«Ο κύριος Τζόουνς, ο ιδιοκτήτης του αρχοντικού αγροκτήματος, είχε κλειδώσει τα κοτέτσια, αλλά ήταν πολύ μεθυσμένος για να θυμηθεί να κλείσει και τα παραθυράκια τους. Μόλις έσβησε το φως της κρεβατοκάμαρας, παρατηρήθηκε μια ταραχή και ένα βουητό απλώθηκε ολόγυρα στο αγρόκτημα. Στο διάστημα της μέρας είχε κυκλοφορήσει η φήμη ότι ο γέρο-στρατηγός, ο τιμημένος άσπρος κάπρος είχε δει ένα παράξενο όνειρο την προηγούμενη νύχτα και ήθελε να το αφηγηθεί στα άλλα ζώα. Συμφωνήθηκε ότι θα συναντιόνταν όλα στην μεγάλη σιταποθήκη, αφού βεβαιώνονταν ότι ο κ. Τζόουνς είχε αποκοιμηθεί.[…] “Σύντροφοι, όλοι ακούσατε για το παράξενο όνειρο που είδα χθες βράδυ. Θα σας μιλήσω όμως αργότερα γι’ αυτό. Τώρα έχω κάτι άλλο να σας πω. Δεν νομίζω, σύντροφοι, ότι θα είμαι μαζί σας για πολύ καιρό ακόμη, και πριν πεθάνω, αισθάνομαι καθήκον μου να σας μεταδώσω όλη την πείρα που απόκτησα”». Τέσσερα χρόνια πριν κυκλοφορήσει το τελευταίο και διασημότερό του βιβλίο, το «1984», ο Βρετανός συγγραφέας Τζορτζ Όργουελ είχε ήδη προλάβει να δημιουργήσει μία κατάμαυρη πολιτική σάτιρα με το μυθιστόρημά του «Η Φάρμα των Ζώων» (1945). Ποτέ άλλοτε ένα βιβλίο με ζώα, με στοιχεία ανθρωπομορφισμού βεβαίως, στη θέση των πρωταγωνιστών δεν προκάλεσε τόσες αντιδράσεις, δεν δέχθηκε τόσες απορρίψεις, δεν κινήθηκε στη σφαίρα της παρανομίας και του θρύλου, όσο η «Φάρμα των Ζώων». Κι όμως, παρά την απατηλή πρώτη εντύπωση που θα έδινε, δίχως άλλο, το πρώτο χειρόγραφο στους εκδότες – την επαγγελία μίας παραμυθένιας ιστορίας, με στοιχεία διδακτισμού και ηθικοπλαστικό μήνυμα – το μυθιστόρημα του Όργουελ ήταν μία βόμβα, μία αμείλικτη, απροκάλυπτη αλληγορία της διαφθοράς του σταλινικού καθεστώτος. «Πόσο μόχθησαν και ιδρωκόπησαν μέχρι να συλλέξουν το σανό! Οι προσπάθειές τους όμως ανταμείφτηκαν: η σοδειά ήταν πολύ πιο μεγάλη απ’ όσο ελπίζανε. Ήταν φορές που η δουλειά ήταν σκληρή. Τα εργαλεία είχαν σχεδιαστεί να χρησιμοποιούνται απ’ τους ανθρώπους κι όχι απ’ τα ζώα. Έτσι τα εμπόδια ήταν μεγάλα επειδή κανένα ζώο δεν ήταν σε θέση να μεταχειριστεί ένα εργαλείο που απαιτούσε όρθια στάση. Τα γουρούνια όμως ήταν τόσο ξύπνια που κάθε δυσκολία κατάφερναν να την ξεπερνούν. Όσο για τ’ άλογα, γνώριζαν κάθε σπιθαμή του χωραφιού και την τέχνη να θερίζουν και να δικρανίζουν πολύ καλύτερα από τον Τζόουνς και τους ανθρώπους του. Τα γουρούνια στην πραγματικότητα Δε δούλευαν αλλά διεύθυναν και καθοδηγούσαν τ’ άλλα. Με τις ανώτερες γνώσεις που είχαν, ήταν φυσικό πως θα έπαιρναν στα χέρια τους την εξουσία. […] ». Σε αυτή τη δυστοπική ιστορία,, τα ζώα μιας φάρμας μη ανεχόμενα την σκληρή αντιμετώπιση του ανθρώπου-αφέντη επαναστατούν. Δύο γουρούνια, ο Χιονάτος και ο Ναπολέων, παρακινημένα από τις επαναστατικές θεωρίες ενός γέρικου, προσφάτως εκλιπόντος χοίρου, του Old Major, υποκινούν μία επανάσταση, με τις ευλογίες όλων των ζώων. Οι ανθρώπινοι αφέντες τους εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη φάρμα. Τα ζώα, με την καθοδήγηση των γουρουνιών, αρχίζουν να συμβιώνουν και να συνεργάζονται, υπό ένα καθεστώς απόλυτης ισότητας, με την αρχή μάλιστα «Όλα τα ζώα είναι ίσα». «Οι φτερούγες των πουλιών, σύντροφοι, τους είπε, είναι όργανα που χρησιμεύουν στο πέταγμα, δεν είναι όργανα που κάνουν δουλειές. Πρέπει, λοιπόν, να τα θεωρείται σαν πόδια. Τα όργανα που κάνουν τον Άνθρωπο να ξεχωρίζει, είναι τα χέρια. Με τα χέρια κάνει όλο το κακό. Τα πουλιά δεν πολυκατάλαβαν τα λόγια του Χιονάτου, αλλά δέχτηκαν την ερμηνεία του. Όλα τα ζώα, ακόμη και τα ταπεινότερα, στρώθηκαν να αποστηθίσουν το καινούργιο ρητό. «Τα τετράποδα είναι καλά, τα δίποδα είναι κακά», το οποίο γράφτηκε στον τελευταίο τοίχο της σιταποθήκης, πάνω από τις Εφτά Εντολές και με πιο μεγάλα γράμματα. Τα πρόβατα, από τη στιγμή που έμαθαν το ρητό απέξω, το αγάπησαν τόσο πολύ που κάθε φορά που έβοσκαν στο λιβάδι άρχιζαν όλα μαζί να το βελάζουν: “Τα τετράποδα είναι καλά, τα δίποδα είναι κακά, τα τετράποδα είναι καλά, τα δίποδα είναι κακά!” Αυτό κρατούσε ώρες κι ούτε που τα κούραζε καθόλου». Ωστόσο, η ακόρεστη δίψα του Ναπολέοντα για εξουσία θα οδηγήσει στην εκδίωξη του Χιονάτου, τη μετατροπή της κοινότητας σε απολυταρχικό καθεστώς και στην κατάλυση των δικαιωμάτων των ζώων. Και η νέα τυραννία που τα περιμένει είναι εξίσου σκληρή με την προηγούμενη: Όλα τα ζώα είναι ίσα, αλλά μερικά είναι πιο ίσα από τα άλλα. Οι αναφορές του Όργουελ στην ιστορία του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού είναι προφανείς. Ο γηραιός, σοφός Old Major που πεθαίνει προτού δει τις θεωρίες του να γίνονται πραγματικότητα είναι μία σαφής αναφορά στον Μαρξ, αλλά και τον Λένιν. Ο Χιονάτος είναι ο «αποδιοπομπαίος» Τρότσκι. Και ο Ναπολέων, όπως υποδηλώνει και το «απολυταρχικό» όνομά του, μία συγκαλυμμένη εκδοχή του Στάλιν που εγκαθιδρύει μία νέα δικτατορία. Ο Τζορτζ Όργουελ (1903-1950) υπήρξε υπέρμαχος του σοσιαλισμού, και ιδίως του αναρχο-συνδικαλισμού, ενώ ήταν και φιλικά προσκείμενος στον τροτσκισμό. Οι βιαιότητες που αντίκρισε κατά τη διάρκεια του ισπανικού εμφυλίου (1936-1939) – η βίαιη καταστολή των αναρχικών της Καταλονίας από τους Ισπανούς κομμουνιστές, με τις ευλογίες της Σοβιετικής Ένωσης – τον έκαναν πολέμιο της ΕΣΣΔ και ιδίως του Σταλινισμού. Στα μάτια του Όργουελ, η Σταλινική ΕΣΣΔ δεν ήταν πραγματικά σοσιαλιστική, αλλά μία εναλλακτική μορφή ολοκληρωτικού καθεστώτος. Ο Όργουελ αποτύπωσε τις εμπειρίες που αποκόμισε από τον ισπανικό εμφύλιο στο βιβλίο του «Πεθαίνοντας στην Καταλονία». Ωστόσο, λίγα χρόνια αργότερα, με τη «Φάρμα των Ζώων», που ολοκλήρωσε μεταξύ του 1943 και 1944, κατόρθωσε να δώσει μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα αυτού που ο ίδιος θεωρούσε την άνοδο και διαφθορά του σοβιετικού καθεστώτος πριν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο. Η προσπάθεια του συγγραφέα να εκδώσει το βιβλίο στέφθηκε αρχικά με αποτυχία. Εύλογα, αφού ήταν η χειρότερη δυνατή στιγμή για κάτι τέτοιο: στα τελευταία χρόνια του Β’ Παγκοσμίου και λίγο μετά το τέλος του, η Σοβιετική Ένωση είναι ένας από τους πολυτιμότερους Συμμάχους. Κανένας εκδοτικός οίκος στη Μεγάλη Βρετανία δεν θέλει να βγάλει ένα βιβλίο με ένα τόσο απροκάλυπτα αντι – σοβιετικό αίσθημα, σε μία τόσο κρίσιμη στιγμή. Έπρεπε να περάσουν 18 μήνες προσπαθειών μέχρι τελικά να βρεθεί ένα «σπίτι» για το βιβλίο του Όργουελ, η Secker & Warburg. Όπως ήταν αναμενόμενο το βιβλίο μπήκε στη μαύρη λίστα της ΕΣΣΔ και απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του. Παρόλα αυτά το καταραμένο βιβλίο που κανείς δεν ήθελε να εκδώσει, είναι σήμερα ένα από τα απαραίτητα σχολικά αναγνώσματα στη Γηραιά Αλβιώνα και σε πολλές άλλες χώρες. Δείτε εδώ τα υπόλοιπα έργα του αφιερώματος με «Τα 100 βιβλία που πρέπει να έχεις διαβάσει πριν πεθάνεις»