Στη γυναίκα που θεωρείται η πρώτη Ευρωπαία επαγγελματίας λογοτέχνης είναι αφιερωμένο το σημερινό doodle της Google. Σήμερα θεωρείται μία από τις σημαντικότερες λόγιες του μεσαίωνα και μία από τις πιο αξιοσημείωτες φεμινίστριες όλων των εποχών. Το έργο της άνοιξε νέους ορίζοντες για τις γυναίκες που ήθελαν να διεκδικήσουν μία θέση στην λογοτεχνία, έδωσε φωνή στους υπέρμαχους της ίσης εκπαίδευσης αντρών και γυναικών και στιγμάτισε την κοινή μεσαιωνική πρακτική της συκοφάντησης των γυναικών στην λογοτεχνία
Την εποχή της ήταν πολύ γνωστή και είχε μεγάλη φήμη, ενώ την ώθηση για να γράψει της την έδωσε το γεγονός πως όταν χήρεψε χρειαζόταν χρήματα για να θρέψει τον εαυτό της και τα τρία παιδιά της.
Η Κριστίν ντε Πιζάν γεννήθηκε το 1364 στην Βενετία. Ήταν κόρη του Τομάσο ντι Μπενβενούτο ντα Πιζάνο που ήταν γιατρός, αστρολόγος και σύμβουλος του Καρόλου Ε΄ της Γαλλίας. Λόγω του επαγγέλματος του πατέρα της, η Κριστίν είχε την τύχη να μεγαλώσει μέσα σε ένα περιβάλλον με πολλά ερεθίσματα και με πρόσβαση στην γνώση, κάτι ιδιαίτερα σπάνιο για μία γυναίκα εκείνη την εποχή.
Παντρεύτηκε σε ηλικία 15 ετών κάποιον αξιωματούχο του παλατιού και έκανε τρία παιδιά, ένα από τα οποία πέθανε πολύ μικρό.
Το 1389, όμως, ο άντρας της πέθανε από πανώλη και η Κριστίν έμεινε χήρα σε ηλικία 25 ετών με τρία παιδιά χωρίς καμία πηγή εισοδήματος. Επιπλέον, βρέθηκε με το δυσβάσταχτο βάρος των χρεών που είχε αφήσει ο σύζυγός της καθώς και με την υποχρέωση να φροντίζει την μητέρα της και την ανιψιά της. Αμέσως μετά τον θάνατο του συζύγου της προσπάθησε να εισπράξει κάποια χρήματα που άνηκαν σε εκείνον όπως και ορισμένους μισθούς που του οφείλονταν, αλλά η νομοθεσία της εποχής, που ήταν εξαιρετικά άδικη για τις γυναίκες, δεν προέβλεπε την είσπραξη χρημάτων από μία χήρα παρά το γεγονός ότι τα δικαιούνταν. Αντί να πάρει τα δεδουλευμένα του συζύγου της, λοιπόν, έμπλεξε σε μία σειρά από χρονοβόρες, πολύπλοκες και ψυχοφθόρες νομικές διαδικασίες μετά από τις μηνύσεις που δέχτηκε από τον αρχιεπίσκοπο του Σενς και τον βασιλικό σύμβουλο Φρανσουά Σαντεπρίμ που αρνούνταν να τις δώσουν τα χρήματα που της ανήκαν.
Προκειμένου, λοιπόν, να επιβιώσει εκείνη και η οικογένειά της, όπως αναφέρει το σχετικό λήμμα της Wikipedia αναγκάστηκε να εργαστεί παρά το γεγονός ότι αυτό ήταν κάτι εξαιρετικά δύσκολο γα μία γυναίκα εκείνης της εποχής. Χρησιμοποίησε τις γνώσεις της, την μόρφωσή και τις εξαιρετικές λογοτεχνικές της ικανότητες για να βγάλει τα προς το ζην και έγινε μία από τους πρώτους επαγγελματίες συγγραφείς της Ευρώπης. Πλούσιοι ευγενείς άρχισαν να δείχνουν την προτίμησή τους σε αυτή την συγγραφέα που ήταν ταυτόχρονα εξωτική καθώς οι γυναίκες συγγραφείς ήταν κάτι εξαιρετικά σπάνιο, αλλά εξαιρετικά και ικανή και άρχισαν να της αναθέτουν ερωτικά ποιήματα και βιογραφίες. Οι ικανότητές της ήταν τέτοιες που πολύ σύντομα εξασφάλισε μία θέση στην αυλή της Ισαβέλας της Βαυαρίας, της βασίλισσας της Γαλλίας. Πολύ σύντομα απέκτησε πανευρωπαϊκή φήμη και συχνά την συνέκριναν με τον Βιργίλιο και τον Κικέρωνα λόγω των τεχνικών ικανοτήτων της αλλά και της ευφυίας που διαφαίνονταν μέσα από το έργο της.
Το πιο γνωστό της έργο είναι το Trésor de la cité des dames που δημοσιεύθηκε το 1405 και μεταφράστηκε στα αγγλικά ως η Πόλη των Κυριών (The City of Ladies) στο οποίο κατέγραφε τη ζωή και το έργο σημαντικών γυναικών της ιστορίας και της μυθολογίας. Σε αυτό το έργο εξετάζει επίσης τα αίτια για τις κοινωνικές διακρίσεις σε βάρος των γυναικών και περιλαμβάνει συμβουλές προς τις γυναίκες σχετικά με το πως θα μπορούσαν να αυξήσουν την μόρφωσή τους και να βελτιώσουν την κοινωνική τους θέση.
Σήμερα η Πόλη των Κυριών θεωρείται ένα από τα πιο βασικά φεμινιστικά κείμενα και αποτελεί πηγή για όσους πιστεύουν ότι οι γυναίκες θα πρέπει να έχουν ίσες εκπαιδευτικές δυνατότητες με τους άντρες. Την εποχή της όμως δέχτηκε τεράστια επίθεση από εκείνους που αισθάνονταν ότι απειλούνται από την ιδέα ότι οι γυναίκες είναι ίσες με τους άντρες.
Το 1415 ξέσπασε ο Εκατονταετής Πόλεμος από τον οποίο η Γαλλία βγήκε ηττημένη. Αυτή η εξέλιξη επηρέασε σημαντικά την Κριστίν ντε Πιζάν και αποφάσισε να αποσυρθεί σε ένα μοναστήρι. Εκεί έγραψε και το Λόγος Περί της Ζαν ντ΄ Άρκ το 1429. Τελικά απεβίωσε στο μοναστήρι κάποια στιγμή μεταξύ του 1430 και του 1431.