Χρυσός κανόνας στο μπαλέτο είναι ότι δεν υπάρχει κανόνας. Κάποιοι λένε ότι μια μπαλαρίνα πρέπει να αποσύρεται την «κατάλληλη στιγμή». Και ποια είναι δηλαδή αυτή η κατάλληλη στιγμή; Μία από τις πιο κορυφαίες μπαλαρίνες του κόσμου, η Μάγια Πλισέτσκαγια έφυγε από τη σκηνή σχεδόν μετά από 50 χρόνια στα Μπολσόι. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος Το μπαλέτο δεν έχει κανόνες ιεραρχίας. Μια μπαλαρίνα μπορεί να διακριθεί και ένα απρόβλεπτο ή προβλέψιμο γεγονός να τη φέρει από τη θέση της πρωταγωνίστριας στην αφάνεια. Δύο γυναίκες, μέλη του εθνικού μπαλέτου της Ελλάδας, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, η Μαργαρίτα Κώστογλου και η Αριάδνη Φιλιππάκη μιλούν στο newsbeast.gr. Για την αγάπη τους, τη ζωή τους και τους μύθους γύρω από το χόμπι τους που έκαναν επάγγελμα. Και οι δύο συμμετέχουν στην παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Αίντα, του Τζουζέπε Βέρντι. Μιλήσαμε μαζί τους στα παρασκήνια του Ωδείου Ηρώδου του Αττικού λίγο πριν την έναρξη της τεχνικής πρόβας για την παράσταση, η οποία ανοίγει το Φεστιβάλ Αθηνών. Καταρρίπτοντας μερικά από τα στερεότυπα που ίσως είχαμε χτίσει στο μυαλό μας για τις μπαλαρίνες…
Μαργαρίτα Κώστογλου
– Μαργαρίτα, υπάρχει τελικά όριο ηλικίας για μία μπαλαρίνα; Η Πλισέτσκαγια έμεινε στα Μπολσόι για σχεδόν 50 χρόνια ξεπερνώντας κατά πολύ κάθε πιθανό όριο ηλικίας. «Θεωρώ ότι κάποια στιγμή το σώμα αναγκαστικά φθίνει. Βέβαια τα συναισθήματα μένουν τα ίδια και μεγαλώνει η αγάπη για το χορό. Όσο υπάρχει αγάπη, καλή θέληση και ενδιαφέρον για το επάγγελμα, μία μπαλαρίνα μπορεί να παρατείνει το χρόνο παραμονής της στη σκηνή. Όλα βασίζονται στην ιδιοσυγκρασία και στο γνώθι σ’ αυτόν του καθενός. Στο να μπορεί να πει “στοπ”, αποχωρώντας αξιοπρεπώς. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα πράγματα σταματούν εκεί. Μία χορεύτρια μπορεί να συνεχίσει διδάσκοντας ή συμμετέχοντας σε παραστάσεις και σε ρόλους ανάλογους με την ηλικία της. Για παράδειγμα ο Γύρι Κίλιαν έχει χωρίσει το μπαλέτο του σε τρία τμήματα: junior, ενήλικες και τους πιο μεγάλους, στους οποίους ανέθετε κυρίως χοροθεατρικά δρώμενα, τα οποία δεν απαιτούσαν πολύ έντονη κίνηση. Αυτός ο άνθρωπος κατάφερε να αξιοποιήσει με μεγάλο σεβασμό το έμψυχο δυναμικό του. Και οι χορευτές του αντίστοιχα δίνουν διαρκώς τον καλύτερό τους εαυτό με δεδομένο το σεβασμό που κι εκείνος δείχνει απέναντί τους». – Επομένως δεν σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν… «Το αντίθετο. Δεν πεθαίνει ένας χορευτής όταν μεγαλώνει. Δεν του ρίχνουν μία με το ρόπαλο και αυτό ήταν, εάν αυτό νομίζεις. Ωστόσο είναι και λίγο υποκειμενικό το ζήτημα, ανάλογα με την περίπτωση. Γιατί μπορεί να χρειαστεί κάποια κοπέλα να σταματήσει το μπαλέτο κι ας είναι νέα σε ηλικία, λόγω των τραυματισμών που ενδέχεται να υποστεί σε κάποια στιγμή της καριέρας της. – Πώς ξεκίνησες και γιατί αποφάσισες να γίνεις μπαλαρίνα; «Παρακολουθούσα συχνά τις παραστάσεις της Λυρικής καθότι η βαφτισιμιά του πατέρα μου είναι κι εκείνη χορεύτρια εδώ, κι ερχόμουν να τη δω. Ονειρευόμουν από παιδί να μπω στη Λυρική. Ήταν το μεγαλύτερό μου όνειρο. Η αρχή έγινε το 2012 όταν ξεκίνησα τη διαδρομή μου στη Λυρική Σκηνή. Στην πραγματικότητα όμως, ήμουν ήδη μέλος της καθότι με τη Φιλιππάκη, τη συνάδελφο (δείχνει την Αριάδνη δίπλα της), ήμαστε μαζί στη σχολή της Λυρικής». – Αυτή είναι και η μοναδική επίσημη σχολή χορού στην Ελλάδα; «Μαζί με την Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης. Εμείς όμως δίνουμε μεγαλύτερο βάρος στο πιο κλασικό ρεπερτόριο. Ενώ η Κρατική επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στο σύγχρονο χορό. Μετά από τρία χρόνια φοίτησης μπήκαμε στην ομάδα με τη συνάδελφο». – Χάνεις ένα μέρος της προσωπικής σου ζωής, το μπάνιο σου το καλοκαίρι, ένα φαγητό με την παρέα σου την Κυριακή λόγω των απαιτήσεων που έχει το μπαλέτο; «Θα σου πω κάτι που θα σου φανεί κοινότοπο. Ωστόσο αυτή είναι η πραγματικότητα. Όταν γουστάρεις κάτι, θέλεις να το κάνεις. Πάει και τελείωσε! Το αγαπάω αυτό που κάνω. Και δε λέω ποτέ ότι έχασα δύο εβδομάδες διακοπών τον Αύγουστο επειδή έκανα σεμινάρια. Στο κάτω κάτω είναι κάτι που με ενδιαφέρει και μου προσφέρει εμπειρίες. Αν το δεις και αλλιώς είμαι πολύ τυχερή που έκανα το χόμπι μου επάγγελμα. Επομένως δεν αισθάνομαι ότι θα πάω στη δουλειά, στο γραφείο ή οτιδήποτε σχετικό. Ποτέ δεν σκέφτομαι “ω, ρε, πόσες ώρες διάβασα!”. Από ένα σημείο και ύστερα όλο αυτό έγινε η ζωή μου». – Πόσο έντονος είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ σας; «Κατά περιόδους είναι πολύ έντονος. Εξαρτάται από τις παραγωγές, το διευθυντή, το χορογράφο. Και περνάω περιόδους στις οποίες καταρρέουν τα όσα ενδεχομένως πίστευα για τον εαυτό μου. Εκεί που νόμιζα ότι έχω κάνει μεγάλη πρόοδο και ότι έκανα πέντε βήματα μπροστά, βρίσκομαι ξανά στον πάτο και πάλι από την αρχή. Αυτό βέβαια είναι κάτι που μπορώ να το καταλάβω μόνο εγώ και να το τραγικοποιήσω μέσα μου. Γι’ αυτό και πρέπει να είμαστε προσγειωμένοι. Να είμαστε σε θέση να καταλάβουμε ότι ο καθένας μπορεί να ανήκει σε αυτή την ομάδα, προσφέροντας κάτι διαφορετικό από τον άλλο». – Ποια είναι οι διάρθρωση ενός μπαλέτου, για να μπορέσουν να καταλάβουν κάποια πράγματα και όσοι δεν γνωρίζουν λεπτομέρειες γι’ αυτό; «Καταρχάς υπάρχει το corps de ballet, το οποίο σου ανέφερα προηγουμένως. Είναι τα χορευτικά σύνολα, τα οποία συμμετέχουν σε μία παράσταση. Μία ομάδα ατόμων που χορεύουν όλοι μαζί. Στη συνέχεια έχουμε τους κορυφαίους. Αυτοί χορεύουν σε λίγο πιο προβεβλημένη θέση. Επίσης μπορούν να κάνουν τρίτους ρόλους, μικρά σόλο ή ντουέτα. Ακολουθούν οι σολίστ, οι οποίοι έχουν δεύτερους ρόλους σε μία παράσταση και επιφορτίζονται με μεγαλύτερα χορευτικά και ερμηνευτικά μέρη. Στην κορυφή ενός μπαλέτου βρίσκονται οι πρώτοι χορευτές. Πιο πρίμα δεν πάει! Είναι οι πρωταγωνιστές και ταυτόχρονα οι πιο ολοκληρωμένοι καλλιτέχνες. Αυτοί πρέπει να διαθέτουν εκτός από χορευτικές ικανότητες και υποκριτικό ταλέντο. Ο θεατής άλλωστε το πρώτο πράγμα που θα παρατηρήσει δεν είναι εάν ξέφυγε κάτι στην κίνηση. Τον ενδιαφέρει κυρίως να καταλάβει την υπόθεση και το ρόλο». – Είναι το όνειρο κάθε μπαλαρίνας να γίνει κορυφαία ή ακόμα καλύτερα να γίνει πρίμα μπαλαρίνα; «Σίγουρα είναι ένας στόχος. Και το να γίνει κάποια από εμάς κορυφαία σε πρώτη φάση, είναι μία αναγνώριση των προσπαθειών μας. Περισσότερη σημασία όμως έχει να είμαι υγιής. Πέρα από τον τίτλο, ο οποίος μπορεί μετά από λίγο καιρό να μην υπάρχει πια. Μπορεί ένας διευθυντής ή ένας χορογράφος να σταματήσει να βλέπει το “κάτι” σ’ εσένα. Έτσι απλά. Και να πει: “Έχεις τον τίτλο κοπέλα μου, αλλά μου αρέσουν κι άλλοι περισσότερο από εσένα”. Επομένως πρέπει να υπάρχει μία μέση κατάσταση. Να δίνονται ευκαιρίες σε κάθε χορευτή, αλλά κυρίως για το καλό του συνόλου και όχι με κριτήριο την ατομική του προβολή». – Το επίπεδο στην Ελλάδα είναι αντίστοιχο με τη βασιλική ακαδημία του Λονδίνου ή με τα Μπολσόι; «Την Ελλάδα τη λατρεύουμε όπως είναι. Δυστυχώς όμως πολλοί Έλληνες έχουν τη νοοτροπία, στην οποία κυριαρχεί το “je m’en fous” και το “δε βαριέσαι μωρέ”. Λέμε επίσης: “Δεν πειράζει, ας ξεκινήσει το παιδί να κάνει μπαλέτο στα 18”, ενώ στο εξωτερικό τα παιδάκια ξεκινούν από τα 5 τους. Στην Ελλάδα εάν μία μπαλαρίνα δεν έχει απολυτήριο Λυκείου, δεν μπορεί να μπει στο χώρο». – Μπήκες στο παιχνίδι όντας ένα από τα πολλά κορίτσια που έστειλαν οι γονείς τους για μπαλέτο; «Όχι. Δεν έγινε έτσι. Με μάγεψαν από την πρώτη στιγμή τα κοστούμια, τα παραμύθια, οι πρίγκιπες…! Οι πουέντ (τα παπούτσια του μπαλέτου). Σ’ αυτόν τον ονειρικό κόσμο ήθελα να μπω». – Γιατί οι άντρες είναι πολύ λιγότεροι από τις γυναίκες στο μπαλέτο; «Εκτός από την προκατάληψη που υπάρχει, αρκετοί θεωρούν ότι το μπαλέτο είναι αρκετά θηλυπρεπές και κάπως ξεπερασμένο. “Τι θα κάνω, τον πρίγκηπα;” σκέφτεται συνήθως ένας άντρας. Προτιμούν να κάνουν χιπ-χοπ ή πιο σύγχρονα πράγματα οι άντρες». – Σε έχουν προσβάλλει ποτέ στη δουλειά σου επειδή δεν ήσουν αποδοτική κάποια μέρα; «Με έχουν προσβάλλει. Μπορεί όμως κι εγώ να το έχω κάνει προς κάποιο συνάδελφό μου, μόνο και μόνο επειδή δεν είναι η μέρα μου. Δεν θα ήθελα να χαρακτηρίσω κακία μία τέτοια συμπεριφορά, ωστόσο ο ανταγωνισμός υπάρχει και κάποιες φορές μας θολώνει το μυαλό». – Το γεγονός ότι συμμετέχεις στην Αίντα τη σημαίνει για σένα; «Τα πάντα….! (Γελάει). Είναι μία μεγάλη και εντυπωσιακή παραγωγή. Επίσης να πω ότι το 1958 η ίδια παράσταση είχε ανέβει και πάλι από την Εθνική Λυρική Σκηνή όταν άνοιγε το θέατρο Ολύμπια στην Ακαδημίας. Επίσης σκέψου ότι σε λίγο καιρό θα πάμε στο Κέντρο Πολιτισμού, Σταύρος Νιάρχος… Όλα αυτά κάνουν λίγο πιο έντονα τα συναισθήματά μας για το μπαλέτο».
Αριάδνη Φιλιππάκη
– Αριάδνη, πόσο σημαντικός είναι ο σωματότυπος για μία χορεύτρια; Ρωτάω γιατί η Misty Copeland απορρίφθηκε πολλές φορές έως ότου καταξιωθεί επαγγελματικά. Παρόλ’ αυτά έγινε αυτή που είναι σήμερα. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι μαύρη χορεύτρια, η οποία έχει αρκετά μεγάλο στήθος για μπαλαρίνα. Παρόλ’ αυτά κάνει μεγάλη καριέρα. «Εάν μιλάμε για κλασικό μπαλέτο, το σώμα είναι το α και το ω. Πλέον τα πράγματα έχουν διαφοροποιηθεί ελαφρώς και εξαρτάται και από την ήπειρο στην οποία βρισκόμαστε. Η Αμερική για παράδειγμα έχει διαφορετικά πρότυπα σε σχέση με την Ευρώπη». – Ποιο είναι το πρότυπο της Ευρώπης; «Αυτό που ψάχνουν στην Ευρώπη είναι μία μπαλαρίνα που να έχει όσο το δυνατόν πιο ιδανικές αναλογίες. Να έχει μακριά χέρια και μακριά πόδια και όσο το δυνατόν πιο ομοιόμορφα χαρακτηριστικά». – Λόγοι απόδοσης ή μόνο λόγοι εξωτερικής εμφάνισης υπαγορεύουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά; «Φυσικά είναι και θέμα απόδοσης. Γιατί υπάρχουν κινήσεις και χορευτικά που χρειάζονται αντοχή και έχουν αρκετές δυσκολίες. Ακόμα και το πόσο ψηλά θα σηκώσω το πόδι μου ή στην εκτέλεση των αλμάτων, το περιττό βάρος μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο. Για μένα το πιο σημαντικό είναι οι φιγούρα του χορευτή και η σκηνική του παρουσία. Κακά τα ψέματα εξάλλου, όλα γίνονται πάνω στη σκηνή». – Διάλεξες το μπαλέτο ή σε διάλεξε εκείνο; «Κανένας από τους δικούς μου δεν είχε σχέση με το αντικείμενο. Ούτε έλαβα κάποια συγκεκριμένα ερεθίσματα από το περιβάλλον μου. Πήγα κι εγώ όπως όλα τα κοριτσάκια για να μάθω μπαλέτο. Μετά ξεκίνησα τη ρυθμική γυμναστική, κάνοντας πρωταθλητισμό, κι εκεί είδα το πόσο σκληρά είναι τα πράγματα. Στη συνέχεια σταμάτησα τη ρυθμική και γύρισα στο μπαλέτο, ενώ μπήκα στη σχολή της Λυρικής στα 16 μου για να γίνω επαγγελματίας χορεύτρια». – Αν σκεφτόσουν τον εαυτό σου σε 10 χρόνια από σήμερα, ποιος είναι ο στόχος σου; «Θα ήθελα να εξελιχθώ όσο το δυνατόν περισσότερο μέσα στην ομάδα, στην οποία ανήκω». – Στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό; «Δεν θα σου πω ότι η φυγή στο εξωτερικό δεν είναι στο μυαλό μου ή ότι δεν έχω προσπαθήσει κατά το παρελθόν. Ταυτόχρονα όμως νοιώθω μεγάλη τιμή που βρίσκομαι στο εθνικό μπαλέτο της χώρας μου. Είμαι πάρα πολύ τυχερή και ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στην ηλικία μου, που έχω κάνει επάγγελμα το χόμπι μου και τη μεγαλύτερή μου αγάπη». – Θα σε ρωτήσω το ίδιο που ρώτησα τη Μαργαρίτα προηγουμένως. Χάνεις ένα κομμάτι του εαυτού σου όντας «υποχρεωμένη» να βρίσκεσαι το Σάββατο στην τεχνική πρόβα της Λυρικής Σκηνής για την Αίντα; «Όχι. Θα έχανα ένα κομμάτι του εαυτού μου εάν δεν ήμουν εδώ τώρα». – Ας πούμε ότι βρίσκεσαι σε ένα μαγαζί με την παρέα σου και σου συστήνουν κάποιον, λέγοντάς του ότι «η κοπέλα είναι μπαλαρίνα στη Λυρική Σκηνή». Ποια είναι η συνηθέστερη αντίδραση; «Οι αντιδράσεις είναι ποικίλες. Κάποιοι μπορεί να μην ξέρουν καθόλου τι είναι αυτό που κάνω. Κάποιοι άλλοι εντυπωσιάζονται. Και άλλοι απλά αδιαφορούν. Σπανίως περνάει αδιάφορο πάντως, αλλά υπάρχουν κάποιοι που μπορεί να ρωτήσουν: “Τι; Τραγουδίστρια είσαι στη Λυρική;” Πολλοί είναι αυτοί που “δεν το ‘χουν”. Επίσης εάν δεν τονίσω ότι είμαι χορεύτρια στη Λυρική δεν ξέρω που μπορεί να πάει το μυαλό του καθενός. Κι αυτό με δυσαρεστεί ιδιαίτερα». – Πόσο συχνά σου συμβαίνει όταν λες ότι είσαι μπαλαρίνα, να σε σκανάρουν με το βλέμμα τους από πάνω έως κάτω για να κάνουν εικόνα αυτό που μόλις έχουν ακούσει να τους λες; «Μου συμβαίνει πολλές φορές. Και βέβαια όχι πολύ καιρό, καθότι είμαι μόλις 4 χρόνια στη Λυρική. Δεν το πιστεύω όταν το λέω. Όταν με κοιτάζουν πάντως, δεν νοιώθω άβολα. Ένα μεγάλο κομμάτι της δουλειάς μου εξάλλου, είναι η εικόνα μου. Κι αυτό είναι και το επικίνδυνο της υπόθεσης». – Τι εννοείς όταν λες επικίνδυνο; «Σκέψου πόσες ώρες είμαστε μέσα στο στούντιο και κάνουμε πρόβες μπροστά σε έναν καθρέφτη. Και μετά θυμήσου αυτό που σου είπε προηγουμένως η Μαργαρίτα περί ψυχικής ισορροπίας. Ασυνείδητα παθαίνει μια μπαλαρίνα εμμονή με την εικόνα της. Ωστόσο έχει σημασία σε ποιο όριο φτάνει ο ναρκισσισμός. Εάν ξεπεράσει το επιτρεπτό όριο μπορεί να είναι καταστροφικές οι συνέπειες». Μαργαρίτα Κώστογλου: «Πάρε παράδειγμα εμένα!», λέει καθώς πετάγεται από δίπλα γελώντας. «Πάντως, υπάρχουν παραδείγματα και περιπτώσεις στις οποίες κάποιες μπαλαρίνες νομίζουν ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι στην πραγματικότητα. Το πιο δύσκολο για μια μπαλαρίνα είναι να διαχειριστεί την υποβάθμιση του ρόλου της. Όταν έρθει ένας καινούργιος χορογράφος και την υποβιβάσει από κορυφαία που μπορεί να ήταν κάποτε σε μέλος του corps de ballet. Το πιο δύσκολο είναι να δεχτείς ότι ο χορογράφος ή διευθυντής μπορεί να δει και κάτι σε κάποιον άλλο εκτός από εσένα». – Πόσο σημαντική είναι η σχέση ενός χορευτή με το διευθυντή ή το χορογράφο του μπαλέτου; «Όλα είναι θέμα χημείας. Αυτό θα σου απαντήσω εγώ. Και εντάξει, μπορεί να υπάρχει και η διαπροσωπική σχέση που πάντοτε επηρεάζει, παρόλ’ αυτά το βασικότερο πράγμα είναι η επικοινωνία». – Ποια μπαλαρίνα είναι η αγαπημένη σου; «Πέρα από τη Μαργαρίτα Κώστογλου (γελάει κοιτάζοντας τη Μαργαρίτα δίπλα της), η αγαπημένη μου χορεύτρια είναι η Πολίνα Σιμιόνοβα. Είναι ήρεμη δύναμη γι’ αυτό μ’ αρέσει». – Σας βγαίνει σωματικός πόνος όταν χαλαρώνετε; «Πάρα πολύ. Φαντάσου ότι μπορεί την πρώτη μέρα να ξυπνήσω καλά και τη μεθεπόμενη ο πόνος να είναι ανυπόφορος. Μετά την Τρίτη μέρα βγαίνει πια η ένταση της χρονιάς…»
Πληροφορίες για την Αίντα
Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης (10,11/6) – Ηλίας Βουδούρης (12,15/6) Σκηνοθεσία: Ενρίκο Καστιλιόνε Πρεμιέρα: 10 Ιουνίου Παραστάσεις; 11, 12, 15 Ιουνίου 2016 Ώρα έναρξης: 21.00 Ωδείο Ηρώδου Αττικού Νέα παραγωγή, από το Φεστιβάλ Όπερας της Ταορμίνας, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών