Παρακολουθώντας μαγεμένη την παράσταση αδυνατούσα να πιστέψω πως η εξαίρετη πρωταγωνίστρια Μάγδα Κατσιπάνου, έβγαινε για πρώτη φορά στη σκηνή. Στέκεται μπροστά μας με τη αυστηρή κόμμωση στο κομψό μαύρο ταφταδένιο κοστούμι της, «ανοικτή και διάφανη σε βλέμματα, σκέψεις και επιθυμίες». Γράφει η Χαρά Κιούση Η γενναιόδωρη ερμηνεία της απογειώνει το υπέροχο κείμενο του Περικλή Μοσχολιδάκη. Το αρμενίζει μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της Ενετοκρατίας, από το Ζάντε ως το Κορφού ζωντανεύοντας τη μάνα του Διονυσίου Σολωμού, που μιλά για το γιο της. Η Αγγέλικα Νίκλη Σολωμού στα δεκατρία της αποχωρίζεται τη φτώχεια και την πατρική οικογένεια, που την πουλά στην υπηρεσία του Κόντε Νικόλαου Σαλαμών, για να χορτάσει την πείνα της. Ο πλούσιος Κόντε -η Βενετία του είχε παραχωρήσει το μονοπώλιο του ταμπάκου- έχει την όμορφη Αγγέλικα προστατευόμενη, ερωμένη του. Φυλακισμένη στο αφιλόξενο και εχθρικό περιβάλλον του αρχοντικού, παρατηρεί τον έξω κόσμο πίσω από τα τζάμια. Δεν αργεί βέβαια να φέρει στον κόσμο τα δυο νόθα αγόρια του Κόντε. Ο Διονύσιος που θα αναγνωρισθεί Εθνικός ποιητής της Ελλάδας και ο Δημήτριος που γίνεται γερουσιαστής των Ιονίων Νήσων, ζούνε στο πλούσιο περιβάλλον του πατέρα τους. Τους νομιμοποιεί λίγο πριν πεθάνει και γίνονται βασικοί κληρονόμοι της αμύθητης περιουσίας του. Πριν κλείσει τα μάτια του παντρεύεται και την μητέρα τους Αγγέλικα, η οποία αηδιασμένη από το ερωτικό πάθος του ηλικιωμένου προστάτη της, αφήνεται να παρασυρθεί σ’ ένα φλογερό έρωτα. Ο Μανώλης Λεονταράκης θα γίνει ο δεύτερος σύζυγός της χαρίζοντας άλλα τέσσερα παιδιά. Εν τω μεταξύ το 1808 ο Διονύσιος υπό την κηδεμονία του Κόντε Διονύσιου Μεσσάλα στέλνεται για σπουδές στην Ιταλία, με την επίβλεψη του δασκάλου του αβά Σάντο Ρόσσι. Αργότερα θα σπουδάσει Νομική στη Πάντοβα, θάρθει σε επαφή με φωτισμένα πνεύματα της εποχής, ενώ παράλληλα γράφει ποίηση. Από το 1828 εγκαθίσταται στην Κέρκυρα όπου αφοσιώνεται στην μελέτη της Ελληνικής γλώσσας, αξιοποιώντας το δημοτικό τραγούδι , την Κρητική λογοτεχνία και την δημοτική γλώσσα με αναπλαστική ικανότητα. Η καλή σχέση με την μητέρα του διασαλεύεται, όταν ο ετεροθαλής αδελφός του Ιωάννης Λεονταράκης διεκδικεί μέρος της περιουσίας του Κόντε, εικαζόμενος ότι και κείνος είναι γιος του. Η μεταξύ τους δικαστική διαμάχη θα καταστρέψει την υπόλοιπη ζωή της Αγγέλικας, που χτυπημένη από το θάνατο και τη φτώχεια ξανά, δεν θα ξαναδεί το γιο της. Δεν θα της συγχωρέσει ποτέ το ψέμα της για την πατρότητα του αδελφού του. Και ενώ η διαβόητη δίκη θα φέρει στο προσκήνιο της Επτανήσου Πολιτείας την ταπεινή ζωή της μαντενούτα Αγγέλικας ο αγώνας για την Ελευθερία της Ελλάδας φουντώνει και οι στίχοι του Σολωμού πυροδοτούν τα πλήθη. Η πρωταγωνίστρια προεκτείνει την σκηνοθετική καθοδήγηση δίνοντας την αίσθηση πως αυτοσκηνοθετείται. Μετατρέπει την ακινησία της σε ζωηρή δράση με μια ενέργεια που πηγάζει από μέσα της. Κυριαρχεί στη σκηνή με μια αμεσότητα, μ’ ένα υγρό βλέμμα που δεν σηκώνει αμφισβήτηση. Επιβάλεται μεταπλάθοντας το κείμενο, δίνοντάς του μορφή και σχήμα στη συνείδηση των θεατών. Ζευγαρώνει αβίαστα γέλιο και πόνο στη δίγλωσση νποπολαλιά του κειμένου, με γρήγορους ρυθμούς. Πόνος, πικρία, νοσταλγία, θλίψη, εξαθλίωση, ντροπή, υποτίμηση, θυμός, γίνονται δάκρυ που το μαζεύει ευλαβικά στο λευκό μανταλάκι της. Δάκρυ που θα ποτίσει την εξυπνάδα, την καπατσοσύνη, την πονηριά, την αδούλωτη υποταγή, την πονεμένη της αφοσίωση, την μακροχρόνιά της απόγνωση με δίκαια διεκδίκηση, για να διασώσει την υπόληψη τη δική της και των παιδιών της. Μετακυλά με υποκριτική δεξιοτεχνία και μαχητικότητα στην διεκδίκηση της χαμένης της ζωής, της χαράς του έρωτα, της κοινωνικής αντεκδίκησης για να καταρρεύσει στη στέρηση της εκτίμησης και της αγάπης από το γιο της. Μπροστά στο σκηνικό τετράπτυχο με φωτογραφίες της εποχής και την Ελληνική Σημαία η Αγγέλικα – Μάγδα Κατσιπάνου, συνδιαλέγεται με την πειραγμένη μουσική και τις στιγμιαίες ριπές ήχων του βιολοντσέλου, που χειρίζεται επιδέξια ο Κωνσταντίνος Χίνης. Ένα ιλαρό και γλυκόπρικο αεράκι ξεφύλλισε τις σελίδες στο Libro D’ Oro, όπου οι ευγενείς Ζακυνθινοί κατοχύρωναν τους τίτλους τους. Εκεί όπου είναι γραμμένος και ο μεγάλος μας Εθνικός ποιητής, που στάθηκε σκληρός τιμωρός της μάνας του. Η εξαιρετική παράσταση πέρασε μέσα μας ανέπαφο το φως του χρόνου με κόντηδες και ποπολάρους, μοσχομυρίζοντας μπουγαρίνι και παιανίζοντας συγκίνηση. Πέρασε μέσα μας τα λόγια του ποιητή «το έθνος ζητά από μας το θησαυρό της δική μας διάνοιας, ντυμένον Εθνικά».
Συντελεστές
Κείμενο – Σκηνοθεσία: Περικλής Μοσχολιδάκης Μουσική : Κωνσταντίνος Χίνης Σκηνικά/ Κοστούμια: Μάριος Βουτσινάς Βιολοντσέλλο: Κωνσταντίνος Χίνης Σχεδιασμός Φωτισμού: Άκης Σαμόλης Φωνή Διονύσιου Σολωμού: Περικλής Μοσχολιδάκης Βοηθός σκηνοθέτη: Μάνος Γερωνυμάκης Φωτογραφίες – trailer: Αντώνης Μίκροβας Αφίσα: Δημήτρης Μητσιάνης Παραγωγή: Πολυχώρος Vault Ερμηνεία: Μάγδα Κατσιπάνου
Ημέρες Παραστάσεων:
Τετάρτη, Πέμπτη στις 21:00 Διάρκεια: 80 λεπτά (χωρίς διάλειμμα) Τιμές Εισιτηρίων: Γενική είσοδος: 12 ευρώ Μειωμένο: 10 ευρώ Φοιτητές / Μαθητές / Σπουδαστές / Κάτοχοι Κάρτας Πολυτέκνων (ΑΣΠΕ) / ΑμΕΑ / Κάτοχοι Κάρτας Ανεργίας (ΟΑΕΔ) /Συνταξιούχοι Προπώληση Viva (http://www.viva.gr/tickets/ve nues/polyxoros-vault/) 10 ευρώ Ατέλειες: 5 ευρώ Πολυχώρος VAULT THEATRE PLUS Μελενίκου 26, Γκάζι, Βοτανικός Πλησιέστερος σταθμός μετρό: Κεραμεικός (8′ περίπου με τα πόδια) Πληροφορίες-κρατήσεις: 213 0356472 / 6949534889 (για τηλεφωνικές κρατήσεις 11:00 – 14:00 και 17:00 – 21:00) Email: [email protected] m FB Page: http://www.facebook.com/VAUL TTheatreGr1