Χαμηλή αναδεικνύεται η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ, σύμφωνα με νέα μελέτη του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών, σε συνεργασία με το δίκτυο δεξαμενών σκέψης EPICENTER. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές διαρθρωτικές αδυναμίες που περιορίζουν την οικονομική ανάπτυξη. Η μελέτη προτείνει μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, της επιχειρηματικότητας και της καινοτομίας για την περίοδο 2025-2030.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 45η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας για το 2024 και στην 25η θέση στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) της ΕΕ για το 2022, με σημαντικές αποκλίσεις από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε αρκετές κατηγορίες. Παρά τις βελτιώσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο και τις μεταρρυθμίσεις ψηφιοποίησης, η χώρα παραμένει πίσω στην ανάπτυξη της αγοράς, των επιχειρήσεων και των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών.
Η μελέτη εντοπίζει το χάσμα στην έρευνα και την καινοτομία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, κυρίως λόγω της υπανάπτυξης των χρηματοπιστωτικών αγορών και των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην Ευρώπη, καθώς και της επιδίωξης της ΕΕ να επιβάλει αυστηρούς κανονισμούς στην τεχνολογία, κάτι που περιορίζει την καινοτομία. Για να ενισχυθεί η καινοτομία και η ψηφιακή οικονομία, προτείνονται περαιτέρω βελτιώσεις στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες, κατάργηση περιορισμών και ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων.
Η μελέτη τονίζει ότι η έλλειψη ανεπτυγμένων κεφαλαιαγορών και ιδιωτικών χρηματοδοτικών εργαλείων αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους για την καθυστέρηση της ΕΕ και, ιδιαίτερα, της Ελλάδας σε σχέση με τις ΗΠΑ στους τομείς της τεχνολογίας και της καινοτομίας. Οι συνδυασμένες επιπτώσεις της γραφειοκρατίας, των υψηλών φορολογικών συντελεστών και των περιορισμένων χρηματοδοτικών δυνατοτήτων δυσκολεύουν την ανάπτυξη καινοτόμων επιχειρήσεων, επηρεάζοντας αρνητικά την οικονομική προοπτική της χώρας.
Βασικά πορίσματα της μελέτης
- Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 45η θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας για το 2024 μεταξύ 133 χωρών.
- Κατά το 2024, η Ελλάδα κατέχει την 38η θέση μεταξύ 51 οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών και την 28η θέση μεταξύ 39 ευρωπαϊκών χωρών.
- Στην υποκατηγορία του ανθρώπινου κεφαλαίου και έρευνας, η Ελλάδα παρουσιάζει καλύτερη επίδοση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
- Στην επιχειρηματική ανάπτυξη και στις επενδύσεις, η Ελλάδα σημειώνει τις μεγαλύτερες αποκλίσεις από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
- Η Ελλάδα κατέχει την 25η θέση στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) για το 2022 στην ΕΕ.
- Η μεγαλύτερη υστέρηση για την Ελλάδα εντοπίζεται στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες, όπου κατατάσσεται στην προτελευταία θέση.
Η μελέτη επισημαίνει ότι η καθυστέρηση στην ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών αγορών και των συνταξιοδοτικών συστημάτων στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με την αυστηρή ρυθμιστική πολιτική της ΕΕ, δημιουργεί εμπόδια στην καινοτομία.
Προτείνονται μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση των ψηφιακών υποδομών, τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη δημιουργία ενός ισχυρού κεφαλαιοποιητικού συστήματος για τη στήριξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.
Ο Γενικός Διευθυντής του ΚΕΦΙΜ και συγγραφέας της μελέτης, Νίκος Ρώμπαπας, δήλωσε: «Η βελτίωση των επιδόσεων στην καινοτομία και τη ψηφιακή οικονομία είναι απαραίτητη για το μέλλον της χώρας. Το χάσμα που καλούμαστε να καλύψουμε με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και με τις ΗΠΑ είναι μεγάλο, και οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι ταχείς και αποτελεσματικές. Η απλοποίηση του κανονιστικού πλαισίου και η ενίσχυση των συνταξιοδοτικών συστημάτων πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής».