Στο αρχείο έβαλε την Τετάρτη (24/11) την έρευνα που είχε ξεκινήσει προκειμένου να προσδιοριστούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες για τη δημιουργία μιας εστίας μόλυνσης από την Covid-19 στις αυστριακές Άλπεις τον Μάρτιο του 2020, η εισαγγελία του Ίνσμπρουκ.
Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο εισαγγελέας Χάνσγιορκ Μάιρ «δεν θα υπάρξει απαγγελία κατηγοριών σε βάρος των πέντε αξιωματούχων που είχαν τεθεί υπό έρευνα».
«Δεν υπάρχει απόδειξη ότι κάποιος έκανε ή παρέλειψε να κάνει κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί ο κίνδυνος μετάδοσης», διευκρίνισε η εισαγγελία σε μια ανακοίνωση όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Πέντε περιφερειακοί αξιωματούχοι τέθηκαν στο στόχαστρο της έρευνας στο Τιρόλο, με την εισαγγελία να επιδιώκει να μάθει αν μπορούσε να αποφευχθεί η δημιουργία μιας συρροής κρουσμάτων (cluster) στις αρχές της πανδημίας.
Η απόφαση αυτή «δεν επηρεάζει» τις μηνύσεις που έχουν κατατεθεί συλλογικά από ένωση καταναλωτών.
Η πρώτη δίκη ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο. Έχουν κατατεθεί περίπου 15 μηνύσεις.
Μολύνθηκαν πάνω από 6.000 σε 45 χώρες
Περισσότεροι από 6.000 άνθρωποι από 45 χώρες λένε ότι οι ίδιοι ή συγγενικά τους πρόσωπα μολύνθηκαν στον σταθμό του Ισγκλ ή στα περίχωρα λόγω αμέλειας και μιας χαοτικής διαχείρισης. Συνολικά 32 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Σύμφωνα με έκθεση ανεξάρτητων ειδικών, ένα πρώτο σήμα συναγερμού στις 5 Μαρτίου από την Ισλανδία, που είχε θορυβηθεί από την επιστροφή μολυσμένων ταξιδιωτών από το Ισγκλ, αγνοήθηκε.
Οι σκιέρ του χιονοδρομικού συνέχισαν να συναθροίζονται στις καμπίνες των τελεφερίκ, ενώ το βράδυ η γιορτή συνεχιζόταν στις κοιλάδες.
«Στις 8 Μαρτίου, προσδιορίστηκε με σαφήνεια πως οι εργαζόμενοι στον τομέα του τουρισμού στο Ισγκλ είχαν κολλήσει κορονοϊό, αλλά ακόμη και αυτή τη φορά η αντίδραση ήταν πολύ αδύναμη, πολύ αργή, πολύ καθυστερημένη», είχε αναφέρει στην πρώτη δίκη ένας από τους δικηγόρους της καταναλωτικής οργάνωσης VSV.
Εκτίμησε πως είχαν γίνει τα πάντα προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η σοβαρότητα της κατάστασης και να επιτραπεί η συνέχιση της σεζόν σαν να μην συνέβαινε τίποτα, από τον φόβο οικονομικών επιπτώσεων για τον «επιδραστικό» τουριστικό τομέα του Τιρόλου.
Μερικές ημέρες αργότερα, ο συντηρητικός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς είχε ανακοινώσει τοπικό lockdown και είχε ζητήσει από χιλιάδες τουρίστες να εγκαταλείψουν την περιοχή μέσα σε μερικές ημέρες, κάτι που σύμφωνα με τα θύματα και τους συγγενείς τους επέσπευσε την καταστροφή.