Τρία βραβεία Πούλιτζερ, χιλιάδες άρθρα, βιβλία που αποτελούν σημεία αναφοράς. Ο Τόμας Φρίντμαν, ο δημοσιογράφος και αρθρογράφος της εφημερίδας New York Times με τη βαθιά γνώση της Μέσης Ανατολής και τα best seller βιβλία για την παγκοσμιοποίηση, φαίνεται να έχει ταλέντο στο να εντοπίζει και να προτείνει κατευθύνσεις για τα πλέον καυτά θέματα -την κρίση χρέους, την υπερθέρμανση του πλανήτη- αφού όμως έχει αφουγκρασθεί με προσοχή τις πηγές του.
Ακολουθούν αποσπάσματα από τη συνέντευξη του Τόμας Φρίντμαν στην εφημερίδα «Καθημερινή»:
– Πώς βλέπετε όμως τη δική μας κρίση από τις ΗΠΑ; Ως κρίση της Ελλάδας ή της Ευρωζώνης;
Φυσικά, είναι ένας συνδυασμός και των δύο. Αυτό που μου κάνει εντύπωση στην Ελλάδα, και προσπαθώ να το συλλάβω και να το κατανοήσω, είναι ότι από πολλές απόψεις είναι σαν μία χώρα με πετρελαιοπηγές. Μόνο που οι δικές σας πετρελαιοπηγές ήταν στις Βρυξέλλες, το πετρέλαιο ήταν γερμανικό. Είχε όμως τα ίδια αποτελέσματα. Κάθε φορά που μπορείς να αντλήσεις χρήματα χωρίς να αναπτύξεις το ανθρώπινο κεφάλαιο, την επιχειρηματικότητα, τη βιομηχανία και καινοτομία, αυτό έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομία. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι ότι στην Αμερική οι Ελληνες έχουν τόσο καλή φήμη για την καινοτομία, ενεργητικότητα, επιχειρηματικότητα, δημιουργικότητα, όλα τα γνωρίσματα που επάγονται την επιτυχία στον σύγχρονο κόσμο, και είναι πάντα περίεργο ότι η Ελλάδα είναι το μόνο μέρος όπου βλέπει κανείς Ελληνες να μη συμπεριφέρονται ελληνικά. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τη ναυτιλία, το επιχειρηματικό δαιμόνιο…
Γνωρίζω βέβαια ότι και εδώ υπάρχει ένα στοιχείο επιχειρηματικότητας, αλλά γενικά πρόκειται για μία παλαιάς σχολής, σοσιαλιστική, πολύ κρατικιστική, προσοδοθηρική οικονομία – χωρίς τα γνωρίσματα που συνδέει κανείς με τους Ελληνες. Και ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι ανακαλύψατε πετρέλαιο το 1981! Και πιστεύω ότι είχε αντιπαραγωγικά αποτελέσματα, διότι προφανώς δεν αξιοποιήσατε αυτό το πετρέλαιο τόσο αποδοτικά όσο θα έπρεπε για να χτίσετε τις βάσεις για τον 21ο αιώνα. Τώρα πρέπει να καλύψετε τη χαμένη απόσταση, και οι άνθρωποι με το πετρέλαιο δεν θέλουν πλέον να το αντλούν. Αυτή είναι λοιπόν η πρόκληση, κάπως έτσι βλέπω την κατάσταση στην Ελλάδα.
– Πώς πιστεύετε ότι θα εξελιχθεί η ελληνική κρίση;
Δεν θα τολμήσω κάποια πρόβλεψη, δεν γνωρίζω αρκετά για να το κάνω. Πιστεύω ότι το πλοίο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Το στοίχημα είναι να εφαρμοστούν οι κατάλληλες μεταρρυθμίσεις. Διότι για να προχωρήσουν χρειάζεται μία πραγματική κυβέρνηση που θα τις εφαρμόσει, στο πεδίο της φορολογίας, της υγείας, της εκπαίδευσης. Κι εδώ είναι που η ποιότητα, η ζωντάνια και η δύναμη του κράτους έχουν σημασία. Αυτό είναι που θα παρακολουθώ.
– Βλέπετε ομοιότητες μεταξύ της πλατείας Ταχρίρ και Συντάγματος;
Ναι, μία μεγάλη. Διαβάζοντας τα συνθήματα, το κοινό στοιχείο μεταξύ τους είναι η αναζήτηση δικαιοσύνης. Ο καπιταλισμός έφτασε στην Αίγυπτο την τελευταία δεκαετία στην χειρότερή του παραμόρφωση, διεφθαρμένος, πατριαρχικός. Πολλοί αισθάνονται ότι μία μικρή ομάδα έγινε πολύ πλούσια με άδικο τρόπο. Κάποιος σαν εμένα που πιστεύει στην ελεύθερη αγορά πρέπει να αναγνωρίσει πως η αίσθηση ότι τους έκλεψαν είναι πολύ έντονη. Στα συνθήματά τους, λοιπόν, περισσότερο ακόμη και από την ελευθερία, ήταν διάχυτη η αίσθηση της αδικίας. Και το αισθάνομαι κι εδώ, αν και σε μικρότερο βαθμό.
– Τελευταία γίνεται πολύς λόγος για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Πώς πρέπει να γίνει η κατανομή του βάρους;
Εσάς σας βαραίνει το δημόσιο χρέος, εμάς στις ΗΠΑ τα στεγαστικά δάνεια, που είναι και ο λόγος που η οικονομία δεν μπορεί να ανακάμψει εύκολα. Πρέπει να βρούμε τρόπο να περιορίσουμε αυτό το βάρος. Δεν γνωρίζω πώς θα συμβεί αυτό. Αλλά αντιμετωπίζουμε παρόμοιες προκλήσεις και δεν πιστεύω ότι θα επωμιστεί κανείς το βάρος για λογαριασμό μας. Οπως είπε ο πρόεδρος Ομπάμα, όλοι πρέπει να πάρουμε το φάρμακο. Δεν θα είναι εύκολο. Αλλά όσο πιο πολύ το καθυστερούμε, τόσο πιο δύσκολο θα είναι. Μπορεί να περάσουμε δύο δύσκολα χρόνια, αλλά καλύτερα αυτό από δύο κακές δεκαετίες. Το ερώτημα που έχω είναι αν οι δημοκρατίες μας μπορούν να αντεπεξέλθουν σε αυτήν την πρόκληση, διότι κάποιες φορές το απαραίτητο είναι πολιτικά αδύνατον… Δεν υπάρχει εύκολη διέξοδος από μία τέτοια κρίση χρέους. Μπορεί να το κάνει κανείς πιο δύσκολο ή μακρύ, αλλά δεν μπορεί να το κάνει πιο εύκολο.