Η σύσταση αυτή της Επιτροπής έχει κύριο αποδέκτη τους πολίτες που σήμερα δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό, επειδή δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτουν οι τράπεζες, καθώς, κατά την Κομισιόν, περίπου 30 εκατομμύρια πολίτες ηλικίας άνω των 18 ετών στην ΕΕ δεν διαθέτουν τραπεζικό λογαριασμό.
Από αυτά τα 30 εκατομμύρια πολιτών «χωρίς τράπεζα», υπολογίζεται ότι 6 έως 7 εκατομμύρια δεν έχουν τραπεζικό λογαριασμό, επειδή τους έχουν αρνηθεί την πρόσβαση.
Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, η σύσταση για την πρόσβαση σε βασικό λογαριασμό πληρωμών θα προωθήσει τη χρηματοοικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση για τους καταναλωτές σε όλη την Ευρώπη.
Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι οι εν λόγω λογαριασμοί θα είναι διαθέσιμοι με λογική επιβάρυνση για τους καταναλωτές, ανεξάρτητα από τη χώρα κατοικίας τους στην ΕΕ ή την οικονομική τους κατάσταση. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την κατάσταση σε ένα χρόνο και θα προτείνει περαιτέρω μέτρα εφόσον είναι σκόπιμο, συμπεριλαμβανομένων των νομοθετικών μέτρων.
Η σύσταση της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη ορίζει σαφώς τις θεμελιώδεις αρχές που θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να διασφαλιστεί η πρόσβαση σε κατάλληλες υπηρεσίες πληρωμών. Προβλέπεται ότι κάθε καταναλωτής που κατοικεί στην Ένωση, ανεξάρτητα από την οικονομική του κατάσταση, θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να ανοίξει και να χρησιμοποιεί έναν βασικό λογαριασμό πληρωμών, ακόμη και σε ένα κράτος μέλος στο οποίο δεν είναι μόνιμος κάτοικος.
Η σύσταση ορίζει ποιες υπηρεσίες πληρωμών πρέπει να περιλαμβάνει ένας βασικός λογαριασμός πληρωμών και ποιες δεν πρέπει να περιλαμβάνει. Ειδικότερα, θα πρέπει να επιτρέπει στον κάτοχο του λογαριασμού να εισπράττει, να καταθέτει και να μεταβιβάζει χρηματικά ποσά, και να προβαίνει σε ανάληψη χρημάτων. Θα πρέπει επίσης να επιτρέπει την εκτέλεση άμεσης χρέωσης και μεταφοράς πίστωσης, αλλά δεν θα περιλαμβάνει δυνατότητες υπερανάληψης.
Η εξασφάλιση της πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες πληρωμών δεν θα πρέπει να αφορά μόνο την παραχώρηση του δικαιώματος. Προκειμένου να διασφαλιστούν κατάλληλες συνθήκες τιμολόγησης που θα επιτρέπουν στους καταναλωτές να έχουν πραγματικά πρόσβαση σε βασικούς λογαριασμούς πληρωμών, η σύσταση θεσπίζει την αρχή ότι, εάν ο λογαριασμός δεν παρέχεται δωρεάν, η επιβάρυνση που επιβάλλει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να είναι λογική. Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να καθορίσει τι αποτελεί λογική επιβάρυνση, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια, όπως το εθνικό επίπεδο εισοδήματος, τη μέση επιβάρυνση για λογαριασμούς πληρωμών ή το συνολικό κόστος της παροχής του βασικού λογαριασμού πληρωμών.
Οι περισσότεροι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, τράπεζες κυρίως, παρέχουν λογαριασμούς πληρωμών. Στην παρούσα σύσταση δεν διευκρινίζεται ποια κατηγορία παρόχων υπηρεσιών πληρωμών ή ποιοι συγκεκριμένοι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών θα πρέπει να διαθέτουν το προϊόν στους καταναλωτές σε εθνικό επίπεδο.
Επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του κάθε κράτους μέλους να αποφασίσει ποιος ή ποιοι πάροχοι θα πρέπει να προσφέρουν το προϊόν στην περιοχή δικαιοδοσίας τους. Τα κράτη μέλη είναι συνεπώς ελεύθερα να ορίσουν έναν, περισσότερους ή ακόμα και όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών ως παρόχους βασικού λογαριασμού πληρωμών.
Τέλος, η Επιτροπή ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να αναλάβουν εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού σχετικά με τη διαθεσιμότητα των εν λόγω βασικών λογαριασμών πληρωμών, τις συνθήκες τιμολόγησης, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης σε βασικούς λογαριασμούς πληρωμών και τις μεθόδους πρόσβασης σε εξωδικαστικούς μηχανισμούς υποβολής ενστάσεων και προσφυγών.
Ζητά επίσης από τα κράτη μέλη να καταρτίζουν αξιόπιστες στατιστικές σχετικά με τους βασικούς λογαριασμούς πληρωμών, προκειμένου να διασφαλίζεται η καλύτερη παρακολούθηση της κατάστασης.