Ο Μακχήθ, «Μακ το μαχαίρι», βασικός χαρακτήρας του έργου που έγινε γνωστός από το υπέροχο τραγούδι της Λότε Λένια, είναι ένας όμορφος αρχιμαφιόζος γοητευτικός που έχει όσες γυναίκες θέλει και το μόνο που τον νοιάζει είναι να καλοπερνά. Εντυπωσιάζει τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους που υφίστανται απάνθρωπες ποινές με την εφαρμογή σκληρών νόμων και αγαπιέται σαν ήρωας για τα ιδιαίτερα ταλέντα του. Είναι άριστος κλεφτοπορτοφολάς, ένας περιβόητος κακοποιός που δραπετεύει από τις φυλακές, γίνεται άφαντος και κινείται άνετος αφού τ’ ακουμπάει χοντρά στον αστυνόμο Μπράουν, που κινεί τα νήματα του υποκόσμου. Γράφει η Χαρά Κιούση Η Πόλλυ, κόρη του Πίτσαμ, τα μπλέκει μαζί του και τον παντρεύεται κρυφά μια νύχτα. Το ανακοινώνει στους γονείς της κι κείνοι εξοργίζονται και πασχίζουν να τον στείλουν στην κρεμάλα. Ο Πίτσαμ που διατηρεί μια επιχείρηση που πουλά προστασία στους ζητιάνους διεκδικώντας μερίδιο από τα κέρδη τους, ασκώντας κριτική για το καπιταλιστικό σύστημα, εκβιάζει τον αστυνόμο πως αν δεν συλλάβει τον Μακχήθ θα χάσει την θέση του. Όταν ο Μακχήθ επισκέπτεται την πρώην αγαπημένη του Τζένη, συλλαμβάνεται από τον αστυνόμο γιατί εκείνη τον έχει καταδώσει. Στη φυλακή διαδραματίζεται μια σκηνή ζήλιας ανάμεσα στην Πόλλυ και στη Λούσυ, την κόρη του Μπράουν που μηχανορραφεί την απόδρασή του. Ο Μακχήθ όμως εκτός από το κοκαλάκι της νυχτερίδας έχει και την τύχη με το μέρος του, καθ’ όσον η μέρα του απαγχονισμού του συμπίπτει με την στέψη της βασίλισσας η οποία του δίνει χάρη, κι επιπλέον πλούσια αποζημίωση. Στο φινάλε σύσσωμος ο θίασος τραγουδά ικετεύοντας να μην τιμωρούνται τόσο αυστηρά τα αδικήματα. Ο Μπρέχτ εμπνεύσθηκε τον Μακχήθ από την ιστορία του ληστή και λαϊκού ήρωα Τζακ Σέπαρντ που έδρασε σαν κλέφτης την δεκαετία του 1720. Η «Όπερα της πεντάρας», διασκευή του έργου «Η Όπερα του ζητιάνου» του Τζων Γκαίυ (1728), γράφτηκε παραμονές του μεγαλύτερου έως τότε παγκόσμιου οικονομικού κραχ, φέρνοντας στο προσκήνιο την εκμετάλλευση του ανθρώπου από το συνάνθρωπο και την ειρωνικότητα της αδικίας. Το έργο είναι μια ψυχογραφία της ανθρώπινης φύσης σε όλες τις κοινωνικές διαστρωματώσεις, μια παρωδία όλων των θεατρικών ειδών, στο οποίο ο Μπρεχτ επέβαλλε συστημική αποστασιοποίηση στην απόδοσή του. «Η όπερα της πεντάρας» αποτελεί ένα θεατρικό είδος από μόνη της. Και αυτή ακριβώς είναι η μεγάλη δυσκολία και η μεγάλη πρόκληση για ένα σύγχρονο ανέβασμα». Η σκηνοθετική απόπειρα του Γιάννη Χουβαρδά όχι μόνο δεν προκάλεσε την αναμενόμενη αίσθηση, την εκρηκτικότητα και την ψυχαγωγική δύναμη των καταστάσεων που συνθέτουν τον κόσμο αυτού του έργου, αλλά ήταν εξαιρετικά εξαντλητική. Μια ομάδα σπουδαίων ηθοποιών εγκλωβίστηκε στο σκηνοθετικό περίγραμμα με ερμηνείες ατελείς, καρικατουρίστικες, πειραγμένες φωνές και κακόπαθα τραγούδια. Όλα δοσμένα με μια επιθετική υπερβολή που έχασε «το μεγάλο στοίχημα». Ο Θοδωρής Οικονόμου διευθύνοντας την δωδεκαμελή ορχήστρα του παρουσιάζει την ευφυή μουσική του Κουρτ Βάιλ με τον «μεικτό» της ήχο, στον οποίο ο συνθέτης παρωδεί τον «ήχο» μια άλλης εποχής. Εμφανή στοιχεία jazz, λαϊκής γερμανικής και κλασσικής μουσικής σμίγουν με το εκκλησιαστικό harmonium, χάλκινα και ξύλινα πνευστά καθώς και με ήχους του μπαντονεόν, πλησιάζοντας ερμηνευτικά το ύφος της παράστασης. Το σκηνικό της Εύας Μανιδάκη σε ψυχρό inox, είναι ένας χώρος εργασιακός -τελευταία λέξη της τεχνολογίας με ατομικούς υπολογιστές- στη μέση του οποίου υπάρχει ένα στημένο αντίστοιχης αισθητικής βάθρο, προσωπικός χώρος των Πίτσαμ. Άνωθέν του σαν έμβλημα και όμοιο με κείνο που διακοσμεί το ανοιχτό μέτωπο του οικοδεσπότη, ένα πελώριο μάτι. Ένα τρίτο μάτι που όλα τα βλέπει και τα κατασκοπεύει στο όνομα της εξουσίας. Μακιγιάζ και κοστούμια αντίστοιχης αισθητικής (κακόγουστο το κοστούμι του αφηγητή με την διπρόσωπη μάσκα που αλλοίωνε την φωνή) και φωτιστικά έντονης χροιάς, έντυσαν ζητιάνους, πόρνες, μικροεγκληματίες, αστυνομικούς, μικρά και μεγάλα αφεντικά που διαθέτουν σοβαροφάνεια, ειρωνεία, κυνισμό και συγκρούονται μέχρις εσχάτων. «Τι είναι το να ληστεύεις μια τράπεζα, μπροστά στο να ιδρύεις μια τράπεζα… κάποια ξένη ράτσα, χλωμή η μαύρη φάτσα σημάδεψε και κάνε της τα μούτρα κύμα». Αυτοί οι στίχοι και μόνον αρκούν για να καταδείξουν την διαχρονικότητα της «Όπερας της πεντάρας» που στη συγκεκριμένη παράσταση ατύχησε να αγγίξει συναισθηματικά το κοινό, που ταλαιπωρημένο από την μεγάλη καθυστέρηση στην έναρξη, αποχώρησε σε αισθητό ποσοστό στο διάλειμμα.
Πληροφορίες παράστασης
Συντελεστές-διανομή Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη Ενορχηστρωτική επιμέλεια – διεύθυνση ορχήστρας: Θοδωρής Οικονόμου Δημιουργία βίντεο: Δημοσθένης Γρίβας Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Σχεδιασμός ήχου: Κώστας Μπώκος Φωνητική Διδασκαλία: Μιχάλης Παπαπέτρου Κινησιολογική Επιμέλεια: Αμάλια Μπέννετ Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφιδάς Α’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Νατάσσα Τριανταφύλλη Β’ Βοηθοί Σκηνοθέτη: Αλέξανδρος Βαμβούκος, Ιωάννα Μπιτούνη Α’ Βοηθός σκηνογράφου: Θάλεια Μέλισσα Β’ Βοηθός σκηνογράφου: Έλλη Σπάνια Βοηθός ενδυματολόγου: Βασιλική Σουρρή Πρωταγωνιστούν Μακχήθ: Χρήστος Λούλης Κυρία Πίτσαμ: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη Κύριος Πίτσαμ: Άγγελος Παπαδημητρίου Τζέννυ: Λυδία Φωτοπούλου Αφηγητής, Αστυνόμος Μπράουν: Νίκος Καραθάνος Πόλλυ: Νάντια Κοντογεώργη Λούσυ: Κίκα Γεωργίου Παίζουν με αλφαβητική σειρά οι ηθοποιοί Αντίνοος Αλμπάνης , Μιχάλης Αφολαγιάν, Μπάμπης Γαλιατσάτος, Ελίζα Γεροντάκη, Έφη Γούση, Μαριάννα Καβαλλιεράτου, Βασίλης Κουκαλάνι, Ελένη Μπούκλη, Βασίλης Μυλωνάς, Νέστορας Κοψιδάς, Μαρία Νίκα, Γιώργος Τζαβάρας Μουσικοί Πιάνο: Θοδωρής Κοτεπάνος Κρουστά: Μαρίνος Τρανουδάκης Κοντραμπάσο: Χάρης Μέρμυγκας Μπαντονεόν: Κώστας Ράπτης Σαξόφωνο alto – κλαρινέτο: Σπύρος Νίκας Φαγκότο: Βασίλης Πριόβολος Κιθάρες – μπάντζο: Αλέξανδρος Παπαρίζος Τρομπέτα: Διονύσης Αγαλιανός Τρομπέτα: Τάσος Βιτσεντζάτος Τρομπόνι: Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος Σαξόφωνο σοπράνο: Δημήτρης Χουντής Σαξόφωνο τενόρο – φλάουτο: Τάσος Φωτίου Διάρκεια παράστασης: 150’ (με διάλειμμα) Ημέρες κι ώρες: Τετάρτη & Κυριακή 19:30, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο 20:30 Τιμή εισιτηρίου: Από 10 ευρώ Εκμεταλλευτείτε την περίοδο προπώλησης και προμηθευτείτε το εισιτήριο σας από 8 ευρώ Πληροφορίες – Κρατήσεις: Στο τηλέφωνο 211 1000 365 και www.ticket365.gr Θέατρο Παλλάς Βουκουρεστίου 5, Αθήνα