Με ένα mea culpa πέντε χρόνια και τρία μνημόνια μετά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναγνωρίζει ότι θα έπρεπε να έχει γίνει αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ήδη από το 2010.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση του Ταμείου, η αναδιάρθρωση δεν πραγματοποιήθηκε γιατί υπήρχε ο φόβος διάχυσης της έλλειψης τειχών προστασίας στις οικονομίες των υπολοίπων μελών της νομισματικής ένωσης.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι η αδυναμία πλήρωσης του προγράμματος αποδίδεται εν μέρει σε εγχώριες ακαμψίες αλλά και στην αδύναμη ανάπτυξη και τον χαμηλό πληθωρισμό στις χώρες με τις οποίες διεξάγουν εμπόριο τα υπό πρόγραμμα κράτη.
Η «συστημική εξαίρεση» προστέθηκε ώστε να παρακαμφθεί η απαίτηση που πηγάζει από το καταστατικό του ΔΝΤ περί βιωσιμότητας του χρέους για να εμπλακεί σε ένα πρόγραμμα προσαρμογής το Ταμείο.
«Όταν έγινε τελικά η αναδιάρθρωση του χρέους, αυτή ήρθε πολύ αργά και ήταν πολύ λίγη. Όταν τελικά αποφασίσθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους του ιδιωτικού τομέα (PSI) το ‘κούρεμα’ ήταν μεγάλο για τους πιστωτές σε σύγκριση με άλλες περιπτώσεις, αλλά την ίδια στιγμή είχαν αυξηθεί και οι πιθανότητες να αποδειχθεί ανεπαρκές για να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους» αναφέρει η έκθεση του ΔΝΤ.
Για τα προγράμματα του 2010 επί κυβέρνησης Παπανδρέου και του 2012 επί κυβέρνησης Παπαδήμου, το ΔΝΤ παραδέχεται ότι επιδιώχθηκε η εσωτερική υποτίμηση μέσω των μεταρρυθμίσεων στις αγορές εργασίας και προϊόντων. Για το σκοπό αυτό αποφασίστηκαν μέτρα όπως η μείωση των ονομαστικών μισθών και επιδομάτων στο Δημόσιο, η μείωση των κατώτατων αποδοχών, η μεταρρύθμιση του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, η μείωση της γραφειοκρατίας και η προώθηση του ανταγωνισμού.
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι στην τηλεδιάσκεψη που ακολούθησε τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, το Ταμείο επιχείρησε να στείλει διακρατικά μηνύματα χωρίς ειδικές αναφορές στην περίπτωση της Ελλάδας.