Μέσα στον Ιανουάριο αναμένεται να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος μειώσεων επιτοκίων, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) σχεδιάζει να προχωρήσει σε περαιτέρω αποκλιμάκωση. Αυτή η κίνηση εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις.

Στόχος της ΕΚΤ είναι, εφόσον δεν αλλάξουν οι οικονομικές συνθήκες, το βασικό επιτόκιο να μειωθεί στο 2% μέχρι το φθινόπωρο του 2025, από το 3% που είναι σήμερα. Αυτό θα έχει άμεσες επιπτώσεις: οι νέοι δανειολήπτες θα μπορούν να λάβουν δάνεια με ευνοϊκότερους όρους, ενώ όσοι έχουν ήδη δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο θα δουν τις μηνιαίες δόσεις τους να μειώνονται.

Αντίστοιχες επιπτώσεις θα υπάρξουν και στις καταθέσεις, αν και οι μειώσεις των επιτοκίων τους θα είναι μικρότερες και πιο αργές, δεδομένου ότι βρίσκονται ήδη σε χαμηλά επίπεδα.

Αναδρομικά, το κόστος του χρήματος αυξήθηκε απότομα από το καλοκαίρι του 2022, όταν η ΕΚΤ ξεκίνησε να αυξάνει τα επιτόκια για να αντιμετωπίσει τον υψηλό πληθωρισμό. Μέσα σε έναν χρόνο, από τον Ιούλιο του 2022 έως τον Σεπτέμβριο του 2023, το βασικό επιτόκιο αυξήθηκε από 0% σε 4%, με δέκα διαδοχικές αυξήσεις. Αυτή η άνοδος είχε σημαντικές επιπτώσεις στους δανειολήπτες, ιδιαίτερα σε όσους είχαν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς οι μηνιαίες δόσεις τους αυξήθηκαν δραματικά, φτάνοντας σε πολλές περιπτώσεις να διπλασιαστούν.

Από τον Σεπτέμβριο του 2023, η ΕΚΤ σταθεροποίησε τα επιτόκια και ξεκίνησε να τα μειώνει τον Ιούνιο του 2024, με την πρώτη μείωση να ανέρχεται σε 25 μονάδες βάσης (0,25%). Μέχρι το τέλος του 2024, ακολούθησαν άλλες τρεις μειώσεις, με αποτέλεσμα το βασικό επιτόκιο να διαμορφωθεί στο 3%.

Οι μειώσεις αυτές ώθησαν και τις τράπεζες να μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2024, τα επιτόκια στις περισσότερες κατηγορίες δανείων προς επιχειρήσεις είτε σταθεροποιήθηκαν είτε μειώθηκαν. Το μέσο επιτόκιο στα επιχειρηματικά δάνεια τακτής λήξης υποχώρησε στο 5,5%, μειωμένο κατά 0,25% σε σχέση με το 2023. Τα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο έως 250.000 ευρώ κατέγραψαν αισθητή πτώση, περίπου 0,5%, διευκολύνοντας κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Στα νοικοκυριά, παρατηρήθηκαν μειώσεις επιτοκίων τόσο στα καταναλωτικά όσο και στα στεγαστικά δάνεια. Στα καταναλωτικά δάνεια, οι μειώσεις είχαν ξεκινήσει ήδη από το τρίτο τρίμηνο του 2023. Το μέσο επιτόκιο στα δάνεια τακτής λήξης μειώθηκε περίπου κατά 0,5%, διαμορφούμενο στο 10,8% το 2024, έναντι 11,3% το 2023. Στα στεγαστικά δάνεια, οι μειώσεις ήταν πιο περιορισμένες. Το μέσο επιτόκιο παρέμεινε το 2024 στο 4,1%, το ίδιο με το 2023, καθώς οι μειώσεις δεν αρκούσαν για να εξισορροπήσουν τις προηγούμενες αυξήσεις.

Παρ’ όλα αυτά, πολλά νοικοκυριά επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα «Σπίτι μου», το οποίο καλύπτει το 75% του δανείου με μηδενικό επιτόκιο, μειώνοντας δραστικά το κόστος δανεισμού. Παρόμοια συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα βοήθησαν και τις επιχειρήσεις να αποκτήσουν χρηματοδότηση με ευνοϊκούς όρους.

Η απόκλιση των επιτοκίων δανεισμού στην Ελλάδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο μειώθηκε σημαντικά το 2024. Η διαφορά στο κόστος δανεισμού για τις επιχειρήσεις περιορίστηκε στις 72 μονάδες βάσης (0,72%), έναντι 118 μονάδων το 2023. Στα στεγαστικά δάνεια, η διαφορά μειώθηκε στις 41 μονάδες βάσης, από 45 το προηγούμενο έτος. Συγκριτικά με την περίοδο 2011-2022, η διαφορά αυτή έχει μειωθεί αισθητά.

Στις καταθέσεις, τα επιτόκια προθεσμίας αυξήθηκαν το 2023, αλλά σταθεροποιήθηκαν το τελευταίο τρίμηνο του έτους και παρέμειναν σχεδόν αμετάβλητα το 2024, παρά τη μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Για τις επιχειρήσεις, το μέσο επιτόκιο στις προθεσμιακές καταθέσεις διαμορφώθηκε στο 3,1%, από 2,1% το 2023, ενώ για τα νοικοκυριά έφτασε το 1,8%, από 1,4%. Τα επιτόκια στις καταθέσεις μίας ημέρας, όπως οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου, παρέμειναν σχεδόν μηδενικά.

Παρότι τα επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων αυξήθηκαν ελαφρώς, εξακολουθούν να είναι χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Το 2024, τα επιτόκια για καταθέσεις διάρκειας ενός έτους στην Ελλάδα ήταν περίπου 0,9% χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν μια σταδιακή αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού και μια μεγαλύτερη σύγκλιση με τα δεδομένα της Ευρωζώνης, διευκολύνοντας τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να διαχειριστούν καλύτερα τις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Ωστόσο, για τους καταθέτες, τα οφέλη παραμένουν περιορισμένα, καθώς οι αποδόσεις των καταθέσεων παραμένουν χαμηλές.