Το αργότερο μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, οι έρευνες για κοιτάσματα πετρελαίου στη Δυτική Ελλάδα, θα έχουν ξεκινήσει, όπως διαβεβαιώνει με δηλώσεις του στο πρακτορείο Reuters ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Γιάννης Μανιάτης.
Ο υφυπουργός σημείωσε ότι μέσα στους επόμενους 18 με 24 μήνες θα έχουν επιλεγεί οι πρώτες εταιρείες που θα πραγματοποιήσουν τις απαραίτητες σεισμικές και τις γεωλογικές έρευνες.
Στο μεταξύ, όπως ανέγερε ο κ. Μανιάτης, η κοινοβουλευτική διαδικασία για το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί στα τέλη της άνοιξης, διευκρινίζοντας ότι θα υπάρξει φορέας για τη διαχείριση των παραχωρήσεων. Πρόσθεσε, επίσης, ότι αντιλαμβάνεται πως «ο φορέας θα προτείνει τη διεξαγωγή ενός πρώτου γύρου παραχωρήσεων. Εκτιμώ ότι ο πρώτος γύρος θα αφορά 4 έως 5 μπλοκ και ο φορέας έχει λάβει κατεύθυνση να αρχίσει να δουλεύει με την περιοχή της Δυτικής Ελλάδας, όπου έχουμε ώριμα επιστημονικά δεδομένα». Διευκρίνισε ότι ο φορέας θα κάνει αναθέσεις σε ιδιώτες και στη συνέχεια θα παρακολουθεί για λογαριασμό του Δημοσίου την πιστή εφαρμογή των όρων των αναθέσεων, «με απόλυτη προσήλωση στις περιβαλλοντικές προδιαγραφές προκειμένου να μην υπάρξει ούτε μια πιθανότητα περιβαλλοντικού κινδύνου».
«Στη βάση των ανεπεξέργαστων και αποσπασματικών στοιχείων που έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας, η Ελλάδα μπορεί να καλύψει μέρος των αναγκών της σε αργό πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τους δικούς της πόρους. Σε διάστημα ορισμένων ετών, αυτό μπορεί να αγγίξει το ένα πέμπτο έως το ένα τέταρτο της συνολικής κατανάλωσης», σημείωσε ο κ. Μανιάτης και πρόσθεσε πως «αν λάβουμε υπόψη μας ότι η χώρα δίνει κάθε χρόνο το 4 έως 5% του ΑΕΠ, γύρω στα 10 έως 12 δισ. ευρώ το χρόνο για εισαγωγές πετρελαίου, αντιλαμβάνεται κανείς πόσο σημαντικό είναι να αναπτυχθεί εγχώρια παραγωγή».
Αναφερόμενος στο νέο θεσμικό πλαίσιο, ο υφυπουργός είπε ότι θα αφήνει περιθώρια για ευέλικτη αδειοδότηση, καθώς θα προβλέπεται για πρώτη φορά η διαδικασία «ανοιχτή πόρτα». Με το εν λόγω σύστημα, οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές μπορούν να ζητούν την παραχώρηση οποιασδήποτε διαθέσιμης ελεύθερης περιοχής, χωρίς να χρειάζεται η προκήρυξη γύρου παραχωρήσεων και με αυτόν τον τρόπο αποφεύγεται το κόστος και η χρονοβόρα διαδικασία που συνεπάγονται οι αλλεπάλληλοι γύροι παραχωρήσεων. «Ο νόμος θα προβλέπει και το σύστημα “ανοιχτή πόρτα” και παραχωρήσεις και διαδικασίες απόκτησης μη αποκλειστικών δεδομένων, ό,τι προβλέπει η ευρωπαϊκή και διεθνής εμπειρία», διευκρίνισε ο Γ. Μανιάτης.
Αρνητική ήταν η απάντηση του Υφυπουργού στην ερώτηση κατά πόσον τα ζητήματα υφαλοκρηπίδας και αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) αποτελούν προϋπόθεση για να προχωρήσουν οι έρευνες. Εξέφρασε δε την επιθυμία να διερευνήσει ο φορέας το διεθνές ενδιαφέρον και τις πιθανότητες ανεύρεσης υδρογονανθράκων στα χερσαία τμήματα του νομού Ιωαννίνων, ή στο νομό Γρεβενών, ή στη Θράκη, ή στα ανοιχτά του Πατραϊκού Κόλπου.
«Η ΑΟΖ είναι ένα ζήτημα που διαχειρίζεται με μεγάλη υπευθυνότητα και σοβαρότητα το Υπουργείο Εξωτερικών. Όταν θα λυθεί το ζήτημα αυτό, με την ευθύνη του Υπουργείου Εξωτερικών, θα το δούμε. Εμείς δεν θα περιμένουμε να λυθούν αυτά τα θέματα και ούτε προτιθέμεθα να εμπλακούμε σε αυτά. Δεν έχουμε και κανένα λόγο για αυτό», υπογράμμισε ο Γ. Μανιάτης. Κατέληξε δε, υπογραμμίζοντας ότι «η Ελλάδα, ακριβώς επειδή είναι μία ανεξερεύνητη περιοχή, έχει δυνατότητες να κάνει και έναν και δύο κύκλους παραχωρήσεων, χωρίς να εμπλακεί καθόλου σε ζητήματα που σχετίζονται με την εξωτερική πολιτική της χώρας».