδιο μνημονίου μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του ΔΝΤ, το οποίο δημοσιοποίησε χθες το Reuters, αναφέρει πως η Ελλάδα θα έχει πρωτογενές έλλειμμα 0,5% φέτος, πρωτογενές πλεόνασμα 0,25% το 2017 και πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% το 2018.
Παράλληλα, στην ίδια έκθεση το Ταμείο, υπογραμμίζει τους πολιτικούς κινδύνους για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων σε μια σειρά χώρες, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα.
Όπως αναφέρει η έκθεση για τις δημοσιονομικές εξελίξεις (Fiscal Monitor), «ο πολιτικός κύκλος ή ένα ενδεχόμενο πολιτικό αδιέξοδο μπορούν να προκαλέσουν επιπλοκές στην εφαρμογή της πολιτικής ή να αποθαρρύνουν την ανάληψη τολμηρών πρωτοβουλιών σε μια σειρά κρατών».
Στην ίδια κατηγορία με την Ελλάδα αναφορικά με τους κινδύνους το ΔΝΤ εντάσσει και χώρες όπως η Αυστραλία και ΗΠΑ, αλλά και αναδυόμενες οικονομίες όπως η Βραζιλία η Νότιος Αφρική και η Βενεζουέλα.
Ειδικότερα για την Ελλάδα, το ΔΝΤ δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένες προβλέψεις εν αναμονή της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας.
Όμως και για το 2015 το ΔΝΤ αναφέρει ότι τα δεδομένα αντανακλούν τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις των στελεχών του Ταμείου αναφορικά με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, οι οποίες υπόκειται σε αναθεώρηση, δεδομένης της υψηλής αβεβαιότητας σχετικά με τις δυνητικά σημαντικές προσαρμογές των μεγεθών που μπορεί να επέλθουν σε δεδουλευμένη βάση.