Το θέατρο δεν περνά κρίση μόνο στις μέρες μας με αναξιόλογα έργα. Συνέβαινε και στην ταραγμένη Αθήνα. Κάτι τέτοιες εποχές ο θεός του Θεάτρου, ο Διόνυσος, αποφασίζει να αναλάβει δράση.
Γράφει η Χαρά Κιούση
Με τον δούλο του τον Ξανθία κατεβαίνει στον Άδη για να φέρει στον πάνω Κόσμο τον καλλίτερο τραγικό ποιητή ώστε ν’ αρχίσουν ξανά αξιόλογοι δραματικοί αγώνες στην Αθήνα. Στον Άδη η κατάσταση είναι οξυμένη, γιατί ο Ευριπίδης διεκδικεί από τον Αισχύλο τα πρωτεία.
Τότε ο Πλούτων καλεί τον Διόνυσο να είναι διαιτητής σ’ ένα δραματικό διαγωνισμό ανάμεσα στους δυο τραγικούς. Ο ποιητικός αγώνας αρχίζει και τα κωμικά ευρήματα που διαδέχονται τα φαρσικά φέρνουν στο φως, μέσα από την πικρή σατυρική διάθεση του Αριστοφάνη, την διαχρονική σκοπιμότητα του έργου.
Η κωμωδία που διδάχθηκε για πρώτη φορά στα Λήναια το 405 πχ κερδίζοντας τα «Πρωτεία», παίρνει τον τίτλο της από τη χορωδία βατράχων που εμφανίζονται μόνο μια φορά σ’ ένα χορικό. Ειρωνική επιλογή του Αριστοφάνη, ότι θέτουν το μέτρο για τη σχέση της καλής με την κακή μουσική, με πρόθεση να κριτικάρει πρωτίστως τους τραγικούς αλλά και να αφήσει το πολιτικό του μήνυμα προτρέποντας την επιστροφή στην ολιγαρχία.
Ο θάνατος του Ευριπίδη – ο Αισχύλος είχε ήδη πεθάνει πριν από πενήντα χρόνια- έδωσε στον Αριστοφάνη το κίνητρο να γράψει τους «Βατράχους». Ο κωμωδιογράφος που έζησε την περίοδο της δόξας αλλά και της πολυτάραχης πολιτικής συμφοράς της Αθήνας, επιχειρεί να επαναφέρει το μεγαλείο στην αβεβαιότητα του παρόντος. Οι «Βάτραχοι» είναι ένα είδος συγκριτικής μεταξύ του έργου του Αισχύλου και κείνο του Ευριπίδη μετά την κατάπτωση της θεατρικής τέχνης στην Αθήνα.
Ο Αριστοφάνης σατιρίζει τις δοξασίες για τον Κάτω Κόσμο, την προσήλωση στις θρησκευτικές επιταγές, την παρερμηνεία του πνεύματος και του ηθικού συμβολισμού των μυστηρίων, της κατάχρησης και διαφθοράς των πολιτικών αρχηγών. Τα έργα του συμπερασματικά αποτελούν «ένα ζωντανό σχόλιο για τη ζωή στην Αθήνα σε διάστημα 36 χρόνων» επικυρώνοντας το «ότι τα έργα δεν πεθαίνουν μα μένουν με τους ζωντανούς». Αν και ο Διόνυσος, μασκαρεμένος με την λεοντή ως Ηρακλής, επιθυμεί να αναστήσει τον έναν από τους τραγικούς, ο Αριστοφάνης καταδικάζει τον Ευριπίδη «τον από σκηνής φιλόσοφο» στο σκοτάδι. Βέβαια αιώνες αργότερα, οι ποιητές τον ανέβασαν στη γη και αποκατέστησαν τη φήμη του.
Η παράσταση «Βάτραχοι-Project», σε σκηνοθεσία Νίκου Χατζόπουλου, επιχειρεί να κάνει αυτήν την κατάβαση στον Άδη ένα ταξίδι, με οδηγό έναν έμπειρο τουριστικό πράκτορα. Ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα και τέσσερα όμοια μετακινούμενα επιδαπέδια πλαίσια που γίνονται δρόμος και βάρκα στον διάπλου της Αχερουσίας λίμνης, εξυπηρετούν τις ανάγκες του Project στην μικρή κλειστή σκηνή.
Ένα τεράστιο φωσφορίζον καθοδικό βέλος δείχνει την οδό Αναπαύσεως, ενώ δυο τηλεοπτικά παράθυρα εν είδη πλάστιγγας εκατέρωθέν του, σηματοδοτούν την αντιδικία των δυο παιχτών ποιητών, με συντονιστή τον Διόνυσο.
Σε βίντεο προβολή Αισχύλος και Ευριπίδης -τον πρώτο τον θεωρείς σοφό, τον δεύτερο τον ευχαριστιέσαι- στο υποτιθέμενο ανάκτορο του Πλούτωνα φιλονικούν για το έπαθλο της επιστροφής στο φως. Αρχίζουν τα λυρικά τους με κωμικό στόμφο και ο μεν Ευριπίδης παρουσιάζεται παρακμιακός και στιχουργικά μονότονος, προσπαθώντας να «απομακρύνει την τραγωδία από το ηρωικό πρότυπο του παρελθόντος». Ενώ ο Αισχύλος επιβραβεύεται για το επινοητικό του πνεύμα και τις «δραματικές σιωπές των ηρώων του».
Σ’ έναν αγώνα όπου «γίνεται του Αισχύλου και του Ευριπίδη», σε μια ονειροφαντασία όπου οι νεκροί είναι πιο ζωντανοί από τους ζωντανούς, οι πολύ καλές ερμηνείες των ηθοποιών απέδωσαν με κέφι, ζωντάνια, άνεση, αμεσότητα και χωρίς υπερβολές το σκωπτικό ύφος του Αριστοφάνη.
Η εύστοχη μετάφραση της Νικολέττα Φριντζήλα που διατηρεί την απολαυστικότητα του λόγου και οι όμορφες κεφάτες μουσικές του Βάιου Πράπα που παίζει επί σκηνής με τον Οδυσσέα Μισόρη, καθώς η εκφραστική απόδοση των χορικών έκαναν κοντινό μας το κείμενο. Σημαντική η παρουσίαση της Αριστοφανικής Παράβασης από τον θίασο που βλέπει κατά πρόσωπο τους θεατές στους οποίους απευθύνεται.
Η παράβαση έχοντας κεντρική θέση στην κωμωδία -«ένα αυτόνομο τμήμα παλαιάς τελετουργίας στερεωμένο στη δομή του έργου»- διακόπτει τη δράση εφιστώντας την προσοχή σε όσα θα επακολουθήσουν.
Ο ηθικός αντίκτυπος των ποιητικών έργων, η νουθεσία και η αναψυχή μεταφέρθηκαν στο κοινό που γέλασε αβίαστα και χειροκρότησε θερμά την παράσταση.
Συντελεστές:
Μετάφραση «Βατράχων»: Νικολέττα Φριντζήλα
Διασκευή: ο θίασος
Σκηνοθεσία: Νίκος Χατζόπουλος
Σκηνικά – Κοστούμια: Βασίλης Παπατσαρούχας
Μουσική: Βάιος Πράπας
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Βίντεο: Ελεονόρα Λύτρα
Παίζουν:
Δήμητρα Βλαγκοπούλου
Άννα Κλάδη
Χρήστος Κοντογεώργης
Μιχάλης Πανάδης
Μουσικοί επί σκηνής: Βάιος Πράπας, Οδυσσέας Μισόρης
Μια παραγωγή του Από Μηχανής Θεάτρου