Από την αρχή του έτους έχουν καταγραφεί στη χώρα μας πάνω από 50 κρούσματα κοκκύτη, καθώς και δύο θάνατοι, ενός νεογνού και ενός ενήλικα με υποκείμενα νοσήματα. Η αύξηση είναι τεράστια σε σύγκριση με την περσινή χρονιά, όταν τα κρούσματα όλο το 2023 ήταν μόλις εννέα. Εκδόθηκε μάλιστα και εγκύκλιος με αναλυτικές συστάσεις εμβολιασμού για τον κοκκύτη από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών.

Χώρες, όπως η Τσεχία, η Ολλανδία και η Ισπανία, έχουν αναφέρει χιλιάδες κρούσματα, ενώ σημαντική έξαρση καταγράφεται και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, όπως στο Βέλγιο, την Κροατία, τη Δανία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία κ.α. Αξίζει να αναφερθεί πως ειδικά στην Τσεχία, τα κρούσματα κοκκύτη βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο από τη δεκαετία του 1960, ξεπερνώντας τα 6.300 από τις αρχές του έτους.

Πρόκειται για μια εξαιρετικά μεταδοτική λοίμωξη του αναπνευστικού που προκαλείται από βακτήριο (Bordetella pertussis) και συχνά αποκαλείται και ως «ο βήχας των 100 ημερών», επειδή τα συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν για εβδομάδες. Είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα βρέφη που δεν έχουν εμβολιαστεί.

Τα συμπτώματα του κοκκύτη

Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως 7 έως 10 ημέρες μετά τη λοίμωξη, αλλά μπορεί να εμφανιστούν έως και 21 ημέρες μετά.

Σε πρώτη φάση είναι παρόμοια με εκείνα του κοινού κρυολογήματος (φτέρνισμα, καταρροή, ήπιος πυρετός και ήπιος βήχας). Ύστερα από δύο εβδομάδες, ο βήχας γίνεται εντονότερος και χαρακτηρίζεται από επεισόδια παροξυσμικού βήχα ακολουθούμενου από εισπνευστικό συριγμό. Τα επεισόδια εμφανίζονται κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας, αλλά στη συνέχεια γίνονται συχνότερα και κατά την ημέρα. Συχνά μάλιστα προκαλείται και εμετός από τον έντονο βήχα. Στο τρίτο στάδιο, που μπορεί να διαρκέσει ακόμη και τρεις μήνες, υπάρχει βαθμιαία εξασθένηση μέχρι την οριστική υποχώρηση. Σημειώνεται ωστόσο πως συμπτώματα μπορεί να επανεμφανιστούν για πολύ καιρό μετά.

Στα βρέφη, ενδεχομένως να μην εμφανιστεί καθόλου ο συνήθης «συριγμός», ενώ μετά τα επεισόδια παροξυσμικού βήχα μπορεί να ακολουθήσει διακοπή της αναπνοής για σύντομα χρονικά διαστήματα (άπνοια). Οι μη εμβολιασμένοι ενήλικες μπορούν να βήχουν για εβδομάδες, σε σημείο που να δυσκολεύονται να κοιμηθούν.

Πώς μεταδίδεται ο κοκκύτης και γιατί κινδυνεύουν κυρίως τα βρέφη

Ο κοκκύτης είναι εξαιρετικά μεταδοτικός. Κάθε άτομο μπορεί να μολύνει κατά μέσο όρο άλλα 15. Η μετάδοσή του γίνεται μέσω σταγονιδίων που παράγονται όταν το μολυσμένο άτομο βήχει. Ο κοκκύτης μπορεί επίσης να μεταδοθεί ακόμη και από άτομα με ήπια μορφή της νόσου ή από μολυσμένα άτομα που δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα.

Τα άτομα που είναι εμβολιασμένα έχουν γενικά λιγότερα συμπτώματα και για μικρότερο χρονικό διάστημα. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου κυμαίνεται από 80% έως 85%, ενώ η προστατευτική του δράση εξασθενεί μετά την πάροδο 5 ετών.

Συχνά, τα μεγαλύτερα αδέλφια και οι γονείς που μπορεί να είναι φορείς του βακτηρίου μεταφέρουν τη νόσο στο σπίτι με αποτέλεσμα να μολύνονται τα βρέφη. Σε αυτά δυστυχώς καταγράφονται και οι πιο σοβαρές ασθένειες, αλλά και οι περισσότεροι θάνατοι. Ειδικά στους πρώτους μήνες της ζωής τους είναι εξαιρετικά ευάλωτα, δεδομένου ότι δεν έχουν προλάβει να εμβολιαστούν.

Γιατί υπάρχει αναζωπύρωση των κρουσμάτων κοκκύτη στην Ευρώπη

Συνήθως, οι περιπτώσεις κοκκύτη κορυφώνονται κάθε τρία έως πέντε χρόνια. Όπως δήλωσε στο Euronews Health ο Sylvain Brisse, Διευθυντής της Μονάδας Βιοποικιλότητας και Επιδημιολογίας Βακτηριακών Παθογόνων του Ινστιτούτου Παστέρ, «η τελευταία κορύφωση στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ήταν είτε το 2012 είτε το 2018 και επομένως είναι πολύ λογικό να δούμε τώρα μια αναζωπύρωση του κοκκύτη».

«Το ασυνήθιστο», συμπλήρωσε, «είναι ότι λόγω της πανδημίας του COVID και των φραγμών ελέγχου των λοιμώξεων [περιορισμών]… υπήρξε καθυστέρηση στην αναζωπύρωση». Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το 2020 και το 2021, δεν υπήρχαν σχεδόν καθόλου κρούσματα κοκκύτη, επομένως τόσο η καθυστέρηση της πανδημίας όσο και η κυκλική φύση του παθογόνου θα μπορούσαν να συμβάλουν στην τελευταία αναζωπύρωση.

Επίσης, εκπρόσωπος του περιφερειακού γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στην Ευρώπη διευκρίνισε ότι σε ολόκληρη την περιοχή, η οποία περιλαμβάνει τις χώρες της γηραιάς ηπείρου, αλλά και τμήματα της Κεντρικής Ασίας, η κάλυψη εμβολιασμού κατά του κοκκύτη έχει μειωθεί από την πανδημία και μετά. «Πριν από το 2019, σχεδόν το 70% των χωρών στην Περιφέρεια ανέφεραν κάλυψη 90% ή υψηλότερη με την πρώτη αναμνηστική δόση του εμβολίου. Η κάλυψη μειώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και δεν έχει ανακάμψει από τότε. Τώρα μόνο περίπου οι μισές χώρες έχουν αναφέρει κάλυψη 90%», δήλωσε ο εκπρόσωπος του ΠΟΥ.

Πώς μπορώ να προστατευτώ από τον κοκκύτη

Για να είναι κάποιος προστατευμένος από νόσηση από τον κοκκύτη θα πρέπει να εμβολιάζεται με όλες τις απαιτούμενες δόσεις εμβολίων στο σωστό χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών για τα παιδιά και τους ενήλικες.

Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο εμβόλια, το DTaP για παιδιά ηλικίας μικρότερης των 7 ετών και το Tdap για παιδιά ηλικίας άνω των 7 ετών, εφήβους και ενήλικες. Συγκεκριμένα, το εμβόλιο DTaP πρέπει να χορηγείται κατά τον 2ο, 4ο, 6ο, 15ο-18ο μήνα ζωής και στα 4-6 χρόνια, ενώ το εμβόλιο TdaP χορηγείται στην ηλικία 11-12 ετών, μεταξύ 18 και 25 ετών και μετά ως αναμνηστική δόση Td ή Tdap ανά δεκαετία.

Αξίζει να τονιστεί πως τα άτομα που νόσησαν από κοκκύτη δεν έχουν διά βίου ανοσία. Ο εμβολιασμός συστήνεται και σε άτομα που νόσησαν, καθώς η ανοσία τους σταδιακά φθίνει.

Πώς θεραπεύεται ο κοκκύτης

Για τη θεραπεία του κοκκύτη και την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσής του μπορούν να χρησιμοποιηθούν αντιβιοτικά. Ωστόσο, για τη διασφάλιση της μέγιστης αποτελεσματικότητας της θεραπείας, η χορήγηση των αντιβιοτικών θα πρέπει να ξεκινάει κατά το αρχικό στάδιο της νόσου, εντός της πρώτης ή της δεύτερης εβδομάδας και προτού ξεκινήσουν τα επεισόδια του παροξυσμικού βήχα.

Είμαι έγκυος, μπορώ να εμβολιαστώ για τον κοκκύτη;

Σύμφωνα με ενημέρωση του ΕΟΔΥ, οι έγκυες για να προστατευτούν και να προστατεύσουν τα μωρά τους από τον κοκκύτη, θα πρέπει να εμβολιάζονται με το εμβόλιο Tdap ή Tdap-IPV στο τρίτο τρίμηνο εγκυμοσύνης, κατά προτίμηση από την 27η έως την 36η εβδομάδα κύησης, ανεξάρτητα από το διάστημα που μεσολάβησε από προηγούμενο εμβολιασμό με Td/Tdap. Επίσης, με τα ίδια εμβόλια μπορεί να εμβολιαστούν και οι λεχωίδες που δεν εμβολιάστηκαν κατά τη διάρκεια της κύησης.

Τα βρέφη κατά τους πρώτους μήνες ζωής και μέχρι να εμβολιαστούν με το εμβόλιο DTaP στην ηλικία των 2 μηνών, δεν διαθέτουν άμυνα έναντι του κοκκύτη. Ο μόνος τρόπος για να προστατευτούν από τον κοκκύτη είναι μέσω του εμβολιασμού της εγκύου και των ατόμων που τα φροντίζουν. Τα μέλη της οικογένειας που δεν είναι πλήρως εμβολιασμένα για τον κοκκύτη, θα πρέπει να εμβολιάζονται τουλάχιστον δύο εβδομάδες πριν από την επαφή με νεογνά και βρέφη.